Όλες οι αναρτήσεις με την ημερομηνία τους και τον τίτλο

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2016

Το Χρονικό του Δεκέμβρη Γ' (από 12-17 Δεκεμβρίου.)


Τρίτη, 12 Δεκεμβρίου 1944. Αθηνάς, Ομόνοια, Χαυτεία, όλα ρημαδιό.

Σωκράτους και Σοφοκλέους.

Ξεκίνησε η μέρα με σφοδρό βομβαρδισμό του ΕΛΑΣ στο κέντρο. Πέσαν οβίδες στο Κινγκ Τζωρτζ και στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού, που ήταν το στρατηγείο του Σκόμπη. Και στην Ομόνοια, και στην Κλαυθμώνος. Στην Μεγάλη Βρετανία μαζεύονται όλοι οι επώνυμοι των Αθηνών, ο Σκόμπη με τους αξιωματικούς του, ο Παπανδρέου με τους υπουργούς του, ο Έβερτ με τους αστυνομικούς του, διάφοροι των Βορείων Πραστείων, κάτι άγγλοι και αμερικάνοι μεγιστάνες του Πετρελαίου, δημοσιογράφοι, κυρίες αγαθοεργές της YMCA, μέχρι και ο Ποπώφ με τους συντρόφους του, που τρώνε εκεί, και τις ανήσυχες νύχτες δεν γυρίζουν στην πρεσβεία, κοιμώνται κιόλας στην μεγάλη Βρετανία.
Πιάσανε οι άγγλοι ότι διαθέσιμες είχανε και οχυρώσανε κτίρια, στον Παρνασό στην Πλατεία Καρύτση, στην πανεπιστημίου, στην Κλαυθμώνος, στο Μοναστηράκι. Να κρατήσουν ανοιχτή την δίοδο Σύνταγμα-Ομόνοια. Πολεμούσαν από την Εθνική με τους ελασίτες απέναντι, στο Δημαρχείο. Το απόγεμα, οι αλεξιπτωτιστές μαζί με τανκς προσπάθησαν να πάρουν την Βαρβάκειο, επί της Αθηνάς. Που είναι η Αγορά, τότε στέγαζε την Σχολή την Βαρβάκειο.
Να πως γινόταν η μάχη: κατεβαίναν οι άγγλοι την Ευριπίδου και την Σοφοκλέους, μπροστά τα τανκς, από πίσω οι αλεξιπτωτιστές. Ρίχναν τα τανκς με τα πολυβόλα, και κανονιές, όπου έβρισκαν αντίσταση. Από πίσω έμπαιναν οι αλεξιπτωτιστές να ξεκαθαρίσουν ότι είχε μείνει. Όμως οι ελασίτες έφευγαν πριν τα τανκς, άνοιγαν τρύπες στους τοίχους και περνούσαν από σπίτι σε σπίτι. Και είτε υποχωρούσαν, είτε έβγαιναν στις πλάτες των άγγλων και τους έριχναν ξανά. Γιατί δεν είχαν μέσο να καταστρέψουν τα τανκς. Κι' έγιναν όλα τα γύρω στενά ερείπια και μπάζα και πεθαμένοι.
***
Εντωμεταξύ, στην Αμερική, στην Φιλαδέλφεια συγκεκριμένα, μία εφημερίδα δημοσίευσε ένα άρθρο, που έβγαζε τις στενές σχέσεις του Τσώρτσιλ με την τράπεζα Χάμπρο. Που η Χάμπρο (μία τράπεζα ήταν) είχε δώσει δάνεια στην Ελλάδα προκατοχικώς, με επιτόκια καθορισμένα σε χρυσό, που έφτασαν στα 16%. Και το ΕΑΜ ήθελε να τα κουρέψει. Κι' έλεγε το άρθρο πως η σφαγή στο Σύνταγμα έγινε για να μην κουρευτούν τα επιτόκια της Χάμπρο, η οποία είχε βοηθήσει τον Τσώρτσιλ όταν μπατίρησε, το 1912. Ο εν λόγω δημοσιογράφος τα παραφούσκωνε, νομίζω. Γιατί στο χάλι που βρισκόταν, η Ελλάδα δεν μπορούσε να αποπληρώσει τα δάνειά της, έτσι και αλλιώς. Και επιπλέον το διακύβευμα ήταν ο έλεγχος της Ανατολικής Μεσογείου, όχι οι ηθικές υποχρεώσεις του Τσώρτσιλ. Αλλά δεν ήταν μόνο οι αμερικάνοι, και το BBC κάρφωνε τον Τσώρτσιλ για την πολιτική του στην Ελλάδα. Πολλοί ξένοι δημοσιογράφοι κρατούσαν επαφές με την εαμική πλευρά, μέσω ανέργων ελλήνων συναδέλφων τους. Πράγμα που τσάντιζε απίστευτα τους άγγλους, μέχρι που απέλασαν κάποιον ελληνοαμερικανό δημοσιογράφο, κάποιον Πούλος. Και να μην πω τι πήρε, ο Πούλος, που έγραφε ότι του λέγαν οι εαμίτες.
***
Έκανε ο ΕΛΑΣ στρατολόγηση για τον Λόχο Μπάιρον, σ' ένα σχολείο, Φωκίωνος Νέγρη και Λήμνου. Είχαν βγάλει τα χωνιά, μαζεύτηκε κόσμος. Ήτανε και η Ζωρζ Σαρρή εκεί. Ακούστηκε ένας συριγμός, και μετά σείστηκε η γη. Ακολούθησε η παραφροσύνη. Ανάμεσα στα πτώματα, μία κοπέλλα κράταγε το πόδι της, που κρεμόταν από μία λουρίδα κρέας. Μιας άλλης είχε πολτοποιηθεί το χέρι. Ο Αξελός είχε πανικοβληθεί, ήθελε να βγεί έξω, που τώρα το αεροπλάνο πολυβολούσε τον δρόμο. Τον συγκράτησε ο Μάνος Ζαχαρίας, σε λίγο θα γινόταν καπετάνιος του Λόχου Μπάιρον, και πολύ αργότερα σκηνοθέτης. Η Σαρρή είχε τραυματιστεί, αλλά έψαχνε το παλτό της, που ήταν γεμάτο αίματα.
***
Ο σταθμός διοίκησης του Α' Σώματος του ΕΛΑΣ είναι στον Λόφο Σκουζέ. Εκεί είναι ο Νέστορας με τον Πυριόχο και παίρνουν αναφορές από τις μονάδες. Επίσης είναι και ο Ζεύγος εκεί, και λέει μπούρδες. Να βάλουμε φωτιά να τους κάψουμε, αφού δεν έχουμε πυροβολικό. Ο Νέστορας προσπαθεί να του εξηγήσει πως πρώτον η Αθήνα είναι χτισμένη με πέτρες και δεν παίρνει φωτιά, και δεύτερον δεν έχουν βενζίνη. Είναι και ο Μπαρτζιώτας εκεί. Πάνε στο τηλεφωνείο της διοίκησης, σ' ένα διπλανό σπίτι. Λειτουργούν τα τηλέφωνα. Οι τεχνικοί της Τηλεφωνικής -δεν υπήρχε ακόμα ΟΤΕ- είχαν καταφέρει να κρατήσουν τις συνδέσεις στις εαμοκρατούμενες περιοχές, και να κόψουν τις άλλες. Αλλά τους έχουν καρφώσει, διάφοροι βαθμοφόροι ελασίτες πηγαινοέρχονταν στην διοίκηση κάθε μέρα. Και τους χτυπάνε με όλμους. Βάζουν μία ανεμόσκαλα, περνάνε στο διπλανό σπίτι. Ένας γέρος από μίαν αυλή βγαίνει και τους βρίζει σκαιά. Ο ελασίτης που τους φυλάει σηκώνει το αυτόματο. Τον σταματάει ο Νέστορας. Ο γέρος συνεχίζει να βρίζει...
***
Πήγε ο Πορφυρογένης στο ραντεβού με τον Σκόμπη. Ο Σκόμπη ζήτησε ξανά τα ίδια, τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ. Άλλη συζήτηση, δεν έγινε. Έβγαλε αργότερα ανακοίνωση ο ΕΛΑΣ, κι' έλεγε πως με τελεσίγραφα δεν γίνεται τίποτα, και πως ο Σκόμπη περί του αφοπλισμού των δοσιλόγων και τα τοιαύτα, δεν έκανε κουβέντα.

