Όλες οι αναρτήσεις με την ημερομηνία τους και τον τίτλο

Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

Πολιτική Δήλωση



Τώρα, άμα πάει τον Αύγουστο ο Ερντογάν στον Πούτιν μπορεί να τα βρούνε. Αν τα βρούνε, μπορεί ο Ερντογάν να την πέσει στους Κούρδους πολύ χοντρά (με τις πλάτες του Πούτιν γαρ.) Αν την πέσει στους Κούρδους ο Ερντογάν, θα του την πέσει του Ερντογάν ο Ομπάμα. Αλλά τότε του Ομπάμα θα του την πέσει ο Πούτιν που θα τάχει βρει με τον Ερντογάν. Οπότε μπορεί να μπλέξουμε κι' εμείς άσκημα. Λέω, μπορεί.
Γιατί εγώ θα απουσιάσω λίγο καιρό. Αλλά αν γυρίσω και τα βρω μπουρδέλο, πείτε τους θα τους γαμήσω όλους.



Το τραγούδι: Μας φτάνει μόνο, με τον Τόνη Μαρούδα και την Δανάη. Κι' ένας κιθαρίστας που δεν λέει ποιός είναι, αλλά είναι μάγος όχι μόνο γι' αυτά που παίζει αλλά και γι' αυτά που δεν παίζει. https://www.youtube.com/watch?v=1SdvleCp-u0&spfreload=10
Η φωτό: Σιγά να μη σας πω.

Οδηγίαι χρήσης: καλύτερα να ακούτε το τραγούδι και συγχρόνως να κοιτάτε την φωτογραφία.

Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

Η Ζωή και τα δελφίνια



Κουράστηκα λίγο, τ' ομολογώ, να κολυμπάω στα βάθη
κι' ανεβαίνω τώρα κι' εγώ την ανεμόσκαλα, και δύτης κι' ακροβάτης
στο χρωματιστό πουλί, τον παπαγάλο και το φεγγάρι
Και το καράβι μου λευκό, πλησίστιο, το διακρίνω
θ' αργήσει λίγο ακόμα, ακούω τις μουσικές του.

Αλλά θ' αργήσει λίγο ακόμα...

Θα παίξεις, βλαμμένο, ή δεν θα παίξεις;
Δεν έχει και τόση σημασία τελικά
Κάποιος θάρθει όπου νάναι να παίξει
για σένα στο σκαλοπάτι σου
θάχει την ευγένεια της θάλασσας
θάχει την χάρη της αχιβάδας
Και θάναι μ' όλα τους τα χαμόγελα
σειρές μαργαριτάρια
κι' οι φωνές τους σαξόφωνα
και θαν' οι πλάτες τους νησιά,

Δελφίνια, δελφίνια, δελφίνια...



                                                                               23 Ιουλίου 2016
 


Η ζωγραφιά: Η Ζωή και τα δελφίνια, παστέλ λαδιού και ακρυλικά, 50Χ60 cm, του 2011.


