Όλες οι αναρτήσεις με την ημερομηνία τους και τον τίτλο

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

Y Dyn Na Fu Erioed*


Γκλυντώρ Μάικωλ
Α ρε έρμε Γκλυντώρ Μάικωλ! Χαμένο κορμί! Που έλιωσε ο πατέρας σου τα νιάτα του μέσα στα ανθρακωρυχεία της Ουαλίας. Στο τέλος που τέλειωσε το κάρβουνο έμεινε κι' άνεργος αποπάνω, ήσουνα δεκαπέντε εσύ, σε φωνάξανε και πήγες και υπόγραψες που έκοψε το λαιμό του, αυτοχτόνησε. Κι' ήσουνα κι' αγράμματο και χρώσταγες και της Μιχαλούς, μάλλον. Πέθανε κι' η μάνα. Στον πόλεμο μέσα, αυτό. Γύρναγες μετά, άστεγος, άεργος, μόνος και θεονήστικος στο Λονδίνο, και βρήκες μια φέτα ψωμί, αλειμμένη με μια κρέμα παχιά παχιά, ποιός να την ξέχασε -θα είπες- σε μια γωνιά μεσούντος του πολέμου, μια φέτα ψωμί με συμπυκνωμένο γάλα ζακχαρούχο, πώ ρε ευδαιμονία! Α ρε Γκλυντώρ Μάικωλ! Που να τόξερες μέσα στη ψωμολύσσα σου την αβυσσαλέα που ήταν δηλητήριο, το ζακχαρούχο γάλα, παγίδα για τους αρουραίους. Και γράψανε πως αυτοχτόνησες κι' εσύ, σα τον πατέρα σου...
***
Βάστα Ρόμμελ, φωνάζαν εδώ οι μαυραγορίτες, αλλά δε βάστηξε, ο Ρόμμελ. Και απεβιβάσθησαν τελικώς στην Βόρειο Αφρική οι αμερικάνοι, σαρώσανε Μαρόκο, Αλγερία, Τυνησία, ενώθηκαν με τους άγγλους. Και βρεθήκανε ο Ρούζβελτ με τον Τσώρτσιλ στην Καζαμπλάνκα, τα μιλήσανε, τα συμφωνήσανε, τώρα που φύγανε οι γερμανοί από την Αφρική, άντε να πάρουμε την Ιταλία. Και αρχής γενομένης, να πάρουμε τη Σικελία, διότι η Σικελία ήταν το κλειδί της Μεσογείου, να μην βάζει κειπέρα υποβρύχια, αεροπλάνα ο εχθρός, να τους στέλνει τα καράβια στον πάτο.
Τώρα, η Σικελία είχε απάνω κοντά εξακόσιες χιλιάδες στρατό, ιταλούς και γερμανούς, κανόνια, άρματα, αεροπλάνα, τα κέρατά τους τα τράγια. Κι' άμα ο εχθρός ανακάλυπτε πως επίκειται απόβασις, θάστελνε κι' άλλα στρατά κι' άρματα κι' αεροπλάνα. Που θα πει να υπολογίζεις απώλειες δεκάδες χιλιάδες φαντάροι παραπάνω. Άρα προέχει να ξεγελάσουμε τους γερμανούς πως δεν θα γίνει η απόβαση στη Σικελία. Να τους ψήσουμε, να πούμε, πως η απόβαση θα γίνει στην Ελλάδα...
Έφυγε λοιπόν απανταχούσα προς όλας τας υπηρεσίας των συμμαχικών δυνάμεων ν' αρχίσουν να σκέβονται σχέδια παραπλάνησης του εχθρού. Μέχρι που στήσανε στο Κάιρο ένα Στρατηγείο-μαϊμού κάποιας ανύπαρκτης Στρατιάς, και έστελνε συχνά πυκνά μηνύματα με τον ασύρματο στο πουθενά, να τα υποκλέβουνε οι γερμαναραίοι, να τους μπαίνουνε ψύλλοι πως κάτι ψήνεται στα Βαλκάνια. Ειδοποιήσανε και τον Έντη Μάγερς, τον σύνδεσμό τους με την Αντίσταση, ώστε να ενεργήσουν οι αντάρτες επισταμένως με δολιοφθορές στις σιδηροδρομικές γραμμές, στις εφοδιοπομπές και τα τοιαύτα, ώστε να δοθεί η εντύπωσις πως κάτι τρέχει στα γύφτικα.
***
Τώρα, στο Λονδίνο ήταν ένας υποναύαρχος, Γκώντφρεη ονόματι. Ο οποίος δεν είχε πολύ σχέση με βαπόρια, και τον είχαν επικεφαλή της αντικατασκοπείας του Ναυτικού. Είχε κι' ένα τσιράκι, ανθυποπλοίαρχος, ονόματι Ίαν Φλέμινγκ. Αυτός τούγραφε τα υπομνήματα, ο Ίαν, θάχε ταλέντο φαίνεται. Διότι είχε γράψει ένα έγγραφο με τίτλο το Υπόμνημα της Πέστροφας, και έλεγε μέσα πως η παραπληροφόρησις του εχθρού είναι όπως η παραπληροφόρησις της πέστροφας, θέλει κόλπο για να την πιάσεις, την πέστροφα. Ανάμεσα στ' άλλα κόλπα λοιπόν που έγραφε κειμέσα αυτός ο Ίαν Φλέμινγκ ήταν να βρεις ένα πτώμα, να το ντύσεις καταλλήλως, να του βάλεις στις τσέπες χαρτιά που λένε ψέματα, να το βρει ο