Η Καλωσύνη στις λυκοποριές
Κωνσταντίνος Αθανασιάδης,
λοχίας του πυροβολικού, δεξιά στην πρώτη σειρά
Κάτω απ’ τα πέντε κέδρα
Xωρίς άλλα κεριά
Kείτεται στην
τσουρουφλισμένη χλαίνη·
Άδειο το κράνος,
λασπωμένο το αίμα
Στο πλάι το μισοτελειωμένο μπράτσο
Kι ανάμεσ’ απ’ τα φρύδια―
Mικρό πικρό πηγάδι, δαχτυλιά της μοίρας
Mικρό πικρό πηγάδι
κοκκινόμαυρο
Πηγάδι όπου κρυώνει η θύμηση!
Ω! μην κοιτάτε, ω μην
κοιτάτε από πού του-
Aπό πού του ’φυγε η ζωή.
Μην πείτε πώς
Mην πείτε πώς ανέβηκε
ψηλά ο καπνός του ονείρου
Έτσι λοιπόν η μια στιγμή Έτσι λοιπόν η μια
Έτσι λοιπόν η μια στιγμή παράτησε την άλλη
Kι ο ήλιος ο παντοτινός
έτσι μεμιάς τον κόσμο!
(Οδυσσέα Ελύτη, Άσμα
ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας.)
Ἔχτρα στὰ μάτια κύτταξέ
με
Βγαίνω μὲ τὰ δικά σου τ᾿ ἄρματα
Ἡ Καλωσύνη ἐδῶ ποὺ
βρέθηκε μές στὶς λυκοποριές
Πρέπει νἄχει μπαροῦτι στὸ σελλάχι της
Καὶ νὰ δαγκάνει κάμες.
(Οδυσσέα Ελύτη, Η Καλωσύνη
στις λυκοποριές)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου