Όλες οι αναρτήσεις με την ημερομηνία τους και τον τίτλο

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2021

Όνειρο σιέστας της 16ης Φεβρουαρίου 2021 (Απόπειρα να γίνω σκηνοθέτης-ηθοποιός.)

Ονειρο σιέστας 16.2.2021. Παστέλ και ακρυλικά, 40Χ24 cm.

       Με φωνάξανε να σκηνοθετήσω και να πρωταγωνιστήσω σ' ένα θεατρικό, πάω στις πρόβες, κάπου στη Συγγρού, σ' ένα διώροφο του πενήντα, εκεί είναι οι πρόβες.

Ανεβαίνω την σκάλα που πάει στον πρώτο όροφο, εκεί είναι ο θίασος, έτοιμοι ντυμένοι ρούχα Λουή Κατόρζ, και μόλις με βλέπουν γυρνάνε όλοι μαζί, γειά σαααας! να με χαιρετήσουν.

-Όχι έτσι βρε παιδιά, λέω, "υποτίθεται πως δεν με περιμένετε, πρέπει να μιλάτε μεταξύ σας ανέμελοι, και εσείς (απευθύνομαι στην πρωταγωνίστρια) θα μετρήσετε ως το τρία, και μετά θα γυρίσετε γεμάτη τρόμο ή πλησμονή, αυτό το αφήνω στην ερμηνευτική σας διαίσθηση, και θα πείτε: Εσείς; Οπότε όλοι οι άλλοι θα σταματήσετε την κουβεντούλα, και θα γυρίσετε να με κοιτάξετε σιωπηλοί, εδώ επίσης ο καθένας θα ακολουθήσει την φωνή της διαισθήσεώς του, έχετε απόλυτη ελευθερία."

Με ακούνε όλοι πολύ προσεκτικά, αλλά ίσως και να είναι αμήχανοι γιατί είχαν βολευτεί με σκηνοθέτες τύραννους που όλο τους βρίζανε, αλλά τουλάχιστον δεν χρειαζόνταν να σκέβονται για να παίξουν, τους έλεγε τι να κάνουν ο κακούργος ο σκηνοθέτης. Μπορεί και να λένε μέσα τους πως είμαι άσχετος, δεν ξέρω να τους καθοδηγήσω, γι' αυτό τους λέω κάντε ό,τι καταλαβαίνετε. Όμως η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική, διότι είχα παίξει Ιππόλυτο με το Εθνικό το 1953, σκηνοθεσία Ροντήρη, με Κάκια Παναγιώτου, Κωστόπουλο, εγώ τώρα ήμουνα στην κοιλιά της μάνας μου, που ήταν στον χορό, από τις πρόβες εκεί, και στις παραστάσεις εκεί, και μόλις τέλειωσαν και οι παραστάσεις -που ήμουνα σε όλες αναγκαστικώς-, τσουπ! βγήκα. Αλλά δεν τους τάχα πει αυτά, στους ηθοποιούς, διότι δεν μ' αρέσει να περιαυτολογώ, ούτε να βγαίνω και να λέω που με κακοποίησε η μάνα μου στο θέατρο. Οπότε αυτοί ενδέχεται να νομίζουν πως είμαι κανένας καλαμπόρτζης.

Ιππόλυτος, με το Εθνικό στο Ηρώδειο τον Οκτώβρη του 1953. Κάπου εδώ είμαι κι' εγώ.


Αλλά εκεί που πάμε να αρχίσουμε την πρόβα, νάσου σκάνε φουριόζοι από την σκάλα πεντέξι του θιάσου που την είχαν κοπανήσει, δεν παίζανε σ' αυτή τη σκηνή, ή είχαν πάει προς νερού τους ή για καφέ, δεν γνωρίζω να σας πω. Χαχαχα! τα γέλια, μες την καλή χαρά. Διακόπτεται η πρόβα με τη φασαρία. Κι' είναι ένας που μου λέει "μια στιγμή να διακόψω, να πω κάτι στην κυρία Μπαχλακούρα, και φεύγω," και κάνει να περάσει να πάει στην Μπαχλακούρα, και πετάγεται και μια άλλη και λέει "μια στιγμή, να απασχολήσω τον κύριο με την μωβ περούκα, να του δώσω μία αμίτα που μου είπε να του φέρω απ' έξω, διψάει," και μαζί και οι άλλοι σπρώχνουνε να μπούνε στην αίθουσα, κι' όλοι κάτι λένε, και κάνουν απερίγραπτο θόρυβο, οπότε εγώ ενοχλούμαι απ' όλη αυτή την αταξία, και λέω (ευγενικά το λέω) " μια στιγμή, βρε παιδιά, πρόβα έχουμε, σε λίγο, στο διάλειμμα, δεν γίνεται; Λίγη κατανόηση!"