εχθρός το πτώμα, να διαβάσει τα χαρτιά, να φάει το παραμύθι. Παλιό κόλπο αυτό, δεν ήταν του Ίαν, αλλά τόγραψε, διότι είναι κανόνας απαράβατος σ' όλα τα Ναυτικά της Οικουμένης, πρέπει απαρεγκλίτως  να δείχνεις πως παράγεις έργο, να έχεις ζήλο δηλαδή, όχι να φαίνεται που τα ξύνεις. Οπότε έγραφε αυτός, τα υπέγραφε το αφεντικό του ο υποναύαρχος, τα διαβιβάζανε στο Ναυαρχείο, το Ναυαρχείο τα παράχωνε σε κανά φοριαμό, κι' όλοι ήταν ευχαριστημένοι, κι' ο Ίαν Φλέμινγκ, κι' ο Υποναύαρχος, και οι αποπάνω.
Είχανε επίσης στο Λονδίνο, και μια Επιτροπή Αντικατασκοπείας, ένα Συντονιστικό να πούμε, όλων των όπλων, των υπουργείων, των υπηρεσιών, αχταρμά. Αυτή η επιτροπή δεν είχε κάποια συγκεκριμένη δουλειά να κάνει, ήταν κάτι σαν την Λέσχη του Τσίρκα, αλλά όχι τόσο με τα σεξουαλικά. Εκεί πέρα ήταν κι' ένας σμηναγός, ο Τσώμλη, αυτός δεν πέταγε, ήταν απεσπασμένος στην ΜΙ5, την στρατιωτική αντικατασκοπεία. Που ήταν και λόρδος, ο Τσώμλη. Κάθησε λοιπόν και διάβασε το Υπόμνημα της Πέστροφας του Ίαν, κι' εκεί που τα λέγανε με τους άλλους στην Επιτροπή, τους πετάει την ιδέα με το πτώμα. Ωραία ιδέα, λένε οι άλλοι, αλλά δεν είναι του παρόντος. Αλλά ο πρόεδρος της Επιτροπής ήταν ένας της Οξφόρδης, καθηγητής φιλόλογος, κι' έγραφε και ο ίδιος αστυνομικά μυθιστορήματα, την πρόσεξε την ιδέα. Και του λέει του Τσώμλη, δεν το συζητάτε το θέμα με τον υποπλοίαρχο Μόνταγκιου; Που ήταν αυτός ο Μόνταγκιου ο ναυταίος της Επιτροπής. Ο Μόνταγκιου ήτο ευγενής επίσης, μορφωμένος, νομομαθής είχε σπουδάσει, είχε βεβαίως έναν αδερφό κουμμουνιστή, το μαύρο πρόβατο, τους είχε κάνει οικογενειακώς ρόμπα, αλλά δεν μοιάζανε τα δύο αδέρφια, ούτε ως προς αυτό ούτε πουθενά. Οπότε τον είχανε στην αντικατασκοπεία του Ναυτικού -τον υποπλοίαρχο, όχι το ρεμάλι τον αδερφό-, που ήταν αφεντικό του ο υποναύαρχος ο Γκώντφρεη.
Όταν λοιπόν τον μπρίφαρε ο Γκώντφρεη τον Μόνταγκιου να εκπονήσουνε σχέδιο παραπλανήσεως σχετικώς με την απόβαση στη Σικελία, έπιασε ο Μόνταγκιου τον Τσώμλη και του λέει δεν το ξαναβλέπουμε εκείνο το σχέδιο πούλεγες με το πτώμα; Να βρούμε έναν πνιγμένο -με τόσους τορπιλισμούς, δεν βγάζει κι' άλλο τίποτα η θάλασσα- να του βάλουμε και μια στολή, να κουβαλάει χαρτιά για την απόβαση ξερωγώ, πλαστά, να το ρίξουμε κάπου έξω απο την Ισπανία, να φαίνεται πως έπεσε το αεροπλάνο. Οι ισπανοί είναι φασίστες, πριν μας τον δώσουν πίσω θα δείξουν τα χαρτιά στους γερμανούς, οι γερμανοί θα διαβάσουν τα χαρτιά, θα το φάνε αμάσητο. Κι' ο Γκώντφρεη είπε προχωράτε το.
Βοήθησε και η ΜΙ5 να βρούνε κάποια άκρη. Πρώτα, ρωτήσανε έναν παθολόγο εμπιστοσύνης. Ο παθολόγος τους ενημέρωσε πως δεν χρειάζεται να βρούμε πνιγμένο καλά και σώνει. Διότι άμα γίνει ένα αεροπορικό ατύχημα στη θάλασσα, ο άνθρωπος το πιθανότερο πεθαίνει με την πρόσκρουση, δεν πνίγεται. Συνεπώς δεν μπάζει νερό στους πνεύμονες. Κι' έπειτα, άμα σαπίζει ο άνθρωπος, οι πνεύμονες μαζεύουνε υγρό από την αποσύνθεση, πνίγηκε δεν πνίγηκε το θύμα. Και τότε πρέπει να είναι πολύ μάστορης ο ιατροδικαστής για να καταλάβει τη διαφορά. Άσε που οι ισπανοί είναι καθολικοί, τον σέβονται τον νεκρό, δεν τον ξεφτιλίζουν άνευ λόγου, δεν θα το πολυψάξουνε.
Πήγανε ύστερα και στον ιατροδικαστή. Αυτός είπε πως με τους βομβαρδισμούς και τα ρέστα πτώματα υπάρχουνε, αλλά πως θα γίνει με τους συγγενείς; Για σταθείτε να κοιτάξω στα αζήτητα, κάτι έχω.

Κι' έτσι βάλανε τον Γκλυντώρ Μάικωλ στο κόλπο. Η Επιτροπή έδωσε το οκέι της, και η επιχείρησις πήρε το κωδικό όνομα "Κιμάς."
***
Η ταυτότητα


Τώρα είχαν ένα πεθαμένο που έπρεπε να τον ζωντανέψουν, τρόπον τινά. Τον είπανε Γουίλιαμ Μάρτιν, ταγματάρχης των πεζοναυτών, απεσπασμένος στο Στρατηγείο Ειδικών Επιχειρήσεων**. Το Μάρτιν ήταν κοινό όνομα, είχε πολλούς στους πεζοναύτες, άντε βρες ποιός ζει ποιός πεθαίνει. Στολή εκστρατείας βρήκανε χακί, από τις αποθήκες ιματισμού. Διότι οι πεζοναύτες φοράνε χακί στην υπηρεσία,  ενώ οι αξιωματικοί του Ναυτικού φοράνε τις άλλες, τις επίσημες τις μπλε σκούρο, που τις ράβουν στα μέτρα τους, εξ ου και τους λένε μοδίστρες. Γι' αυτό δεν τον ντύσαν πλοίαρχο, που να ράβουνε στολή. Στρατιωτική ταυτότητα. Είχαν ένα θέμα κειπέρα, ο πεθαμένος δεν συνεργαζόταν στην φωτογράφιση. Βρήκαν κάποιον που του έμοιαζε στην υπηρεσία, δέχθηκε να ποζάρει με τη στολή των πεζοναυτών. Πορτοφόλι, λεφτά, εισιτήρια για το θέατρο, ένα γράμμα από την τράπεζα που χρώσταγε λεφτά, και δύο επιστολές από την γκόμενα περί αισθημάτων σοβαρών και γάμοι και τα τοιαύτα. Βάλαν μία γραμματέα της υπηρεσίας να τις γράψει, ποιός ξέρει, θάχε πείρα, θάχε γράψει κι' άλλες. Φωτογραφία βάλαν μιας αλληνής γραμματέας. Ένα δαχτυλίδι αρραβώνων, με την απόδειξη του μαγαζιού, θα της έκανε πρόταση με το που θα γύριζε. Τσιγάρα. Σπίρτα. Κλειδιά. Ρολόι χειρός. Όλα κομπλέ. Ο Μόνταγκιου κουβάλαγε το πορτοφόλι και την ταυτότητα πάνω του τρεις βδομάδες, ο Τσώμλη φόραγε τη στολή εκστρατείας καθημερινώς. Να τα παλιώσουνε, να μη φαίνονται καινούργια. Κι' επίσης σωβρακοφανέλλα μάλλινη, καλής ποιότητος, ενός καθηγητού της Οξφόρδης, ιστορικός διάσημος, είχε συχωρεθεί τρία χρόνια πριν αυτός. Τον πάτησε αυτοκίνητο.

Η ψευδοαρραβωνιαστικιά (την βαφτίσαν Παμ.)
Τα υπηρεσιακά χαρτιά με τις πληροφορίες, αποδείχτηκαν μπελάς. Διότι δεν μπορεί να βάλουνε όλο το σχέδιο της απόβασης στην Ελλάδα φόρα παρτίδα σε ένα κωλόχαρτο, θα βρώμαγε η καλπουζανιά μέχρι το Βερολίνο. Έπρεπε το ζήτημα να θίγεται παρεμπιμπτόντως και ακροθιγώς. Κατασκευάσανε λοιπόν μια επιστολή του υποδιοικητή του στρατού ξηράς προς τον στρατηγό Αλεξάντερ, ο Αλεξάντερ ήταν διοικητής ενός σώματος στρατού στην Αφρική που θα έπαιρνε μέρος στην απόβαση. Ήταν μια προσωπική επιστολή, "Αγαπητέ μου Άλεξ,"  έτσι ξεκίναγε, ούτε πρωτόκολλα ούτε τσιριμόνιες. Αφού λοιπόν έθιγε διάφορα ζητήματα και κουτσομπολιά του Στρατηγείου, έγραφε αυτολεξεί: "Έχουμε πρόσφατες πληροφορίες πως οι γερμαναράδες ενισχύουν την άμυνά τους στην Ελλάδα, και ο αρχηγός ανησυχεί πως οι αποβατικές μας δυνάμεις είναι ανεπαρκείς. Συμφωνήθηκε πως η 5η Μεραρχία, η οποία θα αποβιβαστεί νοτίως του ΑΡΑΞΟΥ πρέπει να ενισχυθεί με μία ακόμη ταξιαρχία, και τις ίδιες ενισχύσεις πρέπει να λάβει και 56η Μεραρχία, που θα αποβιβαστεί στην ΚΑΛΑΜΑΤΑ." Για να φαίνεται μάλιστα πιο αληθινή η επιστολή, βάλανε τον υποδιοικητή αυτοπροσώπως να την γράψει και να την υπογράψει. Γράψανε και μία άλλη, μία συστατική επιστολή του διοικητού των Ειδικών Επιχειρήσεων προς τον ναύαρχο που διοικούσε τον αγγλικό στόλο της Μεσογείου, και τούλεγε πως ο ταγματάρχης Μάρτιν είναι ειδικός στις αποβάσεις, και πως του τον δίνουνε δανεικό για όσο κρατήσουν οι επιχειρήσεις.
Φροντίσανε και τις άλλες λεπτομέρειες με κάθε λεπτομέρεια. Διότι οι επιστολές έπρεπε να διαβάζονται ακόμα και μετά που θα βραχούνε. Ανετέθη λοιπόν στο εργαστήριο της υπηρεσίας να βρει ποιό από τα μελάνια του εμπορίου είναι το πιο ανθεκτικό στο νερό. Κι' αφού τις γράψανε, κολλήσανε μια βλεφαρίδα ανάμεσα στις σελίδες. Ύστερα τις βάλαν σε δύο φακέλους και τις σφράγισαν. Βρήκανε και έναν χαρτοφύλακα με αλυσίδα, από αυτές που κλειδώνουνε στον καρπό. Κειμέσα βάλαν τους φακέλους με τις επιστολές, μαζί και κάτι φυλλάδια άνευ ζωτικής σημασίας, να γεμίσει ξερωγώ.
Το άλλο θέμα ήταν που θα ξεφορτώνονταν τον Μάρτιν. Ρωτήσανε και την Υδρογραφική για τα ρεύματα, κι' αυτοί είπανε στην νότια ακτή της Ισπανίας, κοντά στο Κάδιξ. Τύχαινε λοιπόν εκεί κοντά, σε μία κωμόπολη ονόματι Χουέλβα, να είναι ένας γερμανός πράκτορας πολύ δραστήριος, ο Άντολφ Κλάους. Αυτός θα ενδιαφερόταν οπωσδήποτε για το πτώμα. Επίσης, ο άγγλος υποπρόξενος της Χουέλβας ήταν πολύ φερέγγυος, θα προσέφερε πολύτιμες υπηρεσίες. Σκεφτήκανε και με τι να το αμολήσουνε το πτώμα. Υδροπλάνο; Κανά αντιτορπιλλικό; Κι' άμα τα πέρναν χαμπάρι; Τελικώς διαλέξανε το υποβρύχιο, για πιο διακριτικά. Αλλά το υποβρύχιο ήταν αργό, το πτώμα θα παρασάπιζε, κι' αυτοί το θέλαν κάπως πιο φρέσκο. Παραγγείλανε λοιπόν ένα κουβούκλιο αεροστεγές να το βάλουνε μέσα.
Μετά πήρανε και τις τελικές εγκρίσεις για την επιχείριση, ιεραρχικώς. Αυτό ήταν ένα απερίγραπτο μπέρδεμα, σας απαλλάσσω της περιγραφής του, πάντως την τελική απόφαση έπρεπε να την πάρει ο πρωθυπουργός, ο Τσώρτσιλ. Πάει λοιπόν στον Τσώρτσιλ ένας ταγματάρχης, αρμόδιος των διασυμμαχικών επιχειρήσεων παραπλάνησης -άλλο όργανο αυτό!- και είναι τώρα ο Τσώρτσιλ με την ρόμπα και καπνίζει την πουράκλα. Του εξηγεί το σχέδιο ο ταγματάρχης, του αναλύει και τις πιθανότητες αποτυχίας, διότι ίσως οι ισπανοί να μην τον βρουν τον πεθαμένο, άνθρωποι είμαστε, συμβαίνει. Και του λέει ο Τσώρτσιλ εν τοιαύτη περιπτώσει να τον βάλουμε να ξανακολυμπήσει, και δίνει την έγκριση, αν συμφωνεί και ο Αιζενχάουερ, ήταν γενικός διοικητής των συμμάχων στην Αφρική αυτός, πρόεδρος των ΗΠΑ έγινε πολύ μετά. Στείλανε κρυπτογραφικώς σήμα του Αιζενχάουερ, ο Αιζενχάουερ συμφωνούσε.
***

Ετοιμάσανε μετά τον πεζοναύτη, ο Μόνταγκιου, ο Τσώμλη κι' ο ιατροδικαστής. Καπαρντίνα στρατιωτική, σωσίβιο, στις αρβύλες ζορίστηκαν λίγο, διότι τα πόδια είχαν παγώσει στο νεκροθάλαμο, και τα βάλαν στη φωτιά να κάνουν απόψυξη. Και τον χαρτοφύλακα τον κλειδώσανε πάνω στον μακαρίτη, να μην τον πάρει η θάλασσα και τον χάσουνε οι γερμανοί.  Ύστερα τον χώσανε όπως ήταν στο κουβούκλιο, και το γεμίσανε ξηρό πάγο, ουτωσώστε μόλις λιώσει ο πάγος να απελευθερώσει το διοξείδιο του άνθρακα, να φύγει το οξυγόνο, να διατηρηθεί ο άνθρωπος όσο γίνεται. Τον φόρτωσαν σ' ένα βαν, οδηγός πάλι ένας της υπηρεσίας, πρωταθλητής αυτοκινητιστικών αγώνων ήταν πριν τον πόλεμο. Και νύκτωρ ντουγρού για τη Σκωτία. Εκεί περίμενε το υποβρύχιο, σ' ένα μακρινό λιμάνι, ήσυχα ήσυχα. Τον μπαρκάρανε. Στο πλήρωμα είπαν πως πάνε στη Μεσόγειο να βάλουν κάτι μετεωρολογικά όργανα.

Ο Μόνταγκιου και ο Τσώλμη στο βαν.
Έφτασε στη Χουέλβα δέκα μέρες μετά, το υποβρύχιο. Πέρασαν κι' άλλη μία να κόβουν την κίνηση στην ακτή με το περισκόπιο. Μετά κάναν ανάδυση, τεσσεράμισι τα χαράματα. Ανέβασαν το κουβούκλιο στο κατάστρωμα, οι ναύτες κατέβηκαν κάτω, μείναν μόνο οι αξιωματικοί. Ανοίξαν το κουβούκλιο, ο κυβερνήτης διάβασε έναν ψαλμό, και φούντο. Το κουβούκλιο το βουλιάξανε δώδεκα μίλια παραμέσα.

Το υποβρύχιο το Σέραφ, μετά την επιχείρηση.
Άμα ξημέρωσε, ένας ψαράς βρήκε τον Γκλυντώρ που παρίστανε τον ανύπαρκτο ταγματάρχη Μάρτιν, οδωδότα και τυμπανιαίο. Ειδοποίησε τας αρχάς, και ήρθαν κάτι φαντάροι και τον μάζεψαν και τον παρέδωσαν στο ισπανικό Ναυτικό. Ειδοποιήθηκε πάραυτα ο άγγλος υποπρόξενος -ο οποίος ήταν στο κόλπο, όπως προανέφερα- κι' έστειλε αυτός κρυπτογραφημένο μήνυμα στο Φόρεϊν Όφις, το κα το, ευρέθη νεκρός αξιωματικός μας μετά χαρτοφύλακος, κι' αυτοί -ενήμεροι επίσης της επιχειρήσεως Κιμάς- του απαντήσανε δια της ιδίας οδού τι διαβήματα να προβεί παρά των ισπανικών αρχών να κόψει τον λαιμό του να πάρει πίσω τον χαρτοφύλακα και τον αξιωματικό, αλλά προπάντων τον χαρτοφύλακα. Τώρα, οι γερμανοί είχαν σπάσει τον εν λόγω κώδικα, και  μαθαίνανε τι διημείβετο μεταξύ διπλωμάτου και υπουργείου, αλλά και οι άγγλοι ξέρανε πως οι γερμανοί μαθαίνανε λόγω του ότι είχαν σπάσει τον κώδικα, γι' αυτό ακριβώς και στέλναν τα τηλεγραφήματα να τα διαβάζουν οι γερμανοί, να την χάψουνε την μηχανορραφία. Διότι οι γερμανοί δεν ξέρανε πως οι άγγλοι ξέρανε που οι γερμανοί είχαν σπάσει τον κώδικα. Κατανοητό;
Τέλος πάντων, την επομένη το πρωΐ πάει ο υποπρόξενος να παραστεί στην νεκροψία, θα την κάνανε δύο ισπανοί γιατροί, ιατροδικασταί. Μπαίνουνε μέσα, έκανε και ζέστη, τους έπιασε η αβάσταχτη μπόχα της πτωμαΐνης, τους λέει ο υποπρόξενος δεν συντομεύουμε ρε παιδιά, πνίγηκε ο άνθρωπος, ηλίου φαεινότερο είναι, να πάμε να φάμε, μεσημέριασε. Διότι φοβόταν μην αρχίσουν να την πολυψάχνουνε, οι ιεροδικασταί, κι' ανακαλύψουν πως ο Γκλυντώρ ήταν τριών μηνών μπαγιατλίκι. Άλλο που δεν θέλανε αυτοί, γράψανε "πνιγμός δια εισροφήσεως θαλασσίου ύδατος," υπογράψανε το κωλοπόρισμα, και πήγανε στο καλό.
Εντωμεταξύ, ο δαιμόνιος Άντολφ Κλάους ο πράχτορας νάχει φαγωθεί να δει τι έχει ο χαρτοφύλακας. Αλλά οι ισπανοί ομοϊδεάται, τώρα που γύριζαν οι άνεμοι του πολέμου, δεν θέλανε να τα ξινίσουνε με τους εγγλέζους. Λοιπόν δεν τον δίνανε. Για να μην τον δυσαρεστήσουν όμως και εντελώς και τον γερμανό, βγάλαν φωτογραφίες τι είχε μέσα, και του τις δώσανε. Χωρίς να ανοίξουν τους φακέλους, εννοείται. Μετά, στείλαν τον χαρτοφύλακα στην Μαδρίτη.
Εκεί στην Μαδρίτη ήταν ένας άλλος γερμανός πράχτορας, πιο στέλεχος αυτός, ο Κούλενταλ, ο οποίος, με το που έμαθε πως μέσα στο χαρτοφύλακα έχει δύο σφραγισμένοι φάκελοι, λύσσιαξε να δει τι γράφουνε. Έπεισε λοιπόν τον αρχηγό των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών στο Βερολίνο, τον Φον Κανάρη τον γνωστό, να κάνει διάβημα σε κάποιους πολύ ψηλά ιστάμενους του ισπανικού φασισταριού. Να φιλοτιμηθούνε να τους δώσουνε φωτογραφίες των επιστολών. Οι ισπανοί λοιπόν έκαναν κάτι πολύ μαγγιόρικο. Περάσαν έναν καθετήρα μέσα στον φάκελο από το σημείο που διπλώνει το αυτί, που λέμε. Και κατάφεραν να τυλίξουν απάνω του την βρεμένη επιστολή, πως τυλίγουνε οι τέντες, κάπως έτσι. Και την φωτογραφήσανε. Μετά, την ξαναχώσανε στο φάκελο όπως όπως, αλλά δεν έστρωνε, κι' όπως ήταν επόμενο, την κάναν μαντάρα.
Με τα πολλά, γυρνάει μέσα στον διπλωματικό σάκο ο χαρτοφύλακας στο Λονδίνο. Με την επιστολή απαραβίαστη, με το βουλοκέρι της, να παριστάνει την παρθένα. Αλλά βλέπουνε την επιστολή, ο Μόνταγκιου, ο Τσώμνη. Πατσαβούρα. Βλέπουνε την βλεφαρίδα. Ξεκολλημένη. Καταλάβανε. Το ζήτημα τώρα ήταν αν οι γερμαναραίοι θα έτρωγαν την ταραμοσαλάτα...
***
Αγαπητέ μου φίλε Γκλυντώρ, εκεί που είσαι στον Παράδεισο,
Δεν γνωριζόμαστε, αλλά θα γνωριστούμε κάποτε, όσο πιο αργά γίνεται, ελπίζω. Είμαι ένας ποιητής και μουσικός από την Ελλάδα, αυτό στο αναφέρω γιατί στην Ουαλία τους εκτιμάγατε τους ποιητάς, τους τροβαδούρους, τους καλλιτέχνες γενικά. Επίσης μ' αρέσει να παριστάνω κάποιον άλλον που δεν είμαι εγώ, αλλά συγχρόνως να είμαι αυτός ο άλλος, άρα έχουμε πολλά κοινά σημεία.
Διότι πρέπει να σου αποκαλύψω πως αφότου έφαγες το ποντικοφάρμακο, σου συνέβησαν τα καλύτερα: σε κάναν ταγματάρχη, σε βάλανε ένα τρενσκότ μέγκλα να μην κρυώνεις, πήγες διακοπές στην νότιο Ισπανία, κι' έμεινες εκεί. Ως Γουίλιαμ Μάρτιν, από το Κάρντιφ, αυτό γράψανε στον τάφο σου. Τελευταίως, βέβαια, βάλανε και το άλλο σου όνομα στο μάρμαρο, Γκλυντώρ Μάικωλ, κι' έχεις και τα δύο τώρα. Και στο χωριό σου επίσης σε βάλανε αναμνηστική πλάκα, και γράφει "Y Dyn Na Fu Erioed", ελπίζω να καταλαβαίνεις τα ντόπια.
Επίσης, αυτός ο Μόνταγκιου σ' έκανε μυθιστόρημα, με τίτλο "Ο Άνθρωπος Που Δεν Έζησε Ποτέ." Και μετά το γύρισαν και ταινία. Αλλά δεν είπαν το όνομά σου και όλη την ιστορία σου, τι τράβηξες εν ζωή, πως απεβίωσες, ώστε τελικώς να παραδώσεις το σαρκίον σου στον Υπέρ Πάντων Αγών. Αυτός ο Μόνταγκιου, πολύ σάχλας κατά την γνώμη μου, διότι είπε πως όσο ζούσες ήσουνα ένας άχρηστος, το μόνο που χρησίμεψες ήταν όταν πέθανες. Και μόστραρε αυτός ως ήρωας και δαιμόνιος πράχτορας και μεγάλος συγγραφέας, αυτός τάκανε όλα. Καλά, κάθονταν στο Λονδίνο αυτοί οι κοπρίτες και κάνανε πλάκα, φτιάχναν σενάρια, και τα παιδάκια του κοσμάκη σκοτωνόντανε, άλλος στην Αφρική, άλλος στην Νορμανδία, άλλος στο Στάλινγκραντ, σε στεριές, θάλασσες, αέρα. Άσπροι, μαύροι, ινδοί, μαορί, απ' όλα τα έθνη και τις φυλές, γιατί; Για νάρθει η Νίκη. Και την μερίδα του Λέοντος από την δόξα την πήρανε ο Μόνταγκιου, ο Τσώμνη, ο Ίαν Φλέμιγκ, γίναν διάσημοι αφ' ότου πέθανες για τα κατορθώματά τους στον πόλεμο, ντεμέκ τώρα "Επιχείρηση Κιμάς" και κολοκύθια τούμπανα. Και γιατί αυτό; Διότι είναι της ανωτέρας τάξεως; Είναι να αγανακτεί κανείς.
Διότι πρέπει επίσης να σου πω πως παραλλήλως με την επιχείρηση "Κιμάς," γινόταν κι' άλλη επιχείρηση παραπληροφόρησης των γερμανών, με το όνομα "Ζώα," εδώ, στην Ελλάδα μας (Operation Animals, γκούγκλαρέ το.)  Ήταν ένα αντάρτικο, ο ΕΛΑΣ, το τι ζημιά τους κάνανε, επιτούτου, να μπερδέψουνε τον Χίτλερ, είναι το κάτι άλλο! Πέντε γέφυρες τινάξανε μόνο στην γραμμή Λαμία-Κατερίνη. Άλλη μία γέφυρα στο Λιτόχωρο, αφοπλίσανε και τη φρουρά. Σαραντάπορο, στριμώξαν μια μεραρχία γερμανούς, έντεκα νεκροί, ενενηνταεφτά αιχμαλώτοι πιάσανε, τινάξαν τη γέφυρα, εξήντα καμιόνια εφόδια τα καταστρέψανε. Άλλη επίθεση, στη γέφυρα του Μπράλλου. Λεπτοκαρυά-Λιτόχωρο, ανατινάξαν τις σιδηροτροχιές, τις ξηλώσανε εντελώς. Χώρια οι μεμονωμένες επιθέσεις, εδώ ένας συνταγματάρχης, πάρτον κάτω, εκεί μια περίπολος, ορμάτε της! Όλα τους τα κάνανε κώλο, των γερμανών. Τι συμπέρασμα βγάζαν αυτοί; Δωπέρα αυτοί οι κερχανατζήδες πάνε να μας κόψουν τας γραμμάς ανεφοδιασμού, ενεργούν βάσει σχεδίου. Τουτέστιν η επίθεση θα γίνει εδώ, στην Ελλάδα. Εφτά μεραρχίες πήραν από τη Ρωσία, κι' αντί να τις στείλουν στη Σικελία, τις στείλαν σ' εμάς. Και τις τορπιλακάτους που τις είχαν στη Σικελία, που ήταν μεγάλο πρόβλημα κι' αυτές, εδώ στα νησιά τις στείλανε, να κουνιώνται. Κι' έγινε μετά η απόβαση στη Σικελία, ήταν απογυμνωμένη αυτή, και έτσι παρεδόθη με πολύ λίγες απώλειες (σχετικά.)
Αντιθέτως, την νύφη την πληρώσαμε εμείς. Διότι αυτά τα χτήνη οι χιτλερικοί, που δεν μπορούσαν να βρούνε τους αντάρτες πουθενά να τους πιάσουνε, αρχίσανε τα μαζικά αντίποινα στον πληθυσμό. Μαζικές εκτελέσεις παντού και καμένα χωριά, κάηκε ο τόπος, τα κάνανε Γης μαδιάμ. Αλλά οι αντάρτες δεν σταμάταγαν. Οπότε, κι' άλλα αντίποινα, οι γερμανοί. Ένας γερμανός, πενήντα έλληνες, η ταρίφα. Αν έχεις γνωριμία τίποτα δικούς μας κειπέρα να είναι από το Δίστομο,  ρώτα να σου πουν την συμπεριφορά που δείξανε, τα γουρούνια. Για να βγαίνει ο Μόνταγκιου να λέει μπούρδες πως αυτός τους ξεγέλασε τους γερμανούς, μα καλά, χαλβάδες ήταν οι γερμανοί να ψηθούνε με τα κωλόχαρτα που κουβάλαγες στην τσάντα; Διότι στην στρατηγική και την κατασκοπία δεν βγάζεις ποτέ συμπεράσματα στο άψε σβήσε, μαζεύεις πληροφορίες, αποδώ, αποκεί, διασταυρώνεις, σκέβεσαι όλες τις εκδοχές, το να σου πετάνε μια φόλα και να την τρώς αμάσητη, αυτό ρε Γκλυντώρ, πρέπει νάσαι πολύ αφελής για να την πατήσεις έτσι. Δεν υπάρχει περίπτωσις να συμβεί στα επιτελεία κανενός κράτους κάτι τέτοιο. Μόνο στα παραμύθια του Μόνταγκιου, και του αλλουνού, του Ίαν Φλέμινγκ γίνονται αυτά τα πράματα.
Δεν θέλω να πω πως δεν έκανες τίποτα και πως είσαι άχρηστος, προς Θεού! Το καθήκον σου το έκανες, όποιος πει το αντίθετο είναι μεγάλος μαλάκας. Και τα χαρτιά που κουβάλαγες χρησίμεψαν, και τα γράμματα που γράψαν τα κορίτσια, και η φωτογραφία, και όλα. Αλλά αυτά που τραβήξαμε εμείς το καλοκαίρι του 43, δεν περιγράφονται. Για να κοροϊδέψουμε τους γερμανούς, ρε συ Γκλυντώρ! Να μη σκοτωθούν κι' άλλα παιδάκια στη Σικελία!
Από αλλού ξεκίνησα, κι' αλλού έφτασα. Τέλος πάντων. Πιαστήκαμε κορόιδα. Και ο δικός σου αγώνας, και ο δικός μας ποτέ δεν αναγνωρίστηκε όσο θάπρεπε, κατά την γνώμη μου.
Ταύτα και μένω.
                                                                                   Αθήνα, 28 Σεπτεμβρίου 2017
                                                                                  Βασίλης Γιοκουσκουμτζόγλου





Ο τάφος του Γκλυντώρ στη Χουέλβα.


* Ο άνθρωπος που δεν έζησε ποτέ, στην κελτική ντοπιολαλιά της Ουαλίας.

**Combined Operations Headquarters: διοίκηση υπαγόμενη κατ' ευθείαν στο Υπουργείο Πολέμου, με αρμοδιότητα τον συντονισμό διαφορετικών όπλων σε καταδρομικές επιχειρήσεις. 

Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2017

Όνειρο της 11.8.2017, τις πρώτες πρωϊνές ώρες.



Ξύπνησα -λέει- στις επτά το πρωΐ στο Χαλάντρι, από το ξυπνητήρι. Στις εννέα περνάω ένα διαγωνισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προσληφθώ στις Βρυξέλλες. Νοιώθω άγχος και ταραχή. Αναρωτιέμαι αν πρέπει να πάω, έτσι κι' αλλιώς πάλι θα βάλουν τους δικούς τους, με μέσο από την Αθήνα...

Τέλος πάντων, τώρα είμαι στις Βρυξέλλες, σ' ένα πολύ μοντέρνο κτίριο, όλο γυαλί γύρω γύρω. Είναι ένα στρογγυλό τραπέζι, και κάθονται μια επιτροπή, γερμανοί, ολλανδοί, ξερωγώ. Αλλά πρώτα πρέπει να διαπιστώσουν τις γνώσεις μου στα γαλλικά. Μία κοπελίτσα, γαλλόφονη -γαλλίδα, βελγίδα, ξερωγώ, μπορεί και ισπανίδα αλλά μιλάει γαλλικά- με παίρνει στο δίπλα δωμάτιο, πολύ χαμογελαστή και γλυκειά. Μου δίνει ένα στυλό μπλε και ένα μπλοκ. Το μπλοκ έχει παντού παιδικές ζωγραφιές και μουτζούρες, τώρα είμαστε σοβαροί; σκέφτομαι από μέσα μου. Μου λέει να γράψω αυτή, ό,τι θέλω. Εντωμεταξύ, το στυλό λεκιάζει. Γράφω: C' est dans le future, comme de l' Eglise... Πάμε έξω ύστερα. Είναι κάτι τεράστιοι σωροί από κάτι καρποί, μοιάζουν φιστίκια, ή κάτι σαν μικροσκοπικά ροδάκινα σαν ρόγες σταφυλιού. Πρόκειται να τα βάλουνε παράνομα στην Ελλάδα, να τα πουλήσουνε, κάπου θέλουνε να μπλέξουνε κι' εμένα, αν κατάλαβα καλά...

Μετά είμαι σ' ένα βανάκι πολύ μοντέρνο, οδηγάω στην Πεντέλης, η οποία είναι φτιαγμένη με πέντε λωρίδες κάθε ρεύμα, αερογέφυρες, σαν την Αττική. Μέσα είναι όλη μου η οικογένεια, μάνα, πατέρας, όλα μου τα ποθαμένα. Με μία διαφορά, δεν βλέπω τον δρόμο από το παρμπρίζ, αλλά είναι μια οθόνη, και ο δρόμος προβάλλεται απάνω της. Ξαφνικά, η οθόνη τρελαίνεται, και δείχνει το βανάκι που οδηγάω από δορυφορική λήψη, σαν βιντεογκέημ, και τρέχω ιλιγγιωδώς, και ουρλιάζω να φτιάξουν την γαμοοθόνη, αλλά τίποτα, ποιός να την φτιάξει; η μάνα μου ή η θειά μου η Βαρβάρα; Συγκρουόμεθα με μία νταλίκα, μούχει πάει η ψυχή στον κώλο, αλλά κάνουμε γκελ απάνω στη νταλίκα, και μετά τετακέ, αλλά ευτυχώς δεν χτυπάμε αλλού, και συνεχίζουμε με μερικές ζημιές και αμείωτη ταχύτητα...

Φτάνουμε στην Πεντέλη, λίγο πριν τις ψησταριές, είναι κάτι πλανόδιοι μανάβηδες με τογιότες, πουλάνε κάτι κολοκύθες κίτρινες γιγαντιαίες, και κάτι μάνγκος πορτοκαλλί, σαν καρπούζια. Τα έχουνε κομμένα και φέτες. Αγοράζουμε δύο τρία σακιά, και ρωτάμε πως τα μαγειρεύουνε...