Τετάρτη 20 Ιουλίου 2016

Homo Mediterraneus



Μέχρι τούδε θεωρούσα πως ήμουνα τυπικό δείγμα μεσογειακού ανδρός. Ηλιοτρόπος, ψήλωσα όσο μπόρεσα, μου άρεσε το ελαιόλαδο και τα σκόρδα κι' ο βασιλικός κι' η ρήγανη, η ρακή με καμιά λακέρδα, τα τσιγάρα, και το Λαγκαβούλιν, δεν ήμουν ακατάδεχτος. Τραγούδησα όσα έζησα χωρίς να δίνω σημασία στους συρμούς και στον θόρυβο σε χρόνια χρωματιστά κι' ανόητα του τόπου μου, κι' έζησα τον Οδυσσέα μέσα μου σε μέρη μακρινά, που περίσσευε το αίμα και των ανθρώπων τα μαρτύρια κι' ο Θάνατος. Και γυναίκες γνώρισα στον νου και το κορμί, άξιες όλες της ηδονής και της άκρατης ελευθεριότητός μου και της ευγνωμοσύνης μου. Κι' όπως το δέντρο της ζωής μου ψήλωνε, έτσι και βάθαινα εγώ στις ρίζες μου να κρατηθώ. Ο ένας μου προπάππος είχε καΐκια στα Θεραπειά, ο άλλος ήταν ένας κόντες απ' το Ληξούρι, παντρεύτηκε την όμορφη δούλα του από τα Βαρσαμάτα. Η προνόννα μου, αυτή. Και πιο πριν, κάποιοι άλλοι μου πρόγονοι αντικρύσαν τα περήφανα αρκαδικά βουνά, περπάτησαν της Άνδρου τους γκρεμούς, διαβήκαν τση Κρήτης τα καστέλλια τα βενετσάνικα. Μα πιο βαθιά χτίζοντας τα θεμέλια μου, τις ρίζες μου έπρεπε να τις φτιάξω απ' την αρχή. Ίσως ένας θρακιώτης βάρβαρος που σκάβει τ' αμπέλι του και λατρεύει τον Διόνυσο, μ' αυτουνού τους οσφρητήρες να μιλάω με το χώμα σαν το ποτίζει η βροχή. Και τούτες οι παλάμες μου, ίσως ενός δερβίση νάχουν τις γραμμές, η μια στον ουρανό, η άλλη στη γή να στροβιλίζεται. Κι' ετούτη η μύτη πούχω η θλιμμένη σαν της Πόλης τα σοκάκια τ' ανηφορικά, ενός νερουλά σκυφτού μπορεί νάναι, ή ποιός ξέρει ποιανού χαμάλη, που με κοιτά κάτω από το βάρος τ' ασήκωτο του βίου του, και με φωνάζει: "!Hijo de mi corazon!" Ποιός μπορεί να τ' αποκλείσει; Κι' αυτήν την γλώσσα που μιλώ, αυτήν την γλώσσα ανάμεσα σε μένα και την ύλη, αυτήν που κάνει τον Κόσμο να υπάρχει, ως εδώ την έσωσαν ο Ματθαίος κι' ο Μάρκος κι' ο Ιωάννης κι' ο Λουκάς, κι' ήταν εβραίοι, αυτοί οι ευαγγελιστές. Και το κράτος αυτό το κουρλό, στον άλλον Μάρκο, τον Μπότσαρη, και στους Τζαβελλαίους, και στον Μιαούλη το χρωστάμε, αρβανίτες ήτανε, αρβανικά μιλάγανε. Και φίλους έκανα καλούς, άραβες και βερβέρους και παλαιστίνιους, και τους πατέρες τους αναντάν μπαμπαντάν λογίστηκα πόσα μας δώσαν. Το Άλεφ. Tο μηδέν, το ένα, και τ' άπειρο. Και πως τ' άστρα στον ουρανό να υπολογίζουμε. Κι' όσοι μαύροι, μαύρες, ξανθοί, ξανθές, κι' άλλοι απ' την Ασία κοντούληδες, κοντούλες, άλλους τους έφερνε ο τουρισμός κι' άλλους η ανάγκη, κι' έσπερναν τον τόπο στους αιώνες να σπείρουν κι' αυτοί με την σειρά, όλοι δικοί μου ήταν. Κι' ο Μπρασσένς, κι' ο Καμύ, κι' ο Μπενμπελά, κι' ο Τσίρκας, κι' ο Πάολο Κόντε, κι' ο Σανταρόζας, κι' ο Γαριβάλδης, όλοι πατέρες μου. Και μάνα ετούτη την θάλασσα, μέσα της μ' έμαθε η νόννα μου κολύμπι, τα ψάρια να ψαρεύω και τα κύματα να βαφτίζομαι τα καλοκαίρια. Ήταν περίεργη, η θάλασσα. Τα πιο φριχτά πράματα τα έπιανε και τα έκανε φως.
Ήμουν περήφανος για όλα αυτά.
Μέχρι που αποκαλύφθηκε μπροστά μου όλη η φριχτή αλήθεια. Μεσογειακός που ήμουνα, θα πει πως κρυβόταν μέσα μου πολλή ανωριμότης, κι' όλα τ' άλλα τρίχες. Και γι' αυτήν την ανωριμότης μου την ανίατη υπάρχει μια σαφής εξήγηση που αφορά το κλίμα, βέβαια.
Να πως έγινε το κακό.
Η Tata Kata Schurbumbum* προβληματισμένη ανήρτησε (δημοσίως):
"Υπάρχουν άνθρωποι που θα σου βγάλουν ό,τι πιο κακομαθημένο, παιδαριώδες και ανόητο μπορεί να διαθέτουν μόλις τους πεις "όχι" σε κάτι που θα τους βόλευε ίσως το "ναι" σου...
... εκείνο που σοκάρει είναι το ότι μπορεί να πρόκειται για ανθρώπους έξυπνους, καλλιεργημένους και προβληματισμένους...
... που διά 'λο κρύβεται στους μεσογειακούς ανθρώπους τόση ανωριμότητα;"
Ακολούθησε ο εξής σκαμπρόζικος διάλογος:
Χαραβάς Χαραβάς: μόνο στους μεσογειακούς;
Tata Kata Schurbumbum: Κυρίως στους μεσογειακούς. Οι βόρειοι λαοί επιβάλλονται πολύ καλύτερα στον εαυτό τους. Υπάρχει μια σαφής εξήγηση γι' αυτό που αφορά στο κλίμα, βέβαια. Ίσως υπάρχουν κι άλλες...
Χαραβάς Χαραβάς: είναι σαφής εξήγηση.
Tata Kata Schurbumbum: Για πες...
Χαραβάς Χαραβάς: δεν μπορώ να διακρίνω σε τι είναι πιο ώριμοι οι βόρειοι από τους μεσογειακούς. Στο δείγμα ανθρώπων που έχω γνωρίσει, εννοώ. Η ανωριμότητα ή η βλακεία δεν κάνει διακρίσεις, πιστεύω.
Tata Kata Schurbumbum: Υπάρχουν διαφορές στον τρόπο διαχείρισης του εαυτού, για παράδειγμα οι βόρειοι λαοί αντιλαμβάνονται καλύτερα τα όρια που τίθενται, τα σέβονται και ξέρουν πως να λειτουργούν μέσα σε ένα πλαίσιο που περιέχει όλους. Αυτό δεν θα το δεις στη Μεσόγειο, δε θα το δεις και στην Αμερική για άλλους λόγους...Η εξήγηση που προανέφερα αφορά στον πρωτόγονο άνθρωπο που στα βόρεια κλίματα αναγκάστηκε να μάθει να λειτουργεί με σεβασμό στο διπλανό του και στην ομάδα και να είναι λειτουργικός κοινωνικά, αλλιώς μόνος του δεν θα μπορούσε να επιβιώσει. Γι' αυτό έχουν τόσο ανεπτυγμένη συλλογικότητα οι βόρειοι λαοί και γι' αυτό επιβάλλονται καλύτερα στα συναισθήματά τους και στη συμπεριφορά τους...
Χαραβάς Χαραβάς: Θα μπορούσε να πάρει κανείς για παράδειγμα αυτού του σεβασμού των ορίων, της προσαρμογής σε ένα πλαίσιο κτλ που λες, την ναζιστική Γερμανία; Είναι η απόλυτη εφαρμογή των όσων θεωρείς ωριμότητα.
Tata Kata Schurbumbum: Ο,τιδήποτε, όσο καλό κι αν είναι, αν το τραβήξεις στα άκρα, θα γίνει πολύ κακό ως και καταστροφικό. Οπότε προσδιορίζουμε το πλαίσιο στο οποίο αναφερόμαστε για να μπορούμε να συζητάμε σε μια γερή βάση.
Χαραβάς Χαραβάς: Δηλαδή οι γερμανοί είναι ώριμοι αρκεί το πλαίσιο να μην το βάζει ο Χίτλερ; Όμως τον Χίτλερ τον έφεραν στην εξουσία οι γερμανοί. Ποιός τελικά προσδιορίζει το πλαίσιο; Κάποιος άλλος; Τότε, τι είδους ωριμότητα είναι αυτή;
Tata Kata Schurbumbum: Θα πρέπει να μιλάμε για το σήμερα. Είναι τελείως "εκτός" το να τοποθετείται ο Χίτλερ στη σημερινή Γερμανία και να ξεκινά μετά κι ένα γαϊτανάκι κακής ποιότητας συλλογισμών. Ακροβασίες, αυθαιρεσίες κλπ, που δε συνιστούν ορθή σκέψη δε μας χρειάζονται. Μιλώντας για το σήμερα λοιπόν, ο ελληνάρας έβαλε τη ναζιστική χρυσαυγή στη Βουλή το '12, ενώ η γερμανική αστυνομία κατά κανόνα έκανε αυτό: https://www.youtube.com/watch?v=ljye1o58tGY
Χαραβάς Χαραβάς: Δεν μιλάμε για "τώρα" ή για "τότε". Μιλάμε γενικά, διαχρονικά, για μεσογειακούς και βόρειους. Αναρωτιέσαι που διάλα την βρήκε την τόση ανωριμότητα ο ελληνάρας, χωρίς να δίνεις καμία σημασία στις ιστορικές συνθήκες που τον διαμόρφωσαν. Και στο κάτω κάτω, ο ελληνάρας έβγαλε μια ντουζίνα ναζί στην βουλή, δεν κατάργησε το δημοκρατικό πολίτευμα. Ξέχασες να μου στείλεις και αυτό:
Tata Kata Schurbumbum: Βασίλη, θα μου απευθύνεσαι με το σεβασμό που σου απευθύνομαι και θα καταργήσεις από το λόγο σου έστω και την παραμικρή φράση που δηλώνει προσωπική εμπάθεια ακόμη κι αν τη χρησιμοποιείς ως στερεότυπη φράση. Με εννοείς; Με εννοείς! Παρ' το αλλιώς κι επαναδιατύπωσε.
Χαραβάς Χαραβάς: Μην παρεξηγείσαι, τις λέξεις ελληνάρας, ελληναράς, ανωριμότητα, μεσογειακός και διάλα τις χρησιμοποιώ συχνά και εγώ στον καθημερινό μου λόγο. Α, επίσης, ανακάλυψα πως στην Σαξονία, το NPD πήρε το 2004 το 9 % των ψήφων, κοντά όσα παίρνει και η ΧΑ εδώ. Φαίνεται πως εκεί οι γερμαναράδες είναι περίπου το ίδιο ανώριμοι με τους ελληναράδες. (Εκτός βέβαια κι' αν τους ναζί τους ψηφίζουν μετανάστες χρυσαύγουλοι.)
Tata Kata Schurbumbum: Μη στρεψοδικείς, ξέρεις πολύ καλά τι εννοώ και σε τι αναφέρομαι.
Χαραβάς Χαραβάς: Σε κατανοώ όλο και λιγότερο. Περιμένω κάποιο σχόλιό σου για την σχέση των μυστικών υπηρεσιών της Γερμανίας με τους νεοναζί, και τα ποσοστά του NPD σε μια χωρα που οικονομικά ευημερεί, πριν ακούσω άλλα "σταδιάλα" για τους " ελληναράδες."
Tata Kata Schurbumbum: Κακώς (λες πως) κατανοείς όλο και λιγότερο. Περιμένω επαναδιατύπωση ως έχω ζητήσει και τα υπόλοιπα θ' ακολουθήσουν φυσιολογικά κατόπιν τούτου.
Χαραβάς Χαραβάς Θα σου φανεί αστείο, αλλά η μόνη επαναδιατύπωση που μούρχεται στο μυαλό είναι σε μία γλώσσα που αγνοώ παντελώς: γειαβώλ χερ χάουπτμαν. Τώρα, με την άδειά σου -ή χωρίς- θα κοινοποιήσω αυτόν τον χαριτωμένο διάλογο στη σελίδα μου, γιατί εδώ δεν βλέπω να τον διαβάζει και κανένας.
Tata Kata Schurbumbum Είσαι σε θέση να καταλάβεις μόνος σου, ως οφείλεις και να πράξεις αναλόγως. Εκτός αν φιλοδοξείς να γίνεις ο ορισμός του μοντέλου στο οποίο αφιερώθηκε η ανάρτηση. Punkt.
Χαραβάς Χαραβάς: Ελληναράς: αυτός που επιδιώκει μιαν διαλεκτική συνομιλία με έναν συνομιλητή που αλαζονικά αρνείται να απαντήσει στα επιχειρήματα του ελληναρά. Συμφωνώ.
Tata Kata Schurbumbum: Εκτίθεσαι πολύ μέσω διαδικασίας "προβολής".
Χαραβάς Χαραβάς: γειαβώλ χερ χάουπτμαν.
Tata Kata Schurbumbum Ναι, τώρα ξέρεις: θα το πάρω προσωπικά και θα κλάψω πικρά (φατσούλα χαμόγελο)
Χαραβάς Χαραβάς Πρώτη φορά σε βλέπω να χαμογελάς. Το αισθάνεσαι ή "την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιουμένη;" (φατσούλα χαμόγελο.)

(Μετά, σιγή.)

*Το όνομα της το άλλαξα. Ίσως η ξιπασιά και η έπαρσή της να μου έδινε κάθε δικαίωμα να το γράψω. Όμως το μεσογειακό ήθος στέκει αντίθετο στην ταπείνωση τ' αλλουνού, που η κουφότητα, η αμορφωσιά, κι' ίσως η παθολογία του τον κάνουν τόσο εύκολο θύμα.
**Κατά πάσα πιθανότητα πάει να πει στα γερμανικά "μάλιστα, κύριε λοχαγέ."



Η ζωγραφιά: Homo Mediterraneus, 2003. Λαδοπαστέλ και γκουάς, 30 Χ 40 cm.

Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

Απ’ το Πισκοπιό στο Κίνι (για τον Μάρκο.)

Κίνι, Σύρος.


 Απ’ το Πισκοπιό στο Κίνι είναι τρία τέταρτα
και λιθόστρωτο στρωμένο ως της γης τα πέρατα
κι’ απ’ το Κίνι στο Δελφίνι είναι κάτι καλαμιές
και μικρά μικρά σπιτάκια, σκόνη και ξερολιθιές

Είναι ντάλα μεσημέρι σ’ όλη τη Μεσόγειο
και το καλοκαίρι είναι μέσα σ’ ένα υπόγειο
με τον ουρανό μιλάω, τον ρωτάω «για πες μου εσύ
πως αντέχουνε τα μάτια τόσο χρώμα θαλασσί»

Είναι ένα ξερό πηγάδι, το νερό του στέρεψε
και στην σκουριασμένη αντλία το μελτέμι έπαιξε
και μετά μια ησυχία, και μετά μια χαρουπιά
κι’ είναι μέσα στη σκιά της κι’ η δικιά σου η σκιά



*Κι' ειν' ένα παλιό πηγάδι, μα ακόμα έχει νερό
και στη σκουριασμένη αντλία βάλανε ηλεχτρικό

Σάββατο 16 Ιουλίου 2016

Τα παλούκια κι' ο Ωκεανός

Μονρόβια, 22 Απριλίου 1980


Στήσαν τα παλούκια με γερανό τηλεγραφόξυλα στην άμμο
με φόντο τον Ωκεανό, ήρεμο, κι’ αινιγματικό, και γαλαζοπράσινο
σε κάποιαν απόσταση ο κόσμος ηλάλαζε και ηγαλλιάτο
λες και τώρα κάτι θα ήλλαζε που κάτι επιλοχίαι έκαναν κίνημα τα χαράματα
εδώ και δέκα μέρες και ξεκοιλιάσανε τον πρόεδρο στο κρεβάτι του
και τώρα φέρνανε μισόγυμνους τους υπουργούς του σ’ ένα βαν
περήφανοι και κάπως λυπημένοι ένας δύο, μα οι περισσότεροι
μ’ ένα σώβρακο, αστείοι και φοβισμένοι μέχρι θανάτου, όχι σαν σχήμα λόγου
ένας κατέρρευσε εντελώς, κουνούσε τα πόδια του σαν αυτιστικός, ίσως κατουρήθηκε
στο τέλος λιποθύμησε ή ξεψύχησε, μα δεν έπεφτε απλώς και μόνο
επειδή τους είχαν δέσει σε κείνα τα παλούκια ένα κοπάδι φαντάροι
χειρονομώντας ανήσυχα στ’ απερίγραπτο χάος αυτοσχεδίαζαν την εκτέλεση
χωρίς κάποιος να έχει εξουσία ή το γενικό πρόσταγμα σ’ αυτή την τελετή
όπως τα μερμήγκια κουνάνε τις κεραίες τους να τρέχουν νευρικά πάνω κάτω
για ώρα άσκοπα μ’ έναν τρόπο ανεξήγητο και μυστηριώδη, να τραβάει το μαρτύριο σε μάκρος.  

Ήταν οι μελλοθάνατοι απόγονοι απελεύθερων σκλάβων
έναν αιώνα πριν τους έστειλαν αφεντικά σε κείνη την αποικία
κι’ απεδείχτηκαν χειρότεροι από τα αφεντικά τους, πιο ανίκανοι και άπληστοι
αν και κάποια υπήρχε πάντα αμυδρή ελπίδα αλλαγής να ματαιώνεται αιματηρά
οπότε δικαιολογημένα ο κόσμος τώρα χαχάνιζε, είχαν βαρεθεί εκείνη την αθλιότητα
πότε βία πότε λόγια, όλη η χώρα μια τεράστια φυτεία καουτσούκ Ελαστικά Φάϊρστόουν
τζιπ και τζέϊμς που απελευθέρωσαν την Ευρώπη τριανταπέντε χρόνια πριν ακριβώς
μα κρατάγανε δούλους ακόμα τον όχλο τον αλαλάζοντα τώρα και αγαλλιώντα
λες και κάτι θα ήλλαζε που κάτι επιλοχίαι έκαναν κίνημα
πάνε δέκα μέρες, ξεκοιλιάσανε χαράματα τον πρόεδρο στο κρεβάτι του
-αν και η χήρα διαβεβαίωνε πως οι δολοφόνοι ήταν κάτι λευκοί με μάσκες-
το καθεστώς του όλο ερωτοτροπούσε με τους αδεσμεύτους και τους ανατολικούς
ανοίγματα ριψοκίνδυνα, κι’ ήρθαν οι επιλοχίαι με την πύρινη ρομφαία
και την ημέρα της Κρίσεως, ωστόσο στη φυτεία τίποτε δεν ήλλαξε
κι’ ανακύπτουν ερωτήματα πως οι επιλοχίαι αποφασίζουν κοτζάμ κινήματα
και διατάσσουν έτσι, χωρίς έξωθεν υποκίνηση, αδυσώπητα ερωτήματα
βαριώνται ή φοβώνται να απαντηθούν, απαξιώνονται
παριστάνουν τις άνευ ιστορικής σημασίας εικασίες.

Το εκτελεστικό απόσπασμα είχε οπλοπολυβόλα και απίστευτη νευρικότητα
καθώς προσπαθούσαν να οπλίσουν κι’ ενός ή δύο τους μπλόκαρε το κλείστρο
παρατείνοντας οι καλαμπόρτζηδοι για ώρα την άσκοπη εκείνη εκτέλεση
λες και κάτι θα ήλλαζε εκείνο το κίνημα των επιλοχιών
που απλώς διέλυσε τις σχέσεις με τους αδεσμεύτους και τους ανατολικούς
καθώς οι ριπές διέλυσαν τον χρόνο, καθώς οι δεμένοι στα παλούκια
με σπασμωδικές εκτινάξεις έμειναν ύστερα από κανά λεπτό ορυμαγδό
ο ένας μετά τον άλλο τελείως ακίνητοι με τα σώβρακα ματωμένα
το ίδιο ακίνητοι και όταν ζούσαν κι’ αλώνιζε μόνο η ζωή, σκύβαλα
το ίδιο ένοχοι, το ίδιο αθώοι, αν ήταν άλλοι στα παλούκια το ίδιο θάταν
τα ίδια θάκαναν, τα ίδια δεν θάκαναν, το ίδιο μοιραίοι.

Μετά όλα συνεχίστηκαν όπως πριν στην τεράστια φυτεία
ο ένας επιλοχίας εκτέλεσε τους υπόλοιπους κι’ έγινε πρόεδρος
απορίας άξιον το πως, αφού πέραν του ότι ο πλέον ύπουλος και μοβόρος
ήταν κι’ ο πιο εντελώς αγράμματος και βλάκας εξ αυτών επίσης
ώσπου εξέσπασε ο εμφύλιος ο εκ Λιβύης από την πολλή αγανάκτηση
διότι όπως είπε και ο Αριστοτέλης Αεί Λιβύη φέρει τι καινόν.
Kάποιος υπολοχαγός, εκπαιδευθείς στην Αμερική, αποστάτης οπλαρχηγός
τον συνέλαβε τον επιλοχία και απολαμβάνοντας μία μπύρα τον νουθετούσε
χειρονομώντας την ώρα που τον έγδυναν και του έκοβαν τα αυτιά και τον κατούρησαν
πριν τον εκτελέσουν, αλλά και πάλι τίποτα δεν ήλλαξε στην αποικία μετά τις νουθεσίες.
μονάχα παιδιά και οπλοπολυβόλα, σκότωναν για φαί, τσιγάρα, μπύρες, βιασμούς
λες και μονάχα για τα παιδιά γινόταν ο εμφύλιος, ντύνονταν γυναικεία να πολεμήσουν
γελάγαν έτσι τον θάνατο και πέρναγαν καταπληκτικά μ’ αυτή την αισχρή ελευθερία

                                                 …και δώστου ξανά μανά, με την ειρήνη
ο ευμετάβλητος πολιτικώς υπολοχαγός έγινε πάστωρ και γερουσιαστής
και παρέσχε την στήριξή του στην νέα πρόεδρο της χώρας, που ήταν
και η πρώτη γυναίκα αρχηγός κράτους της αποπλανητικής αυτής ηπείρου
σημείο αλάθητο της αλλαγής των καιρών και πρόοδος και νέα εποχή
αν και υπάρχουν φόβοι πως θα μπορούσε αν χρειαζόταν να την ρίξει
έτσι, χωρίς έξωθεν υποκίνηση, άνευ ιστορικής σημασίας εικασίες
όλη η χώρα μια τεράστια φυτεία καουτσούκ Ελαστικά Φάϊρστόουν
παντού τάφοι και τσίγκινες παράγκες, να λοιπόν πως άρχισαν όλα:
στήσαν τα παλούκια με γερανό τηλεγραφόξυλα στην άμμο
με φόντο τον Ωκεανό, ήρεμο, κι’ αινιγματικό, και γαλαζοπράσινο.

                                                                                         Φεβρουάριος 2012

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Η Ναντέζνα και ο Ελληνικός Κράτος



Όταν ζούσε η μακαρίτισσα η μάνα μου, είχε μια βουλγάρα, μια νταρντάνα δύο μέτρα που την φρόντιζε, την Ναντέζνα. Ενώ λοιπόν η Ναντέζνα είχε γραφτεί στον ΟΑΕΔ για κάποιο διάστημα που ήταν άνεργη, κάποια υπάλληλος αρνιόταν να της δώσει το σχετικό πιστοποιητικό, αναγκαίο για την άδεια παραμονής της. Πήγα μαζί της να ξεμπλέξω την κατάσταση, χωρίς να δηλώσω εξ αρχής την δικηγορική μου ιδιότητα, ήμουνα με τη φόρμα. Η υπάλληλος ισχυριζόταν πως η Ναντέζνα δεν είχε ειδοποιήσει "την υπερεσία" όταν ξανάπιασε δουλειά, οπότε δεν έπρεπε να πάρει αυτό το πολυτιμότατο πιστοποιητικό ανεργίας. Την ρώτησα που ήταν γραμμένο αυτό, που έπρεπε να ειδοποιήσει "την υπερεσία", κι' άμα προβλέπεται καμία προθεσμία, κι' αυτή έλεγε ασυναρτησίες, πως έτσι κάνουν όλες αυτές, για να παίρνουν το επίδομα. Και αυτές ήτανε οι αλλοδαπές, αλλά δεν τις κατονόμαζε, να μην νομίζουνε πως είναι ρατσίστρια. Και της εξηγώ πως η Ναντέζνα δεν έπαιρνε επίδομα, αλλά είχε γραφτεί στην ανεργία για την άδεια παραμονής. Γιατί αν δεν γραφτείς στην ανεργία, σου λένε δούλευες μαύρα εσύ, και δεν σου ανανεώνουνε την άδεια παραμονής. Και ορίστε, την δηλώνει τώρα την πρόσληψη, διότι είχε κάνει δήλωση εμπροθέσμως στην Επιθεώρηση Εργασίας τότε που προσλήφθηκε στη μάνα μου, και στο ΙΚΑ της εντάξει, να και τα χαρτιά, εγώ της τάκανα. Κι' αυτή με ρώτησε "εσείς δικηγόρος είστε, κύριε", και της είπα ναι, και που είναι ο διευθυντής της, κι' αυτή δεν το περίμενε, άρχισε να τρέμει, και μου έδειξε που είναι ο διευθυντής της. Και πήγα στον διευθυντή της, κι' ηρθε κι' αυτή σε λίγο, χεσμένη απάνω της, και ο διευθυντής της είπε "εντάξει, εντάξει, δώστο", και τόδωσε η μπουχέσα το χαρτί σε δύο λεφτά, που ήταν πέντε επί πέντε πόντους, με μία σφραγίδα, και είπαμε να πάμε για καφέ, φουρκισμένη ήταν η φουκαριάρα η Ναντέζνα, κι' εγώ πιο πολύ, και ντρεπόμουνα κιόλας για τον Κράτο μας τον σαπιοκοιλιά, οπότε αυτή η Ναντέζνα είχε χιούμορ, και λέει "κοίτα, ούτε τον κώλο μου δεν μπορώ να σκουπίσω με το κωλόχαρτο", και γελάγαμε, και πήγαμε για καφέ. Πάει πέρασε αυτό, και πολλά άλλα, πάνε χρόνια, η Ναντέζνα γύρισε στον τόπο της, κι' εγώ τα λέω και γελάω. Μα η πιο μεγάλη μου ματαίωση είναι πως όλοι αυτοί οι αγράμματοι, θρασύδειλοι και ρατσιστές κηφήνες βρέθηκαν μετά πελάτες της πρώτης φοράς αριστερά, η οποία -όπως όλοι οι προκάτοχοί της στην εξουσία- στηρίζεται στις ψήφους αυτών των παχυδέρμων, προστατεύοντας τους από την περιβόητη "αξιολόγηση." Γιατί δεν είναι μονάχα δυό τρεις από δαύτους. Είναι πολλοί, και βαραίνουν στην κάλπη. (Η ζωγραφιά: Υπεύθυνος Διεκπεραίωσης Πιστοποιητικών Ούτε Για Τον Κώλο Μας, παστέλ λαδιού, μελάνι και γκουάς, σε σημειωματάριο 15Χ20 cm.)


    Υ.Γ.1. Με την Ναντέζνα έχω και μιαν άλλη πολύ ωραία ιστορία, σ’ έναν πούστη στο ΙΚΑ Χαλανδρίου, που μπήκα ωρυόμενος στην διευθύντρια, και την έβγαλα έξω και της φώναζα, «να αυτός εκεί είναι, ο χλιμίτζουρας, μας έστειλε να βγάλουμε φωτοτυπίες και τώρα λέει πως πέρασε η ώρα εξυπερέτησης της υπερεσίας...». Ο χλιμίτζουρας μπήκε κάτω από την πολυθρόνα του και χάθηκε, εγώ έκανα τα χαρτιά της Ναντέζντας σε ένα τέταρτο.


    Υ.Γ.2. Ξέχασα να πω πως Ναντέζνα στα βουλγάρικα είναι η Ελπίδα.

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

Καλοκαίρι στην Αλεξάνδρεια

Δαλιδά και Λουίτζι Τένκο.

Έφηβοι ή κάτι παραπάνω, σε κοροϊδεύαμε πως είχες στραβισμό, κι' ας σε γουστάραμε τρελλά, και πως τα τραγούδια ήταν πετιμέζι για κακογάμητες νοικοκυρές που περιμέναν τον πρίγκηπα αλλά πήραν τον υδραυλικό, αλλά δεν ξέραμε τη θλίψη σου, ούτε για κείνο το αγόρι με τα περίεργα τραγούδια, εσύ διεθνής ντίβα κι' αυτός με τους δαιμόνους του, να οσμίζεται αυτό που θαρχόταν λίγα χρόνια μετά, και πως θάταν τα τραγούδια λίγα χρόνια μετά, και τίναξε τα μυαλά του στον αέρα στο  Σαν Ρέμο, στο φεστιβάλ. Μετά, ξανά μανά στο πετιμέζι, σε ξανακούω τώρα, αλλά θάθελα να σε πάρω αγκαλιά αυτή τη φορά, νοσταλγία θα το λέμε αυτό, κρυφά μη μας ακούσουν, νοσταλγία για κάτι που δεν γνωρίσαμε, έγινε πριν από εμάς, θα πάμε μαζί διακοπές στην Αλεξάνδρεια, εσύ μια καϊρινή, κι' εγώ τώρα στον Νέο Κόσμο, θάρθω να σε πάρω απ' τον σταθμό, να πάρουμε το τραμ, Μπακός, η Ιτάλια θα χαμογελάει στο παράθυρο, στάση Σουτς, θα σου δείξω την Αλάνα και την παράγκα του Αντουάνου, δεν θάχει πολυκατοικίες, θάχει κήπους και βίλλες, θάχουμε κι' ένα σπιτάκι, "Θάλασσα λες και ρουφάς με τα ρουθούνια την υγρή της μυρωδιά, τα φύκια, τα καβούρια, ο αλεσμένος πεύκος έβαφε κόκκινα τα δίχτυα, και το μεσημεριάτικο  μελτέμι άλλαζε την ανάσα της μέσα στην αντηλιά και το στραφτάλισμα των κυμάτων..." Θα φύγει αυτό το χτικιό από μέσα σου, θα πηγαίνουμε για μπάνιο, παραλίες με μυθικά ονόματα, Λωράν, Σαν Στέφανο, στα μπάνια του Πετρού, μία Μεσόγειος ακόμη ανοιχτή για πατρίκιους και πληβείους, θα φτιάχνουμε μακαρονάδες με ντομάτα, βασιλικό και σκόρδο και πιπέρι κόκκινο, και θα πηδιόμαστε γελώντας μέσα στο μεσημέρι που θα λιώνει, θα σου μιλάω για ακυβέρνητες πολιτείες μήπως μπει το δράμα σε μια τάξη, μήπως βάλουμε το χυμένο αίμα σε μικρά μικρά μπουκαλάκια, με όνομα και νόημα. Και θα βγαίνουμε περίπατο στην Κορνίς, και τις νύχτες αυτοκινητάδα στην παραλιακή της Μάρσα Ματρούχ, και θα σου βάζω τραγούδια ελαφρά του Χατζιδάκι, Χάρτινο το Φεγγαράκι, Τρεις μέρες χώρισα από σένα, Ο Ταχυδρόμος πέθανε, θα σε μάθω να τα λες ελληνικά, γιατί ελαφρά του Χατζιδάκι στα γαλλικά, αγάπη μου, αυτό το πετιμέζι δεν το υποφέρω.
 
Hassapico Nostalgique, του Μάνου Χατζιδάκι