Αλλά που αυτοί, με σπρώχνουνε όλοι μαζί να μπούνε, όπου λέω εδώ παίζεται ένα παιχνίδι εξουσίας και δεν γουστάρω καθόλου, και τα παίρνω στο κρανίο, διότι σκέπτομαι δώσε θάρρος στον χωριάτη να σ' ανέβει στο κρεβάτι, και λέω (ευγενικά το λέω) "παρακαλώ, παρακαλώ, όχι τώρα, στο διάλειμμα!" και τους σπρώχνω κι' εγώ, αφού αυτοί αρχίσανε να με σπρώχνουνε πρώτοι στο κάτω-κάτω, αλλά εγώ ευγενικά, χωρίς υπέρμετρη βία, και τους παίρνω σβάρνα και κουτρουβαλάνε όλοι μαζί από τις σκάλες, και γυρνάω εγώ στην πρόβα μου.

Οπότε βλέπω τους άλλους που ήταν στην αίθουσα νάχουν κατεβάσει κάτι μούτρα μέχρι κει κάτω. Και να με κοιτάνε πολύ περίεργα. Μπράβο λέω, αμέσως μπήκανε στο πετσί του ρόλου τους. Αλλά όχι, πλανώμαι πλάνην οικτράν. Διότι πετάγεται ένας με μουστάκι, και μου λέει "δεν έχετε κανένα δικαίωμα να συμπεριφέρεσθε με αυτόν τον τρόπο!" Και λέω που τον ξέρω, που τον ξέρω, και τελικώς μοιάζει με έναν χωροφύλακα που παίζει στις Μέλισσες, όχι τον Βόσκαρη το κάθαρμα, ούτε τον χοντρό, έναν άλλον, έναν πιτσιρικά που έχει επίσης μουστάκι, που λέει σε μια φάση "εγώ νομίζω πως η Ζοχούλα θέλει να πάρει κάποια απόσταση για να κάνει την επιλογή μόνη της." Πολιτισμένος χωροφύλακας του εξήντα, δηλαδή. Δεν μπορεί νάναι άλλος, ο ίδιος είναι!

Οι άλλοι βεβαίως με παρατηρούν που θέλω να ρίξω τους τόνους και δεν μιλάω, και νομίζουν πως είναι λόγω αδυναμίας χαρακτήρος, κι' αρχίζουν το εξάψαλμο που δεν έχω κανένα δικαίωμα να συμπεριφέρομαι έτσι. Οπότε απηύδησα εγώ. Ούτε να το συζητήσω καθόλου ήθελα το θέμα, και μη με πείτε υπερόπτη ξερωγώ, ψηλομύτη ξερωγώ, γιατί ισχύει το όποιος μπλέκει με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες, αυτό ισχύει.

-Ακούστε, τους λέω, "δεν ήρθα από μόνος μου εδώ, εσείς με φωνάξατε να κάνω τον σκηνοθέτη και να παίξω. Αλλά άμα δεν γουστάρετε, με γειά σας, με χαρά σας, και πάλι ωραίοι είμαστε."

Και την έκανα με ελαφρά πηδηματάκια από τη σκάλα που είχα έρθει, κι' απόξω ήταν μια μηχανή μεγάλου κυβισμού, την καβάλησα κι' έφυγα για τη θάλασσα. 

Όνειρο σιέστας, λεπτομέρεια.

 

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2021

Σχετικά με τον Βασίλη


                    -Έχω ζώα! είπε.

 

Ήταν καλοκαίρι, οι δικοί μου δούλευαν, με έστελναν εκεί άμα δεν ήταν κάποιος να με κρατήσει. Από την Αγία Βαρβάρα στα Σίδερα, τρία λεφτά με το αυτοκίνητο, τότε. Στην κουζίνα η μάνα του έφτιαχνε μακαρόνια με κιμά, και το τρανζίστορ έπαιζε ελαφρό πρόγραμμα, το Κυπαρισσάκι μου αψηλό με τη Μούσχουρη, το Ξέρω μια κάποια γειτονιά του Μαρούδα, επιτυχίες της εποχής, ξερωγώ. Η μάνα του τραγούδαγε πολύ ωραία, κι' ο πατέρας του επίσης. Από κει πήρε, τραγούδαγε εξ απαλών ονύχων.

 

(Α, τι θυμήθηκα. Δευτέρα δημοτικού, κάνει γυμναστικές επιδείξεις η Κατρανίδαινα στο ΑΣΤΡΟΝ το χειμερινό, στους Αμπελοκήπους. Που ήταν πολύ μαλακισμένη ιδέα, γιατί μας είχανε κλεισμένους σ' ένα θλιβερό υπόγειο, να βγάζουμε την μπέμπελη, γιατί αν αγαπάτε; Για να βγούμε επί σκηνής να κάνουμε τους εξερευνητές με κάτι αποικιακές κάσκες από φελιζόλ, χακί σορτσάκια, και κιάλια πλαστικά από το περίπτερο. Μια άθλια χορογραφία, ένα άθλιο τραγούδι, μια άθλια αγγαρεία. Τραγωδία μεσούντος Ιουνίου 1962.) 

 

Άρχισε να αραδιάζει στο κεφαλόσκαλο της κουζίνας τα πλαστικά ζώα του ΡΟΛ, μια λιτανεία λιονταριών, τίγρεων, ελεφάντων και δεν ξέρω τι άλλων ειδών της τροπικής πανίδος.

 

Ήταν και οι γάτες, οι αληθινές. Κυκλοφορούσαν παντού. Με ονόματα Κλεοπάτρα, Νεφερτίτη, δυναστείες γάτες. Είχε παίξει την Κλεοπάτρα η Ελίζαμπεθ Ταίηλορ, εκείνο τον καιρό.

 

Τον γοητεύανε τα ζώα.

 

Τα άλογα, προπάντων. Ο Ιβανόης και ο Ελ Σιντ. Αρματοδρομίες, ο Μπενχούρ με τα άσπρα άλογα, ο Μεσσάλας με τα μαύρα, τον χτύπαγε τον Μπενχούρ με το μαστίγιο. Αλλά ο Μπενχούρ του το τράβηξε και του το πήρε, κι' έχωνε ο Μεσσάλας τον άξονα που είχε δρεπάνι στον τροχό του Μπενχούρ να του σπάσει τις αχτίνες, αλλά τελικώς ο Μεσσάλας κυλιότανε στα χώματα και στα αίματα και στις σκόνες, κι' ο Βασίλης τα διηγιόταν όλα αυτά με μία παθιασμένη παραστατικότητα άνευ προηγουμένου, τάχε δει όλα αυτά τα έργα στο ΑΜΙΡ, τι θαύμα, τα σκηνοθετούσε μετά αυτός ξανά από την αρχή. Γιατί ήταν σα να τάβλεπες, καθώς τα αφηγιόταν. Κι' όταν είδα πρώτη φορά εγώ τον Μπενχούρ πριν λίγα χρόνια, νόμιζα πως τον είχα ξαναδεί τότε, στο ΑΜΙΡ, που στο ΑΜΙΡ δεν πάτησα ποτέ μου.

 

Είχε μία φλέβα βαθύτατα δραματική. Προπάντων για το δράμα που γίνεται εικόνα. Ζωγράφιζε και καλά, ειρήσθω εν παρόδω. Τα Κλασσικά Εικονογραφημένα, στίβες. Οι Άθλιοι. Ο Κόμης Μοντεχρίστος. Τζέην Έυρ. Τα ανθρώπινα πεπρωμένα, συντριβή και δικαίωση.

 

Αλλά άμα ήθελε, γινόταν απίστευτα κωμικός. Κατ' ιδίαν, τρομερός μίμος. Έκανε την Σαπφώ Νοταρά πιο καλά απ' ό,τι η Σαπφώ Νοταρά τον εαυτό της. Αλλά δεν ενέδιδε στην κωμωδία. Αν εξαιρέσεις την οπερέττα, βέβαια. Α, ενέδωσε τουλάχιστον άπαξ, στην μαύρη και πικρή Λα Νόννα, που ο Πιατάς έκανε την βουλιμική γριά που τους πέθανε όλους. Κι' όποιος τον ήξερε, καταλάβαινε στο παίξιμο του Πιατά τα σουσούμια και τους μορφασμούς του Βασίλη που κορόιδευε.

 

Μετά τον Μπενχούρ και τα Κλασσικά Εικονογραφημένα ήρθε το Γυμνάσιο, ο Λόρκα και η όπερα.

 

Ήμασταν στην ίδια τάξη, στο ίδιο σχολείο, είχαμε το ίδιο όνομα και επώνυμο, κι' είχαμε και οι δύο γεννηθεί τον Ιούνιο του 1954. Πέραν αυτών, δεν είχαμε κανένα άλλο κοινό στοιχείο. Ήταν καλός, ιδίως στα θεωρητικά. Ήμουν σκράπας παντού. Οπότε, όταν άκουγα "Βασίλης Νικολαΐδης, στον πίνακα," μου κόβονταν τα ήπατα. Μόνο όταν άκουγα "του Χρήστου" συνερχόμουν. Εγώ ήμουνα του Νικολάου.

 

Μου είπε να σας ανακοινώσω πως έφυγε. Πάει να σκηνοθετήσει Λουτσία Ντε Λαμερμούρ. Με Κάλλας, Ντι Στέφανο και Γκόμπι, διευθύνει ο Τούλιο Σεραφίν.

 

Και επίσης, σας αφιερώνει:

 

Del ciel clemente un riso

la vita a noi sarà...

 

 

Η φωτό: Στην αγκαλιά της θειάς μας της Ελένης. Του 1955.

 

Η μουζική: Γύρνα φτερωτή του μύλου, από τον Ματωμένο Γάμο. Με τον Λάκη Παππά. Το αγαπούσε πολύ, νομίζω.

      https://www.youtube.com/watch?v=aQL9QFluUBU