Πηγές

Χαραλαμπίδης, σελ.159-162, 168-171, 173-174, 220. Κωτσάκης, σελ. 131-133.

Τετάρτη, 13 Δεκεμβρίου 1944. Πυροτεχνήματα στα Παραπήγματα, πως βάφονται αυγά χριστουγεννιάτικα, και η εγγλέζικη υπεροπλία.

Λίγη εγγλέζικη υπεροπλία στο κέντρον του Άστεως, Ιανουάριος 1945.

Νύχτα έφυγε ένα κομβόι φορτηγά με συνοδεία τεθωρακισμένα να φορτώσει πυρομαχικά από του Ρουφ, γιατί εκεί τα απειλούσε ο ΕΛΑΣ, πήγε, φόρτωσε και γύρισε στα Παραπήγματα. Που ήταν η έδρα των αγγλικών τανκς και του πυροβολικού, και άλλων μονάδων. Και έπιανε τον χώρο από το άγαλμα του Βενιζέλου, μέχρι το Μέγαρο Μουσικής και ως την αμερικάνικη πρεσβεία. Μόλις είχαν περάσει την πύλη του στρατοπέδου, και σταμάτησαν να ξεφορτώσουν.
Τότε άρχισε και η επίθεση του ΕΛΑΣ. Που είχαν περάσει την Αλεξάνδρας στο ύψος του Άγιου Σάββα, πέρασαν από πίσω από το γήπεδο του Παναθηναϊκού, συνέχισαν από την πλαγιά του Λυκαβηττού, και προσέγγισαν την μάντρα του στρατόπεδου από την σημερινή οδό Δεινοκράτους. Ανατίναξαν τη μάντρα, και κάποια τμήματα πέρασαν μέσα στο στρατόπεδο. Οι άγγλοι αιφνιδιάστηκαν, αλλά τελικώς οργάνωσαν την άμυνά τους πιο μέσα. Μετά από λίγο ανατινάχτηκαν οι αποθήκες καυσίμων. Πύρινη κόλαση, και στις γύρω πολυκατοικίες σκοτάδι. Τις είχε πιάσει ο ΕΛΑΣ και έριχναν. Ήρθαν σε λίγο τα αεροπλάνα, έριξαν φωτοβολίδες με αλεξίπτωτα, φωτίστηκε το βουνό λες κι' ήταν Ανάσταση. Μια ελασίτισα που κατέβαινε γλύστρησε, έσκασε μια χειροβομβίδα που κράταγε στα χέρια της, την έκανε κομμάτια. Μετά ανατινάχτηκε κι΄ ένα φορτηγό πυρομαχικά, πυροτέχνημα, στρακαστρούκες...
Όταν ξημέρωσε, ήρθαν και πολυβολούσαν άλλα αεροπλάνα. Τα τανκς έριχναν στις πολυκατοικίες που κράταγαν οι ελασίτες, και μετά βγήκε και το πεζικό να τους διώξει. Και απώθησαν τον ΕΛΑΣ προς τον Παναθηναϊκό. Οπότε στης Έλενας πέσανε σ' ένα τάγμα Εθνοφυλακής, και ντουφεκόντουσαν και μ' αυτούς. Εκεί πάνω κατέφθασε και η Ορεινή Ταξιαρχία από το Γουδί. Είχε κάνει και εκεί επίθεση αντιπερισπασμού ο ΕΛΑΣ, αλλά απέτυχε να τους καθηλώσει. Οποτε ήρθαν να βοηθήσουν. Και άρχισαν να πολεμιώνται όλοι μαζί γύρω από την Πλατεία Μαβίλη κι' από πάνω, Ανάστα ο Κύριος. Στο τέλος ο ΕΛΑΣ υποχώρησε προς τους Αμπελόκηπους. Μαζί με καμιά εκατοστή εγγλέζους αιχμαλώτους. Μπορεί και να εκτέλεσαν και τρεις, τους βρήκαν την επομένη, τους είχαν πάρει και τις στολές τους. Έτσι είπαν οι άγγλοι. Η Εθνοφυλακή πέρασε την Αλεξάνδρας, και οχύρωσε τις προσφυγικές πολυκατοικίες.
Τζίφος η επίθεση. Που ήταν η πρώτη επιθετική επιχείρηση του ΕΛΑΣ κατά των άγγλων. Και σκοπό είχε να διασπάσει την αμυντική τους διάταξη, και να τους απομονώσει από τις κυβερνητικές δυνάμεις στο Γουδί, ώστε να μην αλληλοϋποστηρίζονται. Και πέτυχε το αντίθετο, δηλαδή να κοπεί το δικό της μέτωπο από Πατησίων, Αλεξάνδρας, Βασιλίσσης Σοφίας, Καλλιρρόης, στα δύο. Άνευ λόγου. Διότι εξαρχής δεν είχε ούτε τα μέσα ούτε τον χρόνο για να πετύχει, η επίθεση εκείνη στα Παραπήγματα.
Σκοτωθήκαν καμιά εικοσαριά εγγλέζοι. Καθόταν ένας δικός τους κι' έβλεπε τα πτώματα καρβουνιασμένα από την πυρκαγιά, κι' έλεγε που περάσαν όλη την έρημο στη Βόρειο Αφρική κι' όλη την Ιταλία, για νάρθουν εδώ να σκοτωθούν έτσι τζάμπα.
***
Αλλά ακόμα κι' αν τα έπαιρνε τα Παραπήγματα, ο ΕΛΑΣ, δεν θάχε τι να τα κάνει. είχαν αρχίσει να φτάνουν και εγγλέζικες ενισχύσεις, μιλιούνια. Ξινίσανε λίγο οι αμερικάνοι στρατάρχες, που θέλανε να ετοιμάσουν την επίθεση κατά των γερμανών στην βόρειο Ιταλία. Αλλά τελικά δώσανε το ελεύθερο στους άγγλους, με υποσχετική, τον Μάρτιο να έχουν ξεμπερδέψει με τα θέματα στην Ελλάδα, και να είναι πίσω έτοιμοι. Όπερ και εγένετο.
Εντωμεταξύ, στην Αθήνα είχαν φτάσει ο υποστράτηγος Χωκράιτ και ο ταξίαρχος Μάννερινγκ, κι' ένα επιτελείο επιτηδειότατο περί τα πολεμικά, δοκιμασμένοι όλοι στο μέτωπο της Ιταλίας, με μεγάλες επιτυχίες. Διότι ο Σκόμπη ήταν πιο πολύ πολιτικός παρά καραβανάς, και τάχε κάνει μαντάρα, τα στρατιωτικά θέματα. Στο εξής, κουμάντο στις βρετανικές και κυβερνητικές ένοπλες δυνάμεις θα έκαναν αυτοί. Αλλά για να σώσουν τα προσχήματα, κράτησαν τον Σκόμπη στη θέση του.
***
Στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, τα αεροπλάνα δεν προλάβαιναν να ξεφορτώνουν. Ήταν και μια ουρά καμιόνια που περίμενε, έφευγε, φόρτωνε, πήγαινε πάρα πέρα να ξεφορτώσει, ξανακαθόταν στην ουρά. Εντωμεταξύ φόρτωνε το επόμενο, και ούτω καθεξής. Κάναν απόβαση και στο Φάληρο. Έτσι που όλη η ακτή από τον Άγιο Κοσμά ως το Νέο Φάληρο, γέμισε στρατά. Από τις