Η ζωγραφιά: Άντρας και γατούλα στον ίσκιο, στυλό και παστέλ σε μπλοκάκι.

THE MAGIC CHRISTIAN



Ήταν μια πολύ αστεία ταινία.
Ο πάμπλουτος εκκεντρικός και ο θετός υιός του ο χίππης.
Γεμίσαν μια χαβούζα σάπια αίματα, όζοντα ούρα, βρωμερά λύματα
κι' έριξαν μέσα μια βαλίτσα χαρτονομίσματα, πολλά χρήματα.
Να έρθουν να βουτήξουν να τα μαζέψουν
όσοι άπληστοι το χρήμα ορέγονται
όσοι γενναίοι δεν φοβούνται να πνιγούνε στο σκατό.

Πραγματικά, η εποχή μας δεν έχει φαντασία.
Αυτό το παιγνίδι με τους ημίγυμνους και τις ημίγυμνες
-κουφιοκεφαλάκηδες με δηλώσεις υπεραθλητών-
θα αποκτούσε επιτέλους κάποιο ενδιαφέρον
αν έψαχναν να βρουν -και ναν πολλά τα εύρετρα-
ένα στραγάλι σε πάτο βόθρου.


Το βίντεο: η προτελευταία σκηνή από την ομότιτλη ταινία του Τζόζεφ ΜακΓκραθ, με τον Πήτερ Σέλλερς και τον Ρίνγκο Σταρ.



Massachusetts





Οφείλω να σας εξομολογηθώ πως υπήρξατε ο τελευταίος πλατωνικός μου έρως, ήμουν περίπου στην ηλικία των δώδεκα, και ο έρως -έστω και μοναχικός- δεν είχε ακόμη σαρκική υπόσταση, και εσείς είχατε υπέροχο χαμόγελο και υπέροχα χρυσά μαλλιά, αλλά κάπως καστανής αποχρώσεως, τα έπαιρνε ο αέρας, ήταν το δειλινό, ήταν καλοκαίρι, οδηγούσα μια κόκκινη Σεβρολέτ Ιμπάλα ανοιχτή, σαν κι' αυτή που μου κάναν δώρο στη γιορτή μου, αλλά αληθινή, κι' ο δρόμος ήταν ανοιχτός και ευθύς και άδειος και τρέχαμε, και εσείς ήσασταν ξαπλωμένη στο διπλανό κάθισμα και με κοιτούσατε συνεχώς με τα υπέροχα μπλε σας μάτια, κι' εγώ οδηγούσα κι' εσείς δεν τα παίρνατε από πάνω μου, και φορούσατε επίσης ένα υπέροχο πορτοκαλλί φόρεμα λεπτό, και τόπαιρνε κι' αυτό ο αέρας, και φτάναμε, διότι φαινόταν στο βάθος η θάλασσα, αλλά δεν ξέρω αν φτάναμε στο Σαν Φρανσίσκο ή στο Μασσατσιούσετς, διότι στο τραγούδι αυτοί που το γράψανε είναι στο Σαν Φρανσίσκο αλλά απογοητεύτηκαν, και θέλουν να γυρίσουν στο Μασσατσιούσετς, αλλά στην πραγματικότητα δεν είχανε πάει ποτέ στο Σαν Φρανσίσκο μέχρι τότε, αλλά αυτό δεν έχει σημασία, διότι κι' εγώ δεν πήγα ποτέ στην Αμερική, κι' ούτε οδήγησα ποτέ κόκκινη Σεβρολέτ Ιμπάλα, αλλά δεν παραπονιέμαι, έχω οδηγήσει Τογιότα Χαιλούξ τετρακίνητη ντήζελ, δυόμισι λίτρα θηρίο, μέσα στα δάση της Ρουάντας, χωματόδρομοι και λάσπη, πρόσφυγες και θάνατος, και λαντκρούζερ, και τη Νιβάρα την Λουντμίλλα στον Ψηλορείτη, κι' όλα τα νησιά μας, και τα αετόμορφα βουνά μας με δύο μέτρα χιόνι, μόνο η μπουλντόζα και η Λουντμίλλα, και ούτε με τους έρωτες έχω παράπονο, τους σαρκικούς δηλαδή, και ξανθές, και καστανές, και μελαχρινές, κυρίως καστανές και μελαχρινές, Παναγιά νάχουν όλες κι' Άγιο Γεράσιμο, αλλά επαναλαμβάνω, ο τελευταίος πλατωνικός μου έρωτας ήσασταν εσείς μέσα στην κόκκινη Σεβρολέτ Ιμπάλα, κι' αν θέλετε να ξέρετε, αυτό το τραγούδι το πρωτοάκουσα με τη Βίκη, αλλά οι στίχοι ήταν για τα μπάζα, και ύστερα άκουσα με τους Μπητζής το αυθεντικό, και την κόκκινη Σεβρολέτ Ιμπάλα τότε περίπου μου την κάναν δώρο, εγώ χάρηκα σαν νάταν αληθινή, οπότε ξαφνικά τρυπώσατε εσείς στην κόκκινη Σεβρολέτ Ιμπάλα, με το υπέροχο χαμόγελο και τα υπέροχα μπλε μάτια και τα υπέροχα χρυσά μαλλιά αλλά κάπως καστανής αποχρώσεως που τα έπαιρνε ο αέρας, ποιάν στιγμή δεν θυμάμαι ακριβώς, πάνε κι' αρκετά χρόνια τώρα...


Βίκη Λέαντρος, Δεν μ' αγαπούσες: https://www.youtube.com/watch?v=NFFXCZk8PRQ

Ο πίνακας: Γιώργος Μακρής, Σεβρολέτ Ιμπάλα ανάμεσα Σαν Φρανσίσκο και Μασσατσιούσετς. Ακρυλικά σε κάρμποτ (με αντανάκλαση της λάμπας στο πλεξιγκλάς.)