δώδεκα του μηνός είχε αρχίσει να καταφθάνει μία ινδική μεραχία με πυροβολικό, και τρεις εγγλέζικες ταξιαρχίες. Και μέχρι τις δεκαοχτώ θα έρχονταν κι' άλλη μία μεραρχία ινδοί και άλλη μία άγγλοι. Ήρθε κι' ένα σύνταγμα τανκς από την Πελοπόννησο. Κι' άλλα δύο σμήνη αεροπλάνα, ένα σπιτφάιρ κι' ένα μπωφάιτερ. Έτσι που να φτάσουν όλοι μαζί στις 80-90.000 στρατό, με πυροβολικό, καμιά εξηνταριά αεροπλάνα, κι' εκατό τανκς. Χώρια η Ορεινή, και όλα τα άλλα κυβερνητικά στρατά, χίτες, ταγματασφαλίτες, χωροφύλακες, αστυνόμοι, κάποιες τάξεις που επιστρατεύτηκαν, όλοι μαζί γίναν Εθνοφυλακή, σύνολο άλλες 10.000. Χώρια και τα εγγλέζικα αντιτορπιλλικά και οι κορβέτες, που είχαν στο βεληνεκές των πυροβόλων τους Αθήνα και Πειραιά.
***
Ο ΕΛΑΣ είχε στην Αθήνα, Πειραιά και περίχωρα σύνολο 17-18.000 στρατό, καθημαγμένο και εξουθενωμένο, χωρίς αντιαρματικά, ούτε αντιαεροπορικά, με ελάχιστα πυροβόλα και όλμους. Σ' αυτούς περιλαμβάνονταν εκείνοι που είχαν ήδη έρθει ενισχύσεις από την Πελοπόννησο, την Στερεά και την Εύβοια.  Άλλες ενισχύσεις δεν περίμενε, γιατί ο κύριος όγκος του ΕΛΑΣ -άλλοι 80.000 αντάρτες πες- πολεμούσε με τον Άρη τον ΕΔΕΣ στην Ήπειρο, ή ήταν σκορπισμένος ανά την Ελλάδα. Που και να ερχόταν στην Αθήνα, εδώ που τα λέμε, θα είχε συντριβεί από την αεροπορία πριν ακόμα φτάσει. Η υπεροπλία των άγγλων ήταν συντριπτική.
***
Έβγαλε η Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ -δηλαδή ο Σιάντος- μία προκήρυξη, την μοίρασαν στον ηρωικό λαό της Αθήνας, στους αδάμαστους αντάρτες. Έλεγε που σφάζουν, που σκοτώνουν, που πολυβολίζουν, που σφάζουν, που βομβαρδίζουν, που ΞΕΠΕΡΝΟΥΝ ΤΑ ΟΡΓΙΑ ΤΩΝ ΧΙΤΛΕΡΙΚΩΝ, που αγωνιζόμαστε ΓΙΑ ΤΗΝ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΜΑΣ, είπε και τι δεν είπε. Το κερασάκι όμως ήταν που "έξω από το κέντρο επικρατούμε ΠΑΝΤΟΥ ΑΠΟΛΥΤΑ," και που "Μοναδικές δυνάμεις του εχθρού είναι τα τανκς και τα αεροπλάνα," και που "Αυτά ΜΠΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ να αχρηστευθούν."  Γι' αυτό, προέτρεπε η Κεντρική Επιτροπή, δηλαδή ο Σιάντος: "Γεμίστε την Αθήνα και τον Πειραιά με οδοφράγματα."
***
Ευτυχώς που έρχονταν Χριστούγεννα. Διότι αν ερχόταν Πάσχα, ο Σιάντος θα προέτρεπε "Βάψτε αυγά με κλανιές."

Χαραλαμπίδης, σελ. 176-181. Κωτσάκης, σελ. 146.
Και μία πηγή στα αγγλικά:
http://ww2talk.com/index.php?threads/331-armoured-brigade-company-rasc-greece-december-1944.52743

Πέμπτη, 14 Δεκεμβρίου 1944. Πέφτει το λιμάνι.




Την νύχτα, επίθεση του ΕΛΑΣ σε Μοσχάτο και Φάληρο. Μεγάλες απώλειες των αγγλικών στρατευμάτων. Περίπου 120 άγγλοι και ινδοί πιάνονται αιχμάλωτοι. Οι Γκούρκας απωθούν τον ΕΛΑΣ στην Καστέλα, και αποκόπτουν την Πειραική. Το Δελτίον του Α' Σώματος αναφέρει: "Υπολογιζόμενες δυνάμεις στον Πειραιά 1000 περίπου αραπάδες, άγγλοι και νάννοι." Αναφορές για λεηλασίες και βιασμούς. Ο ΕΛΑΣ εγκαταλείπει το λιμάνι του Πειραιά. Την ίδια μέρα, τέσσερα πλοία αποβιβάζουν εκεί αγγλικά στρατεύματα.
Στην φωτό, ινδοί στην Ακρόπολη, Δεκέμβρης 1944. Και προπαγανδιστική αφίσα του ΕΑΜ, σε μία εποχή που ο εχθρός πολεμιόταν είτε με σφαίρες, είτε με απίστευτα παιδική αφέλεια.


Πηγές


Κωτσάκης, σελ 140-141.


Παρασκευή, 15 Φεβρουαρίου. Το τηλεγράφημα και η πινέζα.
 Στάλιν και Δημητρώφ
'Εστειλαν από τη Σόφια τηλεγράφημα στην Αθήνα. "O παππούς συμβουλεύει ο αγώνας να συνεχιστεί. Εμείς κάνουμε κάθε τι το δυνατό. Σπυριδόνοφ." Όπου ο παππούς ήταν ο γίγας στους γίγαντες, ο Γκεόργκι Δημητρόφ, ο βούλγαρος κομμουνιστής που ξεφτίλισε τους ναζί στην δίκη της πυρκαγιάς του Ράιχσταγκ, από τους πλησιέστερους συνεργάτες και φίλους Στάλιν.
Δύο μέρες μετά ο Σιάντος έστειλε ευχαριστήριο τηλεγράφημα στον Δημητρώφ, πάλι μέσω Σόφιας. Την ίδια μέρα ήρθε κι' άλλο τηλεφώνημα από την Σόφια, που ξεκαθάριζε "Δίνοντας τη συμβουλή του ο παππούς τονίζει ταυτόχρονα ότι στην παρούσα στιγμή είναι αδύνατη η εξωτερική βοήθεια. Να το έχετε υπόψη στη λήψη των αποφάσεών σας. Με τις καλύτερες ευχές. Σπυριδόνοφ." Όπου ο Σπυριδόνοφ ήταν ψευδώνυμο του νούμερο ένα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Βουλγαρίας, και δεξί χέρι του Δημητρόφ. Του  Τράικο Κοστόφ.
Όλα αυτά τα μηνύματα μέσω ασυρμάτου, που δεν δούλευε συχνά, και άλλαζε θέσεις να μην εντοπιστεί.
Οπότε σου λέει ο Σιάντος για να το λέει ο παππούς, το λέει ο Στάλιν. Που μπορεί νάταν κι' έτσι. Αλλά μπορεί και να μην ήταν. Αλλά όπως τάβλεπε ο Σιάντος, τα δύο εκείνα μηνύματα ήταν μαζί διαταγή, ενθάρρυνση και υπόσχεση. Προχωρήστε εσείς, και βλέπουμε μετά, κάτι θα γίνει.
***
Διότι ουδέποτε τους είπανε οι σοβιετικοί του Σιάντου, του Ιωαννίδη, του Μπαρτζιώτα, περί της συμφωνίας των ποσοστών, που την Ελλάδα την περάσανε στην αγγλική σφαίρα επιρροής. Κι' όταν του είπε ο Αγγελόπουλος -ο εαμικός υπουργός στην κυβέρνηση Παπανδρέου- του Σιάντου πως μας έχουν εκχηρήσει στους εγγλέζους, του λέει αυτός πως "Μην τα πιστεύεις αυτά Άγγελε. Αυτά τα διαδίδουν οι Άγγλοι για να μας επηρεάζουν. Δεν είναι δυνατόν οι Ρώσοι να παραχωρήσουν, δίχως να το ξέρουμε, την Ελλάδα στους Άγγλους. Αν υπήρχε μια τέτοια συμφωνία θα είχα ενημερωθεί…"
***
Θυμήθηκα το ανέκδοτο με την πινέζα. Φωνάζει ο Στάλιν τους γενικούς γραμματείς των Κ.Κ από όλη την Ευρώπη σε σύσκεψη. Και βάζει στην καρέκλα του καθενός μια πινέζα να δει πως θα αντιδράσουν. Κάθεται ο Τορέζ, του μπαίνει η πινέζα, την βγάζει διακριτικά, την πετάει σαν να μην έγινε τίποτα. Κάθεται ο Τολιάτι, την βγάζει μορφάζοντας, κοιτάει στραβά τον Στάλιν, δεν πάει άλλο μ' αυτόν, λέει. Κάθεται και ο Ζαχαριάδης, βγάζει την πινέζα, την κοιτάει. Για να την βάλει ο σύντροφος Στάλιν, σκέφτεται, κάτι θα ξέρει. Και την ξαναβάζει στον κώλο του.


Σημειώσεις

Για  τον Γκεόργκι Δημητρώφ:

Για τον Τράικο Κοστώφ: https://en.wikipedia.org/wiki/Traicho_Kostov_Djunev

Και τέσσερα άρθρα με διαφορετική προσέγγιση για την απόφαση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ να συγκρουστεί στα Δεκεμβριανά, τις απόψεις του Στάλιν και του Δημητρόφ πάνω στο ζήτημα της σύγκρουσης και του Εμφυλίου, και με αναφορές στο τηλεγράφημα της 14ης Δεκεμβρίου 1944:

Και η άποψη του Ριζοσπάστη, που ουσιαστικά αθωώνει τον Δημητρώφ:
http://www.rizospastis.gr/story.do?id=3678537


Σάββατο, 16 Δεκεμβρίου 1944. Πασχαλιές μέσα από την νεκρή γή.

Συγκροτήσανε πέντε τάγματα Εθνοφυλακής, φωνάξανε τις κλάσεις 32-39. Τους ρίξανε αμέσως στη μάχη, οι περισσότεροι  ήταν του Αλβανικού, να ξεκουράσουν τους εγγλέζους. Εντωμεταξύ, το κέντρο, Εξάρχεια, Ομόνοια, Αθηνάς, Μοναστηράκι, να γίνεται το σώσε.
***
Εκείνες τις μέρες βρήκε και πέθανε κι' η γιαγιά
Να την πάνε στο νεκροταφείο να την θάψουν, ούτε γι' αστείο. Με τα πολλά, βρήκανε ένα καρότσι. Την φορτώσαν έτσι, χωρίς φέρετρο, χωρίς τίποτα. Και φύγανε κι' οι τρεις μαζί, ο Βασίλης ο Νικολαΐδης, ο μπαμπάς, με τον Νίκο και τον Τάκη, τ' αγόρια.
Και στο δρόμο κάθε τρεις και λίγο κρακρακρακρακρα τα πολυβόλα από πάνω τον Λυκαβηττό, και σβιν! σβιν! σβιν! οι σφαίρες, αφήναν το καρότσι, πέφτανε μπρούμυτα αυτοί, είδαν και πάθανε μέχρι να φτάσουν στον Άγιο Νικόλαο, χαμηλά Ασκληπιού, προς Σίνα. Εκεί τους θάβαν, στα Δεκεμβριανά, απ' όλη την περιοχή. Στον περίβολο.
Και μετά από ένα μήνα δύο, την είδαν τη γιαγιά στις εφημερίδες. Όταν τους ξεθάψαν και τους βγάζανε φωτογραφίες, ως σφαγιασθείσα υπό των κομμουνιστών.
***
Ήταν ο θάνατος βαρετός σαν ραντεβού που άργησε. Και ρώταγε ο στημένος τον χωροφύλακα, μες τη μέση του δρόμου, τι ώρα είναι. Κι' ο άλλος κοιμήθηκε στα σκαλοπάτια, βαρέθηκε να περιμένει. Κι' ο άλλος μπροστά στο ράφτη, εκεί που τον περίμενε για πρόβα. Κι' ο άλλος με χυμένα άντερα, χτύπαγε το χέρι του στο γόνατο, κι' έλεγε "πω ρε τι έπαθα! Τώρα θα πεθάνω." Και πέθαινε, λες κι' είχε ξεχάσει το σακάκι του στο καφενείο, και τώρα θα του κλέβαν και το σακάκι και το πορτοφόλι μαζί. Κι' άλλοι τρέχανε στα χαλάσματα, σπίτια σαν κρανία ξεδοντιασμένα.
***
Κι' ήταν χωματόδρομοι με λακκούβες, καθρεφτιζόταν ο ουρανός στο νερό της βροχής, και μπηγμένες ράγες του σιδηροδρόμου, προσεχώς πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη.







Πηγές: Χαραλαμπίδης, σελ. 188, και οικογενειακές μαρτυρίες στα χριστουγεννιάτικα τραπέζια. Η μαρτυρία του ετοιμοθάνατου με τα χυμένα άντερα, του Παντελή Καλιότσου, στην εκπομπή για τα Δεκεμβριανά της ΝΕΤ (Η Μηχανή του χρόνου), εδώ, στο 31:39.

Φωτό του Ντμίτρι Κέσσελ.

Το τραγούδι: Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη, Το κομπολογάκι. Διασκευή του Μάνου Χατζιδάκι στο "Φτωχό κομπολογάκι μου" του Γιώργου Μητσάκη.

https://www.youtube.com/watch?v=3ddP8lfclWU&spfreload=10

Κυριακή, 17 Δεκεμβρίου 1844. Ως τον Άγιο Σώστη.


 Η Λεωφόρος Συγγρού, στο ύψος του Αη Σώστη, το 1945.

Ο Αρκράιτ, ο νέος διοικητής, έστησε το επιτελείο του στο Μιραμάρε, στον Φλοίσβο, το οποίο έγινε τελικώς Κάρλτον, και το κατεδαφίσανε το 1962. Εκεί εκπονήσανε ένα σχέδιο επιχειρήσεως ως εξής: θα πηγαίναν μπροστά οι άγγλοι, θα καταλάμβαναν πρώτα μία περιοχή, και μετά θα την απέκλειαν ώστε να μην μπαινοβγαίνει ο ΕΛΑΣ. Ύστερα, θα την έψαχναν σπίτι σπίτι. Και στο τέλος, θα την παρέδιδαν στους χωροφύλακες, να την φυλάνε. Τότε και μόνο θα άρχιζε η διανομή τροφίμων στους κατοίκους. Κι' αυτοί θα προχωρούσαν, τα ίδια στην επόμενη περιοχή.
Οι επιχειρήσεις άρχισαν αργά την νύχτα της 17 Δεκεμβρίου. Ξεκίνησαν δύο τάγματα από το Δέλτα, στον Ιππόδρομο, και ανέβηκαν την Συγγρού. Χωρίς αντίσταση καμιά, μέσα στο σκοτάδι. Σε λίγες ώρες είχαν φτάσει στον Άγιο Σώστη, δύο χιλιόμετρα από του Μακρυγιάννη και τις Στήλες του Ολυμπίου Διός. Δηλαδή δυό βήματα από τα όρια της Σκομπίας.

Στην φωτό: Η Συγγρού, στο ύψος του ΦΙΞ, το 1945.


Πηγές: Χαραλαμπίδης, σελ. 189-190

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου