Επί Δικαίου και αδίκων

 


 

Νύχτα και φέγγει το Στρατοδικείο

 

Ιούλιος 1946, οι πρώτες εκτελέσεις στο Επταπύργιο. Θεοχάρης Σαπρανίδης και Γιώργος Καλέμος

Ήταν γύρω στο 1958, πριν πάω δημοτικό, δυό χρόνια πριν είχε χτιστεί το σπίτι στο Χαλάντρι. Είχαμε ωστόσο γειτόνους. Στο παραδίπλα νεότευκτο ήταν μια οικογένεια από την Πάτρα ή την Ναύπακτο. Ο πατέρας ήταν τραπεζικός, κι’ είχαν τρία παιδιά. Ο μεσαίος -ανάμεσα σε δυο κορίτσια- ήταν ο Θεμιστοκλής. Ήταν -συνεχίζει να είναι- έναν χρόνο μεγαλύτερος από εμένα. Και παίζαμε.

 

Μια μέρα, ο Θεμιστοκλής μου είπε πως στον συμμοριτοπόλεμο ο πατέρας του ήταν βασιλικός επίτροπος στο στρατοδικείο, είχε σπουδάσει νομική. Θυμάμαι και μία φωτογραφία του με θερινή στολή ανθυπολοχαγού. Προφανώς έφεδρος. Και πως αυτός έδινε την χαριστική βολή στους συμμορίτες.

 

Ποτέ δεν ξαναμιλήσαμε γι’ αυτό με τον Θεμιστοκλή. Μετά από δύο χρόνια ο πατέρας του πέθανε από έναν -σπάνιο τότε- καρκίνο στο συκώτι. Εμείς συνεχίσαμε να κάνουμε παρέα, στο Δημοτικό, στο Γυμνάσιο, αλλά και μετά.

 

Νάταν αλήθεια αυτό με την χαριστική βολή; Μου τόχε πει σχεδόν περήφανος για τον πατέρα του, κι’ ίσως νάταν η πρώτη πληροφορία που είχα για τον Εμφύλιο. Σιγά-σιγά άρχισα να μαθαίνω κι’ άλλα: ο δικός μου πατέρας είχε υπηρετήσει στην Λάρισα, επιδιορθωτής ασυρμάτων. Μια φορά είχε μαγειρέψει ιμάμ, είχαν πήξει στο συσσίτιο και την καραβάνα. Κι’ επειδή η γέμιση περίσσευε από τις μελιτζάνες, πήρε κλωστή και βελόνα και τις έραψε. Τόμαθε και ο στρατηγός, και είπε ο πατέρας μου ωχ, θα τούριχνε καμιά καμπάνα και δεν θα απολυόταν ποτέ. Αλλά ο στρατηγός ζήτησε να δοκιμάσει, και μετά τούπε «καλές ήταν, Νικολαΐδη, αλλά τις κλωστές τι τις ήθελες;»

 

Σε κείνα τα Ειδικά Στρατοδικεία του Γ’ Ψηφίσματος δεν είχε ένδικα μέσα. Μόνο αίτηση χάριτος, που ίσως γινόταν δεκτή μόνο αν συνοδευόταν κι’ από την  δήλωση. Συχνά η απονομή έφτανε μετά την εκτέλεση, διαβάζω. Σε μια δίκη με 27 κατηγορούμενους, 25 καταδίκες εις θάνατον. Αρχίσαν τώρα, άλλος να κλαίει, άλλος να λέει: «Γυναικούλα μου!» άλλος να λέει: «Παιδάκια μου!» άλλος να λέει: «Μάνα μου!» άλλος έψελνε, άλλος τραγούδαγε, άλλος…[i]Αυτά τα στρατοδικεία ήταν ένας συνταγματάρχης, τέσσερις χαμηλόβαθμοι -από ανθυπολοχαγοί έως λοχαγοί, μόνιμοι ή έφεδροι- κι’ ένας ακόμα, βασιλικός επίτροπος.  Συχνά τους αγγάρευαν, ήταν σε μονάδες που επέστρεφαν από τις επιχειρήσεις. Σπανίως στη σύνθεση ήταν και κάποιος του Δικαστικού, ή έφεδρος ανθυπολοχαγός με νομικές σπουδές, όπως ο πατέρας του Θεμιστοκλή. Aυτές τις δίκες τις διοικούσε ο διοικητής της περιοχής, στρατηγός συνήθως. Δηλαδή οι δίκες ήταν μία προέκταση του πολέμου, οι δικαστές δεν δίκαζαν, εκτελούσαν διαταγές. Και στον πόλεμο, ο εχθρός χάνει την ανθρώπινη υπόσταση, έτσι μόνο μπορείς να τον σκοτώσεις χωρίς αναστολές. Αλλά έτσι ο στρατοδίκης απεμπολεί την ανθρώπινη υπόστασή του, καθώς καταργεί ένα κομμάτι της συνείδησής του, την ελευθερία να κρίνει το σωστό από το λάθος. Στην αντίθετη κατεύθυνση,το φαινόμενο της άρνησης των κληρωτών να φτιάξουν εκτελεστικά αποσπάσματα δεν ήταν άγνωστο εκείνα τα χρόνια.[ii]

 

Για τον Εμφύλιο άρχισα πραγματικά να μαθαίνω μετά την Μεταπολίτευση. Τότε που ανοίξαν τα στόματα ολωνών, και του πατέρα μου επίσης. Το πρώτο βιβλίο που διάβασα ήταν Οι Καπετάνιοι, του D. Eudes. Αυτός μού τόδωσε, Ένωση Κέντρου παλιά, Πασόκ μέχρι το κόκκαλο μετά, μέχρι που πέθανε σημιτικός.

 

Νομίζω πως θα πεθάνω κι’ εγώ χωρίς να έχω βρει ολοκληρωμένες απαντήσεις για εκείνη την περίοδο, τις ευθύνες, τις αιτίες, και τα διάφορα what-ifs, παράφερνα των καφενείων και ακάνθινο στεφάνι των ιστορικών. Το ποιος φταίει είναι μπαλάκι που πάει με φάλτσο από την μία μεριά του φιλέ στην άλλη διηνεκώς. Κι’ ίσως αυτό να είναι το νόημα της Ιστορίας, πως δεν προσφέρεται σε τελεσίδικες κρίσεις, όλα αναιρούνται, όλα αναψηλαφούνται, όλα αλλάζουν, όλα είναι σχετικά. Έγινε αυτό το γεγονός, αλλά πριν συνέβη το άλλο, και πριν από το άλλο συνέβη το παράλλο. Κι’ αυτό που κάναν αυτοί δεν είναι τίποτα μπροστά σ’ εκείνο που κάναν οι άλλοι. Ισολογισμοί της κτηνωδίας. Στο τέλος, ο Εμφύλιος ανάγεται σε μιαν άμορφη καταγραφή προσωπικών δραμάτων. Κι’ η ετυμηγορία δεν είναι γι’ αυτή ή την άλλη πλευρά, είναι γι’ αυτόν ή τον άλλον, για τα πρόσωπα του δράματος.

 

Ωστόσο, είμαστε καταδικασμένοι να ρωτάμε. Ποιος άρχισε τον Εμφύλιο; Πως θα ήταν η Ελλάδα αν είχε υπάρξει μια ισχυρή εξόριστη κυβέρνηση να κρατήσει ενωμένες τις αντιστασιακές οργανώσεις; Αν κάποιος είχε το σθένος ή το πολιτικό τάλαντο να σταθεί ανάμεσα στην ΠΕΕΑ και τους άγγλους με τον βασιλιά; Ανεξάρτητος από ξένες δυνάμεις, εγγυητής της ασφάλειας και της εκπροσώπησης όλων μέσα στους θεσμούς του νέου κράτους; Που θα μάζευε τα όπλα των ελασιτών αλλά και που θα δίκαζε τους δοσίλογους; Που θα έδινε την δυνατότητα στους έλληνες να επιλέξουν το πολίτευμα και την Βουλή τους χωρίς βία και νοθεία; Αυτήν την μετάβαση στην Δημοκρατία, η Ευρώπη την γνώρισε το 1945. Ήταν κάτι τέτοιο εφικτό στην Ελλάδα;

 

Εμείς αυτά τα πετύχαμε το 1974. Τον καιρό εκείνο έκανα το πρώτο έτος της Νομικής στην Νίκαια, στην Κυανή Ακτή. Εκεί συνηθίζουν τα ντιμπέητ εξ απαλών ονύχων. Το θέμα μου ήταν η βουλευτική ασυλία στο Σύνταγμα της Πέμπτης Δημοκρατίας, κι’ έπρεπε να υπερασπιστώ την άρση της για έναν βουλευτή που πιάστηκε επ’ αυτοφώρω πούχε ντυθεί κομάντο και πούχε στήσει οδοφράγματα στο Αλγέρι -γαλλική επικράτεια τότε- στις φασαρίες του 1960. Δυστυχώς δεν είχα καταλάβει τίποτα από το θέμα μου, το οποίο αφορούσε στην ασυλία και την άρση της ως συνταγματική διαδικασία, κι’ όχι στα αναμφισβήτητα γεγονότα που οδήγησαν στην αυτόφωρη σύλληψή του βουλευτή, έτσι νόμιζα εγώ, το αδαές ελληνόπουλο. Βυθίστηκα στις εφημερίδες, στα πρωτοσέλιδα, στις ειδήσεις και τις μαυρόασπρες φωτογραφίες. Να βρω γεγονότα και στοιχεία. Ασυνείδητα, ωστόσο, υπηρετούσα την μανία μου να αφηγούμαι την γενική περιπέτεια των ανθρώπων, όπου η ασυλία του κομάντο δεν ήταν παρά μια λεπτομέρεια.

 

Σιγά-σιγά έμαθα να μαθαίνω. Με το δικό μου τρόπο. Η μεταπολεμική Γαλλία και η σύγχρονη Αλγερία φτιάχτηκαν μέσα από έναν μπερδεμένο και πολύπλευρο εμφύλιο, μέσα στις δεκαετίες του πενήντα και του εξήντα. Εκείνα τα γεγονότα έγιναν η αιτία για δύο αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, κλειδιά στο σημερινό γαλλικό δημόσιο δίκαιο. Αλλά κι’ ανάποδα, αυτές τις δύο αποφάσεις είχα κατά νου όταν ξεκίνησα να γράφω αυτό το κείμενο, και μετά επεκτάθηκα σ’ όλα τ’ άλλα για να βρω το πλήρες νόημά τους. Θα μιλήσουμε για  τις αποφάσεις πάρα κάτω, κι ο κολιός τον Αύγουστο.

 

Το σωτήριον 1976 πήρα μεταγραφή στο Αριστοτέλειο. Ανέβηκα άρον-άρον λίγο μετά τις γιορτές, κι’ όπως δεν ήξερα κανέναν, με φιλοξένησε ο Θεμιστοκλής σ’ ένα τριάρι στην Παπάφη, όπου περίσσευε ένα δωμάτιο. Ο οποίος Θεμιστοκλής είχε γίνει κνίτης, και περιφερόταν μ’ ένα κονσερβοκούτι να σφάξει -συμβολικώς βέβαια, δεν θα ήταν ικανός για κάτι άλλο- τους μισούς αντιδραστικούς, γιατί τους άλλους μισούς θα τους έστελναν στην Πίνδο «να την κάνουν αρώσιμη και καλλιεργητή, χα χα!»

 

Τέλος πάντων, τι να κάνουμε, ο Θεμιστοκλής ήταν ένας άνθρωπος πολύ ευαίσθητος στις αλλαγές κλίματος, όπως και πολύς άλλος κόσμος. Ποτέ άλλωστεδεν έκρυψε, ο νεοφώτιστος κομμουνιστής, πωςσκοπός της ζωής του ήταν να βγάλει λεφτά. Έκανε τελικώς μια σπουδαία και επικερδή καριέρα σε κάποιον ευρωπαϊκό οργανισμό για τεχνοκράτες, εκεί όπου η προσαρμοστικότης και τα μεταπτυχικά του στην βιομηχανία των τροφίμων  βρήκαν απήχηση και αποδοχή. Μαζί, έγινε κι’ ο πιο διαπρύσιος κήρυκας της γερμανικής υπεροχής έναντι της ελληνικής ψωροκωστάνεβας.

 

Στα Δημήτρια του 1976 είχε έρθει ο Σαββόπουλος και έπαιξε στο Παλαί ντε Σπορ. Είχαμε πάει με τον Θεμιστοκλή, ο οποίος -ευθυγραμμισμένος με την οργάνωση- εμ απέρριπτε τον τότε Σαββόπουλο ως μικροαστό διανοούμενο/καλλιτέχνη, εμ ήθελε να είναι ενημερωμένος και μέσα σ’ όλα. Εγώ τον άκουσα τον Σαββόπουλο και θαμπώθηκα. Που έλεγε για τον Δεκέμβρη του 44, και τον Τσιτσάνη που στέκει στο κατάφωτο τραμ μ’ ένα μικρό βιολί, και την μπάντα του Ορφανοτροφείου που κάνει τα χρόνια μελλοντικά, και την νύχτα που φέγγει το Στρατοδικείο, και που ξέρει απόξω την διαδρομή της ζωής του γιατί γεννήθηκε στην Σαλονίκη.

 

Έφυγα από το σπίτι με τους κνίτες αφού προηγουμένως έπαιξα ξύλο με τον συγκάτοικο του Θεμιστοκλή, έναν τραμπούκο είκοσι κιλά παραπάνω από μένα, άλλη κατηγορία. Έπαιξα ξύλο κι’ έχασα. Εν πάση περιπτώσει, από αλλού ξεκίνησα και έφτασα στις διαδρομές του Θεμιστοκλή και του Σαββόπουλου. Ίσως γιατί τους φαντάζομαι σαν θερμόμετρα της κοινωνίας.

 

Πως γίνεται να αλλάζεις φρόνημα μόνο και μόνο για να ταιριάξεις στην μόδα της εποχής σου;

 

Θέλω να πω ένα πολιτικό θρίλερ για το φρόνημα, εννοώ την συνείδηση, τις ιδεολογίες, τα πιστεύω, την ύπαρξη των ανθρώπων μέσα σε τραγικές συνθήκες, τις αποφάσεις που παίρνουν, τις ατομικές ή μέσα στις συλλογικότητές τους, αλλά όχι το τζάμπα φρόνημα το χωρίς συνέπειες. Θέλω να πω κυρίως για τους τρομοκράτες, για τους στρατιώτες, και για την εξουσία γενικώς. Και για τους δικαστές, και για τους δικηγόρους, η Δικαιοσύνη παίρνει το νόημά της μόνο μέσα στην δική της ιστορική διάσταση. Καιρός να τελειώσω τα μαθήματα του Συνταγματικού που είχα αρχίσει μισόν αιώνα πριν. Να πω μιαν ιστορία όπου καλό και κακό αλλάζουν θέση διαρκώς, όπου το βασικό σχήμα αριστεράς εναντίον δεξιάς υπάρχει, αλλά δεν είναι απαραίτητα το κυρίαρχο, εντάσσεται κι’ αυτό σε έκτακτες συνθήκες, όπου η νομιμότητα παρανομεί για να επιβιώσει κι’ όχι να συντρίψει, όπου οι δολοφόνοι και οι βασανιστές είχαν προηγουμένως πολεμήσει τον ναζισμό, οι έφηβες βάζαν ωρολογιακές μπόμπες κι’ ακρωτηρίαζαν πεντάχρονα παιδάκια. Πας να ζυγίσεις τέτοιες πράξεις με το δίκαιο, κι’ είναι άδικες. Πας να ζυγίσεις τις πράξεις με την ψυχή τους, και τις βρίσκεις αναγκαίες.

 

Η Γαλλία βρέθηκε στο χείλος του εμφυλίου. Παρ’ όλα ταύτα, εκεί οι θεσμοί λειτούργησαν, τρίζοντας αλλά λειτούργησαν, όχι πάντα δίκαια, λειτούργησαν όμως, ώστε  La République να επανέλθει σε μιαν ευσταθή ισορροπία. Και μέσα από την φρίκη και την παλαβομάρα, κατά τι βελτιωμένη.  

 

Δεν κάνω συγκριτική μελέτη, είναι ανέφικτη. Η χτηνωδία δεν σηκώνει συγκριτικές μελέτες, δεν έχει νόημα η  λογιστική της  φρίκης. Κι’ αν φανεί πως ο νομικός πολιτισμός αλλού είναι ανώτερος από τον δικό μας, είναι ωστόσο επιλεκτικός, ανάλογα τα γαλόνια, την φυλή, την πολιτική δυναμική και τις σκοπιμότητες.

 

Μία νύχτα Ιουνίου, στις Σαράντα Εκκλησιές, μεθυσμένος, έφτιαξα το πρώτο μου τραγούδι.

 

Απελευθέρωση


26 Αυγούστου 1944, Απελευθέρωση. Ο Αλεξάντρ Παροντί στ' αριστερά του Ντε Γκωλ



Στα 1942, ένας σοσιαλιστής νεαρός νομάρχης, ο Ζαν Μουλέν, το σκάει από την κατεχόμενη Γαλλία και πάει και βρίσκει τον Ντε Γκωλ στο Λονδίνο. Ύστερα ξαναγύρισε στην Γαλλία. Και κατάφερε να οργανώσει υπό την αιγίδα του Ντε Γκωλ, όλα τα αντιστασιακά δίκτυα κάθε πολιτικής αποχρώσεως -αυτό που το είπανε Ο Στρατός των Σκιών- σ’ έναν ενιαίο φορέα: το Εθνικό Συμβούλιο της Αντίστασης. Τον Ζαν Μουλέν τον κάρφωσαν στους γερμανούς άγνωστο ποιοί, και βρήκε μαρτυρικό θάνατο το 1943. Συνέχισαν οι άλλοι[iii].

 

Εκτός από τον Στρατό των Σκιών, χάρη στις αποικίες και τα Υπερπόντια Εδάφη, η  Ελεύθερη Γαλλία έφτιαξε και έναν τακτικό εθνικό στρατό. Αλγερινοί, μαροκινοί, σενεγαλέζοι και άλλοι αφρικανοί έχυσαν ποτάμια αίμα στην Αφρική, στην Ιταλία, στην Γαλλία[iv].Έτσι που όταν ο Ντε Γκωλ μπήκε στο Παρίσι και περπάτησε στο Σανζ Ελυζέ, μπήκε ως ηγέτης μιας σύμμαχης χώρας, πλάι στους αμερικάνους, τους βρετανούς και τους ρώσους. Ίσως όχι ακριβώς ισότιμος, αλλά κάπως ισότιμος. Κι’ όχι ο ζητιάνος ψυχίων νομιμοποίησης σε μια χώρα πούχε συνεργαστεί με τον ναζισμό.

 

Εκτός από τα σαμποτάζ, τις πληροφορίες και τον παράνομο τύπο, το Εθνικό Συμβούλιο της Αντίστασης έφτιαξε ένα πολιτικό πρόγραμμα για μετά την Απελευθέρωση. Πέρα από την αποκατάσταση του δημοκρατικού πολιτεύματος, τα δικαιώματα, την ελευθερία του Τύπου και τ’ άλλα βασικά, το πρόγραμμα προέβλεπε τεράστιες μεταρρυθμίσεις στην κοινωνική ασφάλιση, το δίκαιο της εργασίας και τον συνδικαλισμό, καθώς και μια σειρά στρατηγικών εθνικοποιήσεων[v]. Ήταν μία συμφωνία κυρίων μεταξύ του Ντε Γκωλ και της Αριστεράς, προπάντων δε των Κομμουνιστών. Που είχανε αποχτήσει -και δικαίως- τον τίτλο του Κόμματος των ντουφεκισμένων.

 

Η οποία συμφωνία εφαρμόστηκε στα βασικά της τουλάχιστον σημεία από τις πρώτες προσωρινές κυβερνήσεις, με υπουργούς γκωλιστές, κομμουνιστές, σοσιαλιστές, κεντρώους, γενικώς ανθρώπους μιας τεράστιας συναίνεσης που είχε βγει από την Αντίσταση. Σαν να λέμε ένα καινούργιο Κοινωνικό Συμβόλαιο.

 

Εκεί που χάλασε η συναίνεση ήταν στο καινούργιο Σύνταγμα. Ο Ντε Γκωλ, με την εμπειρία της κυβερνητικής παραλυσίας που έφερε στην εξουσία τον Πετέν, ήθελε ένα ισχυρό Πρόεδρο της Δημοκρατίας, να μπορεί να ανταποκριθεί στις μεγάλες κρίσεις. Κι’ όλοι οι άλλοι αναφανδόν ισχυρό Κοινοβούλιο με απλή αναλογική, τρόπον τινά μιαν επιστροφή στον Μεσοπόλεμο και την Τρίτη Δημοκρατία. Μετά από δύο αναθεωρητικές εθνοσυνελεύσεις και δύο δημοψηφίσματα, η Γαλλία απέκτησε το αμιγώς κοινοβουλευτικό Σύνταγμα του 1946. Στην διαδικασία, ο Ντε Γκώλ έχασε την δεδηλωμένη, τσαντίστηκε, και αποσύρθηκε από την πολιτική.

 

Αυτό που προέκυψε ήταν οι αναιμικές κυβερνήσεις της Τέταρτης Δημοκρατίας.Οι γκωλικοί και οι κομμουνιστές κράτησαν βέβαια τα υψηλά ποσοστά και την επιρροή τους, αλλά πολιτικώς απομονώθηκαν, έμειναν στην μπάντα. Το μαγαζί πέρασε σ’ ένα συνονθύλευμα σοσιαλιστών και χριστιανοδημοκρατών, μία πλειάδα κόμματα και κομματάκια, κυβερνήσεις επί κυβερνήσεων που κάθε τόσο άλλαζαν σύνθεση και όνομα αναλόγως πως λέγανε τον πρωθυπουργό. Άλλος έμενε πολύ, άλλος λίγο. Από δύο μέρες μέχρι δεκατρείς μήνες. Οι γάλλοι την κυβέρνηση την λένε και καμπινέ[vi].

 

Στις 23 Νοεμβρίου 1946 ο γαλλικός στόλος βομβάρδισε την Χαϊφόνγκ, επειδή του κάπνισε του ναυάρχου, την ίδια ώρα που ο Χο Τσι Μινχ ήταν στο Παρίσι, στις διαπραγματεύσεις για την ανεξαρτησία του Βιετνάμ[vii]. Σκοτώθηκαν έξι χιλιάδες άμαχοι. Εικοσιτρείς μέρες μετά, οι Βιετμίνχ χτύπησαν το Ανόι. Έτσι άρχισε ο πόλεμος της Ινδοκίνας. Που τον χρηματοδότησαν οι αμερικάνοι, προβλέποντας τον Ψυχρό Πόλεμο και την επέμβαση των σοβιετικών στην περιοχή. Στον οποίο πολέμησαν (και) γερμανοί αιχμάλωτοι της Βέρμαχτ και των SS, καταταγμένοι στην Λεγεώνα των Ξένων. Που τον υπονόμευσαν απεργώντας οι κομμουνιστές λιμενεργάτες της Μασσαλίας και την Χάβρης. Που χάθηκε τελικώς, στις λάσπες του Ντιεν Μπιεν Φου[viii], το 1954. Κι’ έγινε η Ινδοκίνα Βόρειο Βιετνάμ και Νότιο Βιετνάμ.

 

Με το που ξέμπλεξε από την Ινδοκίνα, η Γαλλία έμπλεξε στον άλλο τραχανά που είχε απλωμένο, της Αλγερίας. Τι τραχανά, κουσκούς το λένε εκεί. Και βάζουν αποπάνω τι αρνί, τι κοτόπουλο, τι μεργκέζ, που είναι λουκάνικα καφτερά αρνίσια, τι κολοκυθάκια, φασολάκια, ρεβύθια, όλα κοκκινιστά αυτά, κι’ από πάνω χαρίσσα καφτερή, κι’ έχουνε κάτι κόκκινα κρασιά στην Αλγερία καταπληκτικά!

 

Η Αλγερία, σημειωτέον, ήταν γαλλική επικράτεια, όπως ακριβώς η Λυών και το Στρασβούργο. Δηλαδή δεν ήταν ούτε Υπερπόντια Εδάφη, που παλιά τα λέγαν αποικίες όπως η Σενεγάλη και η Ακτή Ελεφαντοστού, και μετά τα είπαν Γαλλική Ένωση με το Σύνταγμα του 1946, και τελικώς τους παρεσχέθη η ανεξαρτησία με το Σύνταγμα του 1958. Ήταν Γαλλία, σκέτο. Εκεί ζούσαν εννιάμισι εκατομμύρια κόσμος, το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Γαλλίας. Από αυτούς, το ένα εκατομμύριο ήταν γάλλοι ευρωπαϊκής καταγωγής, απόγονοι αποίκων, φτωχοδιάβολοι που είδαν προκοπή και λιακάδα, οι λεγόμενοι πιενουάρ, με ρίζες στην Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία, καθολικοί, και μαζί κάμποσοι εβραίοι σεφαραδίτες, αναντάν μπαμπαντάν εκεί, από τους ρωμαίους και την Ισαβέλλα, που η Δημοκρατία τους είχε αναγνωρίσει πλήρη πολιτικά και αστικά δικαιώματα από το 1870 και μετά. Και τα οκτώμισι ήταν ντόπιοι αλγερινοί, μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα, άραβες και καβύλοι, εξαθλιωμένοι, αγράμματοι, σε προϊούσα κατάσταση ζητιανοποίησης, καθώς η τεχνολογία τους έκανε σιγά-σιγά περιττούς για την δουλειά στις φάρμες των αποίκων. Γι΄ αυτούς, την μάζα, ίσχυε ένα αποικιακό νομικό καθεστώς[ix], ένα απαρτχάιντ σ’ ένα χώρο έκτασης τέσσερις φορές η Μητροπολιτική Γαλλία, που η έρημός του έφτανε ως την καρδιά της Αφρικής. Υπήρχε πάντως κάποια μικρή μουσουλμανική ελίτ κάποιων ενσωματωμένων στην ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων -κτηματίες, έμποροι, γιατροί, δικηγόροι, υπάλληλοι- αναγκαίο γρανάζι της αποικιακής μηχανής.

 

Στις 8 Μαΐου 1945 η Ανθρωπότης πανηγύριζε την ήττα του ναζισμού και την παράδοση της Γερμανίας. Πήγαν να πανηγυρίσουν και οι αλγερινοί. Κατέβηκαν λοιπόν, σε μια πόλη, Σετίφ λέγεται[x], και είχαν σηκωμένες και τις γαλλικές σημαίες, αλλά και τις δικές τους μαζί, τις πράσινες με το μισοφέγγαρο ανακατεμένες, που απαγορεύονταν οι δικές τους, και πανώ υπέρ της ανεξαρτησίας, κι’ άλλα πανώ απλώς υπέρ της ισοπολιτείας, που λέγαν «θέλουμε να είμαστε ίσοι σας.» Ανάψαν λοιπόν τα αίματα, κι’ εκεί απάνω ένας αστυνομικός βγάζει το περίστροφο και μπαμ! καθαρίζει τον σημαιοφόρο, ένα παλληκάρι εικοσπέντε χρονών. Ακολούθησαν άγρια επεισόδια, είχε δεκάδες νεκρούς ένθεν και ένθεν εκείνη την μέρα. Μα το χειρότερο ήταν ο γενικός ξεσηκωμός που ακολούθησε, ένα απερίγραπτο κύμα βίας από το μουσουλμανικό στοιχείο, όπου σφάξανε καμιά εκατοστή γάλλους, κυρίως σε απομονωμένα αγροκτήματα της περιοχής. Βιασμοί, ακρωτηριασμοί, ξεκοιλιάσματα, μία φρίκη. Το Παρίσι αντέδρασε, έβαλε την Λεγεώνα να καθαρίσει, μαζί και κάτι αποικιακά συντάγματα, ντόπιους, μαροκινούς και σενεγαλέζους. Βομβάρδισαν κι’ από την θάλασσα δύο καράβια, στείλαν και την αεροπορία, ισοπέδωσε μερικά χωριά. Εντωμεταξύ, οι έποικοι είχαν οργανωθεί σε πολιτοφυλακές, τους είχε δώσει όπλα ο νομάρχης. Κι’ άρχισαν τις συνοπτικές εκτελέσεις μουσουλμάνων αδιακρίτως. Κατεστάλη τελικώς η εξέγερση, έξι χιλιάδες οι νεκροί μουσουλμάνοι.

 

Τα επόμενα χρόνια, νεκρική ηρεμία. Κάποιες άτολμες προσπάθειες έγιναν μόνο από διάφορες κυβερνήσεις που ανεβοκατέβαιναν, μήπως εξανθρωπιστεί εκείνο το καθεστώς πριν ξεσπάσει η καταιγίδα. Ματαιώθηκαν από την αδιαλλαξία των πιενουάρ και την αδυναμία της Τέταρτης Δημοκρατίας[xi]. Μέχρι που φτάσαμε στο 1954.

 

Που το 1954 ιδρύθηκε το Μέτωπο Απελευθέρωσης της Αλγερίας, το FLN. Κι’ άρχισε τον ένοπλο αγώνα, με τις πλάτες της Αιγύπτου, της Τυνησίας, του Μαρόκου και της ΕΣΣΔ. Που η Τυνησία και το Μαρόκο είχαν αποκτήσει την ανεξαρτησία τους το 1956, έργο της σοσιαλιστικής κυβερνήσεως Μεντές-Φρανς[xii], με υπουργό εσωτερικών τον Φρανσουά Μιτεράν. Ο οποίος ήθελε να εκδημοκρατήσει την Αλγερία και να προλάβει τα χειρότερα. Έφτιαξε προγράμματα επιμόρφωσης των μουσουλμάνων. Μετέθεσε διακόσιους αστυνομικούς που ήταν ύποπτοι για βασανιστήρια, έφερε άλλους στη θέση τους από το Παρίσι. Κι’ άλλα έκανε, αλλά εις μάτην, οι πιενουάρ είχαν κηρύξει ανένδοτο κατά των αλλαγών, θεωρούσαν την Αλγερία τσιφλίκι τους, υπονόμευαν κάθε αλλαγή, φοβέριζαν να ρίξουν την κυβέρνηση, οι δε υπέρμαχοι της Γαλλικής Αλγερίας ήταν συμπαγές γκρουπ  στην Βουλή. Που στο τέλος έπεσε η κυβέρνηση Μεντές-Φρανς λόγω που δεν επέλυσε το αλγερινό.

 

Ανεβαίνει ο άλλος σοσιαλιστής, ο Γκυ Μολλέ[xiii], που επισκέφθηκε αυτός την Αλγερία και του ρίχνανε ντομάτες οι πιενουάρ. Σ΄αυτή την κυβέρνηση Γκυ Μολλέ αναλαμβάνει ο Μιτεράν υπουργός της Δικαιοσύνης. Εντωμεταξύ, το FLN είχε κλιμακώσει τις επιθέσεις σε ύπαιθρο και πόλεις, ο στρατός ανταπέδιδε τα δέοντα μα σφαγές και ωμότητες στους άμαχους μουσουλμάνους. Οι γάλλοι στην Αλγερία ήταν χειρότεροι από τους γερμανούς στα Βαλκάνια.

 

Και δεν έφταναν αυτά, οι αμερικάνοι δεν βόηθαγαν, όπως στην Ινδοκίνα. Καθότι η κατάρρευση των προπολεμικών αποικιακών δυνάμεων άφηνε χώρο για την δική τους επέκταση. Οι αμερικανοί είχαν διαδεχθεί τους άγγλους στην Μέση Ανατολή και στα πετρέλαια. Ήθελαν λοιπόν να τάχουν καλά με τον Νάσερ, λόγω της διώρυγος, κι’ ας όπλιζε ο Νάσερ τον FLN, δουλειά του. Ο οποίος Νάσερ το 1956 εθνικοποίησε την διώρυγα του Σουέζ, που την είχε μια αγγλογαλλική εταιρία. Οπότε οι γάλλοι με τους άγγλους, μαζί και οι ισραηλινοί, για δικούς τους λόγους αυτοί, τα κανόνισαν να κάνουν εισβολή να τον ρίξουν. Αυτό το κανόνισαν κρυφά από τους αμερικάνους. Μέχρι που έγινε η εισβολή δεν είχαν ιδέα οι αμερικάνοι, και οι αγγλογαλλοισραηλινοί κατέλαβαν την διώρυγα. Και μπορεί στρατιωτικώς να τα κατάφεραν, αλλά πολιτικώς και διεθνώς οι αντιδράσεις ήταν τεράστιες. Ο ΟΗΕ έβγαλε ψήφισμα να σταλούν κυανόκρανοι στο Σουέζ. Βεβαίως το ψήφισμα ήταν της Γενικής Συνελεύσεως, δεν ήταν απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας, δηλαδή ήταν αέρας κοπανιστός. Αλλά οι σοβιετικοί -οι οποίοι από σαρκασμό της Ιστορίας είχαν εισβάλει τον ίδιο καιρό στην Ουγγαρία- απείλησαν να επέμβουν στο Σουέζ να διώξουν τους αποικιοκράτες. Μπλοφάρανε βεβαίως, διότι έτσι θα ξεκίναγαν τον Τρίτο Παγκόσμιο, και δεν ήταν παλαβοί να τον ξεκινήσουν. Αλλά η ρώσικη μπλόφα, μαζί με την διεθνή καταδίκη, έπιασε τόπο. Οπότε αρχές του 1957 οι αγγλογάλλοι και οι ισραηλινοί τα μάζεψαν και έφυγαν από την Αίγυπτο.

 

 

 

 

Πως γίνεται ο πόλεμος

 

Ο Μασσύ

Αρχές του 1956, το FLN αγρίεψε κι’ άλλο. Πιάνουν κάτι παρακρατικοί[xiv], παρακλάδια της Αντικατασκοπείας, βάζουν εις αντίποινα μία μπόμπα στην Κάσμπα, ανατινάζουν ένα σπίτι, ογδόντα νεκροί με την μία. Οι άλλοι λύσσαξαν, απάντησαν με άλλες μπόμπες. Από κει κι’ έπειτα, ανοίξαν οι πύλες της κολάσεως. Ο Μιτεράν, στο Δικαιοσύνης, αν και υπέρ του εκδημοκρατισμού και της ενσωματώσεως των μουσουλμάνων, υποχρεώνεται να περάσει από την Βουλή ένα νόμο εκτάκτων συνθηκών, ανέστειλε τα δικαιώματα και τις εγγυήσεις, έδωσε αρμοδιότητα στα στρατοδικεία, κι έδωσε στον στρατό πλήρη εξουσία να καταστείλει την εξέγερση με κάθε μέσο.

 

Ήταν κάτι δεσποινίδες δηλαδή, με ονόματα εξωτικά, Ζοχρά, Τζαμιλά, Χασιμπά[xv], και άπταιστα γαλλικά, νέες, όμορφες, μορφωμένες, με το ταγεράκι τους, πίνανε, καπνίζανε, χορεύανε τσατσά. Δηλαδή καθόλου ισλαμίστριες και τα λοιπά. Τις έκοβες για ευρωπαίες. Δηλαδή, μερικές ήταν κιόλας. Λοιπόν, αυτές βάζαν τις μπόμπες, που δεν τις έπιανε το μάτι σου. Πέρναγαν τα μπλόκα του στρατού, κάθονταν στο μπαρ, στο ζαχαροπλαστείο, να πούμε, παράγγελναν, άφηναν την μπόμπα, φεύγανε. Μετά γέμιζε ο τόπος πτώματα και σακατεμένους, αίματα, κομμένα μέλη, άντρες, γυναίκες, παιδιά αδιακρίτως. Έναντι της ασύμμετρης απειλής, ο στρατός τράβηξε κι’ αυτός την κτηνωδία στα άκρα.

 

Ήτανε και μια μεραρχία αλεξιπτωτισταί. Αυτοί είχανε διοικητή έναν Μασσύ, έναν ο θεός να σε φυλάει, και αυτός είχε διοικητή συντάγματος έναν Μπιζάρ, ακόμα χειρότερο[xvi]Μπαίνανε οι αλεξιπτωτιστές στα σπίτια του κόσμου, τους χτυπάγανε, τους ξεφτιλίζανε, κάναν τυφλές συλλήψεις μπας και βρούνε τα δίκτυα των βομβιστών. Βασανιστήρια, μπανιέρα, ηλεκτρογεννήτρια[xvii], εκβιασμοί, βιασμοί, ότι θες. Μετά, τους πετάγανε στην θάλασσα από τα ελικόπτερα, όλα αυτά έγιναν τρέχουσα πρακτική λόγω του νόμου περί εκτάκτων συνθηκών του Μιτεράν. Αλλά δεν μπορούσαν να εξαρθρώσουν το δίκτυο με τις δεσποινίδες και τους αρχηγούς τους.

 

Τελικώς, τα κατάφεραν χάρη σ’ έναν λοχαγό της Αντικατασκοπείας, ονόματι Πωλ-Αλαίν Λεζέ[xviii], μεγάλο καριόλη. Αυτός δεν ήταν πολύ των βασανιστηρίων, τούκοβε. Είχε γεννηθεί στο Μαρόκο, αλλά μεγάλωσε στο Σετίφ. Και μίλαγε τα αραβικά και τα βερβέρικα της Καβυλίας σαν τα γαλλικά. Ήταν και μαυροτσούκαλο, τον νόμιζες για ντόπιο. Στον Δεύτερο Παγκόσμιο υπηρέτησε στους κομάντος, μετά έκανε και στην Ινδοκίνα. Αλλά και  διάνοια, διότι κατά κάποιον τρόπο τον σεβόταν τον αλγερινό, τον ήξερε, μπορούσε να μπει στην ψυχολογία του. Με απειλές κι’ εκβιασμούς κατάφερε έτσι να τουμπάρει καναδυό, και δούλευαν για τον Λεζέ. Έτσι κατάφεραν κι’ έπιασαν τον Λαρμπί Μπεν Μιχντί[xix].

 

Ανέλαβε ο υπαρχηγός του, ο Γιασέφ Σααντί. Αλλά κανείς δεν ήξερε το κρησφύγετό του Σααντί μέσα στην Κάσμπα. Όμως ανάμεσα στους αλλαξοπιστήσαντες ήταν και μία κοπέλλα, αυτή έδινε τα μηνύματα σε κάποιον ο οποίος τα μετέφερε στο κρησφύγετο του Σααντί. Αλλά στα σοκάκια ήταν αδύνατον να τον παρακολουθήσεις μέχρι το κρησφύγετο, θα το καταλάβαινε  αυτός πως παρακολουθείται, και δεν θα πήγαινε στον Γιασέφ. Τι έκανε λοιπόν ο Λεζέ: είπε της κοπέλλας να βάλει το χέρι της μέσα τριμμένη κιμωλία. Και την ώρα που θα συναντιόταν με τον σύνδεσμο, να τον χτυπήσει στην πλάτη, δήθεν άειντε και καλό δρόμο, να προσέχεις. Οπότε έφυγε αυτός μαρκαρισμένος, και όλοι οι σμπίροι του Λεζέ -γυναίκες με τον φερετζέ, παιδιά ξυπόλυτα, μαγαζάτορες, αλήτες, οι πάντες μέσα στην Κάσμπα μπορούσαν νάναι σμπίροι του Λεζέ- ήταν ειδοποιημένοι να ψάχνουν τον άνθρωπο με την κιμωλία. Κι΄ έτσι πιάσανε τον αρχηγό, μαζί με την Ζοχρά. Αυτοί οι δύο ήταν ερασταί. Τους δώσανε του Μπιζάρ, τους βασανίσανε, τους εκβίασαν, μιλήσανε αυτοί, πιάσανε και τους άλλους. Ή μπορεί και να μην μιλήσανε, τους άλλους να τους βρήκανε από αλλού, αλλά έτσι άφησε να διαδοθεί ο Λεζέ, να τους λερώσει, πολύ έξυπνο εκ μέρους του.

 

Και δουλεύανε παραλλήλως τα στρατοδικεία, μοιράζανε αβέρτα θανατικές ποινές. Από τα χέρια του Μιτεράν πέρασαν καμιά ογδονταριά αιτήσεις χάριτος για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Έδωσε αρνητική εισήγηση σ’ όλες, πλην πεντέξι. Έστειλε κόσμο πολύ στην καρμανιόλα, ο Μιτεράν. Να σώσει το τομάρι του. Διότι η δεξιά θεωρούσε πως η πολιτική του της ενσωμάτωσης των μουσουλμάνων ήταν δούρειος ίππος του FLN, κι’ ο Μιτεράν έπρεπε να αποδείξει πως δεν ήταν δούρειος ίππος.

 

Η άλλη του μεγάλη επιτυχία του λοχαγού Λεζέ ήταν που διάλυσε το αντάρτικο της Καβυλίας. Εκεί ο FLN είχε έναν διοικητή, τον Αμιρούς[xx]. Αυτός ο Αμιρούς ήταν αδίσταχτος και πολύ ενεργητικός, μπορούσε να κάνει ποδαράτο πενήντα χιλιόμετρα την ημέρα. Αλλά ήταν και παρανοϊκός. Υποψιαζόταν τους πάντες, και κυρίως τους μορφωμένους, που είχαν σπουδάσει στα γαλλικά σχολεία. Γιατί εκτός από παρανοϊκός ήταν και θρήσκος, επιπλέον.

 

Οπότε τι έκανε ο Λεζέ; Έπιανε ξερωγώ κάποιον αντάρτη, που τον έκοβε λίγο αγαθιάρη. Δεν τούλεγε ευθέως πως έτσι κι’ έτσι, την έβαψες, ξέρω πως είσαι αντάρτης, πες τα μου όλα. Όχι. Απλώς παρίστανε πως τον ανέκρινε, σαν ύποπτο σκέτο ξερωγώ. Και τον ρώταγε για τόνα και για τ’ άλλο, με τρόπο που του έβαζε την ιδέα πως ο δείνα, ο τάδε σημαίνων του FLN, είναι ρουφιάνος. Μετά, τον αμόλαγε, δήθεν πως δεν είχε επαρκή στοιχεία να τον κρατήσει. Κι’ αυτός πήγαινε κι’ έδινε την φυτεμένη πληροφορία στον Αμιρούς. Ο Αμιρούς είχε έναν βασανιστή επονομαζόμενο Χασέν ο Μαρτύριος[xxi], χτήνος αδίσταχτο. Ο Μαρτύριος είχε μία πατέντα, έδενε τον ανακρινόμενο χέρια πόδια, τούβαζε και κοτρώνες στην πλάτη, και τον κρέμαγε πάνω από τη φωτιά. Πνιγόταν αυτός από τους καπνούς, ψηνόταν, του σπάγαν οι αρθρώσεις απ’ το βάρος, στο τέλος ομολογούσε τη μάνα του και τον πατέρα του. Πως είναι χαφιές των γάλλων, κι’ αυτός, κι’ όποιος άλλος του είχε κολλήσει του Αμιρούς για χαφιές.

 

Είχαν συλλάβει, να πούμε, μία κοπελίτσα, δι’ ασήμαντον αφορμήν δηλαδή, είχε ράψει μία σημαία με το μισοφέγγαρο. Ο Λεζέ δεν την ζόρισε, κάνανε μια συζήτηση, συμφωνήσανε να την αφήσει να φύγει, αλλά να του λέει τι ακούει στη γύρα, μια φορά την βδομάδα να βρίσκονται να τον ενημερώνει. Εκεί απάνω χτυπάει δήθεν το τηλέφωνο στο δίπλα γραφείο. Πάει ο Λεζέ να το σηκώσει, κι’ εκεί που μιλούσε την παρακολούθαγε από την πόρτα, την είχε αφήσει μισάνοιχτη επίτηδες. Κι’ είχε αφήσει κάτι χαρτιά υπηρεσιακά πάνω στο τραπέζι, αλλά ψεύτικα, κίβδηλα, όχι αυθεντικά, να τα βλέπει η κοπελίτσα. Και λέγαν τα χαρτιά ποιοι ήταν οι χαφιέδες δήθεν των γάλλων μέσα στον FLN, εκεί, στην περιφέρεια του Αμιρούς. Κι’ όταν βεβαιώθηκε πως τα είδε αυτή καλά-καλά και τα εντυπώθηκε, έκλεισε το τηλέφωνο και επέστρεψε στην κοπελίτσα. Προσεφέρθη μάλιστα να την γυρίσει στο σπίτι της, έμενε μακριά. Αλλά πριν την γυρίσει, έκαναν με το αυτοκίνητο μια βόρτα μέσα στο Αλγέρι, να την δούνε όλοι που κυκλοφορούσε με τον γάλλο αξιωματικό της αντικατασκοπείας.

 

Η κοπελίτσα πάνω στην βδομάδα τόσκασε, βγήκε στο βουνό, στον Αμιρούς. Αυτή περίμενε υποδοχή μετά βαΐων και κλάδων. Όπου την αρχίζει στις γρήγορες ο Αμιρούς με τον Μαρτύριο, μωρή που μας πρόδωσες, σε είδαν με τον γάλλο που σε πήγαινε με το αυτοκίνητο. Εγώ σε πρόδωσα, του λέει η κοπελλίτσα, ή όλοι σου οι αξιωματικοί, ο τάδε, ο τάδε, ο δείνα, είδα τα χαρτιά. Τσιμπάει ο παρανοϊκός ο Αμιρούς. Τους πιάνουνε αυτουνούς, άντε πάλι το ίδιο το βιολί, απεσπάσθησαν οι ομολογίες, όπερ έδει δείξαι, εκτέλεση.  Την δε κοπελλίτσα την ξεκοιλιάσανε με το μαχαίρι, μήπως ήτανε κι’ αυτή ρουφιάνα. Για σιγουριά.

 

Πιο πολλούς νεκρούς είχε το FLN από τις εσωτερικές εκκαθαρίσεις παρά στις μάχες, μπορεί και 6.000 να τους ξέκανε ο Λεζέ μ’ αυτή τη μέθοδο. Άσε πόσοι λιποτακτήσανε, πήγανε στους γάλλους, έγιναν χαρκί[xxii].Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, το γονατίσανε το αντάρτικο.

 

Ωστόσο δεν το τελειώσανε. Το αντάρτικο άντεξε. Και τα εσωτερικά προβλήματα που είχε  φέρει ο πόλεμος στην Γαλλία ήταν άλυτα.

 

Έρχεται ο Ντε Γκωλ

 

Ο δικηγόροος αλεξιπτωτιστής βουλευτής Λαγκαγιάρντ



Αστάθεια, αδιαλλαξία, αδιέξοδα, η βενζίνη στα ουράνια λόγω Σουέζ, κάτι και τα τέλη κυκλοφορίας που έβαλε, και κάτι φόροι, έπεσε κι’ η κυβέρνηση Γκυ Μολλέ. Μεσολάβησαν κάτι θνησιγενείς ολίγων ημερών, και Μάιο του 1958 ανέλαβε η κυβέρνηση Πφλεμλέν, κεντρώος αυτός, πλην ανοιχτά υπέρμαχος της αυτοδιάθεσης της Αλγερίας. Ν’ αρχίσουν δηλαδή συζητήσεις με τον FLN, να δούνε τι θα γίνει. Με το που ορκίστηκε η κυβέρνηση Πφλεμλέν, ξεσηκώθηκαν στο Αλγέρι οι πιενουάρ, μαζί τους και κάμποσοι επιφανείς γκωλικοί, και βεβαίως οι στρατιωτικοί,  μεταξύ άλλων ο αρχηγός Ενόπλων Δυνάμεων Αλγερίας, ο Σαλάν[xxiii], και κάτι άλλοι καραβανάδες, κι’ ο Μασσύ βεβαίως, δεν λείπει ο Μάρτης από την Σαρακοστή. Και έγινε ένα ντου, ήταν κι’ ένας φοιτητής νομικής, ο Λαγκαγιάρντ[xxiv], αυτός είχε υπηρετήσει στους αλεξιπτωτιστάς, πολύ δραστήριος να πούμε, πήρε ένα φορτηγό κι’ έσπασε την πόρτα του Διοικητηρίου, και κατέλαβαν το Διοικητήριον ο όχλος, και εκεί ο Μασσύ ίδρυσε την Επιτροπή Εθνικής Σωτηρίας, κι’ έβαλε τον εαυτό του πρόεδρο. Και κάνανε προνουνσιαμέντο, απειλούσαν οι στρατηγοί με επέμβαση στο Παρίσι αν η κυβέρνηση δεν παραιτιόταν, και θέλαν να φωνάξουν τον Ντε Γκωλ να κάνει καινούργια κυβέρνηση, να κρατήσει την Αλγερία γαλλική. Έστειλαν μάλιστα-οι στρατηγοί- ένα τάγμα αλεξιπτωτιστές και κατέλαβαν την Κορσική, έτσι για να δείξουν πόσο σοβαροί ήταν. Και φοβέριζαν να πάνε και στο Παρίσι, όπως είπα, αερομεταφερόμενοι. Μέχρι κι’ ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απειλούσε να παραιτηθεί αν δεν ερχόταν ο ΝτεΓκωλ. Οπότε, παραιτήθηκε ο Πφλεμλέν, τι νάκανε;

 

Ο οποίος Ντε Γκωλ οικουρούσε στο Κολομπέ χολωμένος, πάνε χρόνια τώρα που τον είχαν παραπετάξει, μετά που έστησε το μαγαζί. Σα λεμονόκουπα, τον στίψανε και τον πέταξαν. Αλλά παρακολουθούσε, και έκανε και καμιά δήλωση πότε-πότε. Και ο οποίος Ντε Γκωλ ανταποκρίθηκε και πάλι στο κάλεσμα του έθνους, και δέχθηκε να γυρίσει. Έφτιαξε κυβέρνηση δική του, πήρε ψήφο εμπιστοσύνης, πήγε στο Αλγέρι, βγήκε στο μπαλκόνι και είπε το περίφημο «Σας εννόησα», και κάπου αλλού αναφώνησε «Ζήτω η Γαλλική Αλγερία», και οι πιενουάρ κατάλαβαν ευλόγως πως ο στρατηγός θα συνέχιζε τον πόλεμο μέχρι να τον κερδίσει, ήξερε αυτός να κερδίζει, και επευφημούσαν μέσα σε μια πατριωτική φρενίτιδα παλιμπαιδικού θριάμβου.

 

Το πρώτο που έκανε ο στρατηγός ήταν ένα καινούργιο Σύνταγμα στα μέτρα του και στα μέτρα των περιστάσεων. Με ισχυρό Πρόεδρο της Δημοκρατίας, που ουσιαστικά γινόταν προϊστάμενος της Κυβέρνησης: προήδρευε του Υπουργικού Συμβουλίου και επικύρωνε τις πράξεις του. Και τούτο ουσιαστικά, όχι τυπικά. Επιπλέον, ήταν ο πραγματικός αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων, και είχε δικαίωμα να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να κάνει εκλογές. Το έγραψε μαζί με τους συνταγματολόγους, τόβαλε στο  δημοψήφισμα τον Σεπτέμβριο του 1958, και το πέρασε με ποσοστό πάνω από 80%. Είναι το ίδιο Σύνταγμα που ισχύει και σήμερα, με κάτι τροποποιήσεις που δεν μας αφορούν εδώ. Θα κρατήσουμε τρία-τέσσερα πράγματα όμως από εκείνο το Σύνταγμα του 1958. Το Σύνταγμα της Πέμπτης Δημοκρατίας[xxv].

 

Το πρώτο είναι το αρθρο 16, που λέει ότι «αν οι θεσμοί της Δημοκρατίας, η εδαφική της ακεραιότητα, η ανεξαρτησία του Έθνους, ή οι διεθνείς δεσμεύσεις της απειλούνται κατά τρόπο σοβαρό και άμεσο, και η κανονική λειτουργία των συνταγματικών δημόσιων εξουσιών διακοπεί, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας λαμβάνει κάθε μέτρο απαιτούμενο από τις περιστάσεις, αφού συμβουλευτεί επισήμως τον Πρωθυπουργό, τους Προέδρους της Βουλής και της Γερουσίας, καθώς και το Συνταγματικό Δικαστήριο. Ενημερώνει το Έθνος με μήνυμά του»...

 

Το δεύτερο είναι το αρθ. 11, που προβλέπει πως «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μετά από πρόταση της κυβερνήσεως... μπορεί να υποβάλει σε δημοψήφισμα κάθε σχέδιο νόμου σχετικού με την πολιτειακή οργάνωση...ή την κύρωση μιας διεθνούς συνθήκης, η οποία, χωρίς να αντίκειται στο Σύνταγμα, θα είχε συνέπειες στην λειτουργία των θεσμών.»

 

Το τρίτο είναι το άρθρο 34, που ορίζει πως «Ο νόμος ορίζει τους κανόνες που αφορούν: ...την ποινική δικονομία...την δημιουργία δικαστηρίων νέας δικαιοδοσίας...»

 

Το τέταρτο είναι το αρθρο 38, που λέει πως «Η Κυβέρνηση μπορεί, για την εκτέλεση του προγράμματός της, να ζητήσει από την Εθνοσυνέλευση την άδεια να λάβει με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, για ορισμένο χρονικό διάστημα, μέτρα που κανονικά ανήκουν στο πεδίο του νόμου. Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου αποφασίζονται στο υπουργικό Συμβούλιο, μετά από γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Τίθενται σε ισχύ από της δημοσιεύσεώς τους, αλλά παύουν να ισχύουν αν το νομοσχέδιο της επικύρωσης δεν κατατεθεί στην Εθνοσυνέλευση πριν την ημερομηνία που προβλέπει ο εξουσιοδοτικός νόμος...»

 

 «Το Σύνταγμα πρέπει να είναι βραχύ και σκοτεινό,» είχε πει ο Βοναπάρτης. «Πρέπει να είναι γραμμένο έτσι ώστε να μην ενοχλεί την δράση της κυβερνήσεως.»

 

Ύστερα ο Ντε Γκωλ προκήρυξε προεδρικές, και βγήκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Επίσης έκανε κάτι πολύ φρόνιμο, έβγαλε στην σύνταξη όλη την ανώτατη διοίκηση του στρατού της Αλγερίας, αυτούς που τον φέραν στην εξουσία. Ή τους έστειλε να βαράνε μύγες σε τίποτα γραφεία στην Μητρόπολη.

 

Πλην του Μασσύ, που τον προβίβασε, και τον έβαλε στρατιωτικό και πολιτικό διοικητή της πόλεως Αλγερίου και περιχώρων.

 

Και τότε, αφού πήρε τον έλεγχο της χώρας καλά-καλά, μελέτησε και την κατάσταση εμβριθώς, βγήκε και τάπε έξω από τα δόντια. Διότι πριν ένα-δύο χρόνια μπορεί να ήταν οπαδός της Γαλλικής Αλγερίας, αλλά τώρα το έβλεπε, η εποχή της αποικιοκρατίας είχε λήξει, η Αλγερία είναι βαρίδι στην πορεία της Γαλλίας που ανακάμπτει και ανασυγκροτείται, πρέπει να πάμε μπροστά. Οι αποικίες κοστίζουν. Δεν έχωμε την ευχέρεια να πλερώνουμε τόσο πολύ στρατό να τις φυλάμε. Πιο καλά να βάλουμε τους ιθαγενείς να φυλάνε τους άλλους ιθαγενείς. Να αφήσουμε πίσω ανεξάρτητες χώρες με φιλικές προς ημάς κυβερνήσεις. Δια την προάσπισιν των συμφερόντων μας, πιο οικονομικό θα ήταν να γίνει η Γαλλία πυρηνική δύναμη, και να διατηρήσει έναν μικρό επαγγελματικό στρατό άμεσης επέμβασης για όποιο σημείο την Υφηλίου ήθελε προκύψει. Οπότε ο πληθυσμός της Αλγερίας -λευκοί και καφε-ω-λαί ομού- πρέπει να αποφασίσει μόνος το μέλλον του, έτσι είπε. Άμα θες να φύγεις φύγε, κι’ άμα θες να κάτσεις κάτσε, που λέει και ο Γαβαλάς. Με την ελπίδα να την ξεφορτωθεί, την Αλγερία.

 

Τα είπε, και οι άποικοι ξεσηκώθηκαν ξανά, λαύροι. Που τους είχε κοροϊδέψει, αυτό ήταν αλήθεια. Μέχρι και ο Μασσύ έκανε δηλώσεις σ’ έναν δημοσιογράφο, πως διαφωνεί με τον Ντε Γκωλ και την πολιτική του. Δηλαδή τι; Τόσα χρόνια πολεμάμε τζάμπα; Οπότε ο Ντε Γκωλ τούδωσε μπαλάκι, από την Αλγερία τον έστειλε διοικητή στο Μετζ, πριν του κάνει καμιά ζημιά. Να τρώει κις λοραίν και να βλογάει τον Θεό και τον Ντε Γκωλ που ξέμπλεξε από την κωλοκατάσταση. Αλλά η μετάθεση του Μασσύ ήταν λάδι στην φωτιά, στα κάγκελα οι πιενουάρ, τον Ιανουάριο του 1960 μέσα στο Αλγέρι έγιναν φοβερές συγκρούσεις με τις δυνάμεις της τάξεως, σηκώθηκαν οδοφράγματα, γι’ αυτό τις φασαρίες αυτές τις λένε η εβδομάς των οδοφραγμάτων, δεκάδες νεκροί και τραυματίαι, και από την αστυνομία και από τους διαδηλωτές. Και ο στρατός σε στάση ευμενούς ουδετερότητος προς τους ταραξίες. Πάλι χάος. Και μέσα στο χάος, συλλαμβάνεται και ο φοιτητής-αλεξιπτωτιστής, ο Λαγκαγιάρντ, που εντωμεταξύ είχε τελειώσει την νομική, είχε γίνει δικηγόρος και είχε βγει και βουλευτής ανεξάρτητος Αλγερίου. Ο οποίος πρωτοστατούσε στις φασαρίες με την στολή παραλλαγής των αλεξιπτωτιστών, λεοπάρ που τις λέγαν τότε.

 

Όμως ο Ντε Γκωλ, απτόητος. Η στάση τελικώς κατεστάλη. Αρχές του 1961 έκανε κι’ άλλο δημοψήφισμα, κατά τα προβλεπόμενα στα αρθ. 11 και 38 του Συντάγματος εν συνδυασμώ. Ήγουν πρώτα έφτιαξε ένα νομοσχέδιο-πλαίσιο (αρθ. 38) που περιέγραφε χονδρικά την πολιτική του για την αυτοδιάθεση της Αλγερίας. Το νομοσχέδιο έλεγε πως μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες, ο αλγερινός λαός θα αποφασίσει με δημοψήφισμα και καθολική ψηφοφορία για την αυτοδιάθεσή του. Και μέχρι τότε, η κυβέρνηση θα βγάλει διατάγματα ώστε να υπάρχει ένα εκτελεστικό κι’ ένα νομοθετικό όργανο κειπέρα, να οργανώσει την ψηφοφορία, να φτιάξει καταλόγους, και γενικώς ό,τι άλλο χρειαστεί. Μετά υπέβαλε αυτό το νομοσχέδιο όχι στην Εθνοσυνέλευση, που θα του τόκοβε, αλλά (ορ. αρθ 11) σε καθολικό εθνικό δημοψήφισμα σ' όλη την Γαλλία, με άμεση συμμετοχή βεβαίως και των αλγερινών, μουσουλμάνων τε και ευρωπαίων. Το εκλογικό σώμα εκφράστηκε υπέρ με ποσοστό 75%, μια χαρά πήγε. Με ευρύτατη λαϊκή εντολή, η κυβέρνηση Ντε Γκωλ άρχισε συζητήσεις με το Εθνικό Μέτωπο Απελευθέρωσης, το FLN. Έπρεπε να συμφωνηθεί μια ανακωχή, και να αποφασιστεί το χρονοδιάγραμμα του δημοψηφίσματος, που ήταν ηλίου φαεινότερο, θα έδινε στην Αλγερία την ανεξαρτησία της.

 

Πραξικόπημα

 

Από αριστερά, Ζελέρ, Ζουώ, Σαλάν, Σαλ.

Τότε, οι πρωταίτιοι του κινήματος του 1958 έφτιαξαν στην Μαδρίτη, με την ανοχή του Φράνκο, μια μυστική οργάνωση, τον OAS, με σκοπό να ματαιώσουν την αυτοδιάθεση. Μέσα ήταν οι γνωστοί και μη εξαιρετέοι, ο στρατηγός εν αποστρατεία Ραούλ Σαλάν και ο βουλευτής-αλεξιπτωτιστής-δικηγόρος Λαγκαγιάρντ. Και οι απόστρατοι Σαλ και Ζελλέρ, και ο Ζουώ, αναντάν μπαμπαντάν πιενουάρ αυτός, υιός χωρικών.[xxvi]Βέβαια, τον Πιερ Λαγκαγιάρντ τον είχαν μπουζουριάσει επ’ αυτοφώρω για τα γεγονότα του 1960, είχε αρθεί η ασυλία του, είχε παραπεμφθεί στο Τακτικό Στρατοδικείο, αλλά είχε απολυθεί υπό όρους κατά την διάρκεια της δίκης. Οπότε αυτός την κοπάνησε στην Ισπανία, στον Φράνκο. Έφαγε δεκαπέντε χρόνους ερήμην. Τελικώς ο Φράνκο τον έστειλε κατ’ οίκον περιορισμό στας Καναρίους, και πέρασε αυτός καλά στας μαγευτικάς Καναρίους κι’ εμείς καλύτερα, και ξεμπέρδεψε και ο Φράνκο από τον τζερεμέ, μην του κάνει τις σχέσεις με τους γάλλους κερχανατζίδικο της Κάσμπας.

 

Αλλά μαζί στο κόλπο ήταν κι’ άλλοι, πολλοί εν ενεργεία συνταγματαρχαίοι, λοχαγοί, λοχίαι, βετεράνοι του Δευτέρου Παγκοσμίου, της Ινδοκίνας, της Αλγερίας, του Σουέζ, ήγουν πολλοί απ’ αυτούς αντιστασιακοί των Ελεύθερων Γάλλων, συμπολεμισταί του Ντε Γκωλ. Και στην Αλγερία και στην μητρόπολη ήταν δικτυωμένοι, οι συνωμότες. Πλην Μασσύ, που έβγαλε την ουρά του απόξω, δεν συμμετείχε στο πραξικόπημα κι’ ας ήταν αναφανδόν υπέρ της γαλλικής Αλγερίας.

 

Τον Απρίλιο λοιπόν του 1961 ο Σαλ, ο Ζελέρ και ο Ζουώ έφτασαν ιγκόγνιτο στο Αλγέρι. Μετά, ήρθε και ο Σαλάν. Σάββατο, χαράματα της 22ας Απριλίου[xxvii] ξεκίνησε το πραξικόπημα. Κάποιες επίλεκτες μονάδες προσχώρησαν αμέσως, οι αλεξιπτωτισταί της Λεγεώνας κυρίως, κατελήφθη το Διοικητήριο και ο ραδιοφωνικός σταθμός, αλλά ο μεγάλος όγκος του στρατεύματος δεν κινήθηκε. Περίμεναν να δουν τι θα γίνει.

 

Την επομένη, Κυριακή 28η του μηνός στις οχτώ το βράδυ, ο Ντεγκώλ φόρεσε τη στολή του και πήγε στην τηλεόραση να απευθύνει μήνυμα στους γάλλους. Είπε για το πραξικόπημα. Για σφετεριστές που εκμεταλλεύτηκαν το πάθος κάποιων αξιωματικών των ειδικών δυνάμεων, κι’ ενός μέρους του πληθυσμού ευρωπαϊκής καταγωγής, χαμένου σε φόβους και μύθους. Είπε για μια παρεούλα συνταξιούχων που βλέπουν τον κόσμο και το έθνος παραμορφωμένο μέσα στην φρενίτιδά τους, που γελοιοποίησαν το κράτος και αμφισβήτησαν το έθνος. Μίλησε για την τεράστια προσπάθεια της Γαλλίας να σταθεί στα πόδια της μέσα από τα βάθη της αβύσσου, που άρχισε στις 18 Ιουνίου 1940.[xxviii]  Και στο όνομα της Γαλλίας, διατάσσω -είπε- να χρησιμοποιηθεί κάθε μέσο, εννοώ κάθε μέσο, για να κλείσει ο δρόμος σ’ αυτούς τους ανθρώπους. Απαγορεύω σε κάθε γάλλο -και πρώτα απ’ όλα σε κάθε στρατιώτη- να υπακούσει σε οποιανδήποτε διαταγή τους. Και εμπρός στην καταστροφή που πλανάται πάνω από την Πατρίδα και την απειλή που πλακώνει την Δημοκρατία, αφού έλαβα την επίσημο γνωμοδότηση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, του Πρωθυπουργού, και των Προέδρων της Βουλής και της Γερουσίας, αποφάσισα την ενεργοποίηση του άρθρου 16 του Συντάγματός μας. Έλεγε κι’ άλλα. Και τέλειωσε με το «Γαλλίδες! Γάλλοι! Βοηθήστε με!» [xxix]

 

Και μισό εκατομμύριο κληρωτοί στους καζαρμάδες της Αλγερίας τον άκουσαν στα τρατζιστοράκια τους. Μπαϊλντισμένοι από τον πόλεμο, γράψανε τους κινηματίες αξιωματικούς στις αρβύλες τους τις παλιές, και μάλιστα σ’ ένα τάγμα ορεινών καταδρομών τους συνέλαβαν κιόλας. Στην μητροπολιτική Γαλλία χιλιάδες κόσμος μαζεύτηκαν να πάρουν όπλα από την κυβέρνηση να πολεμήσουν τους πραξικοπηματίες, κηρύχτηκε γενική απεργία υπέρ του Ντεγκώλ, κινητοποιήθηκαν τα συνδικάτα και οι πολιτικές οργανώσεις, οι κομμουνιστές, οι σοσιαλιστές, οι γκωλιστές, οι πάντες. Μ' αυτά και με κείνα το πραξικόπημα είχε κατασταλεί μέχρι την Τετάρτη. Ο Σαλ με τον Ζελέρ παραδόθηκαν χωρίς πολλά σούξου μούξου, αλλά ο Σαλάν και ο Ζουώ πέρασαν στην παρανομία, και μαζί τους πολλοί άλλοι κατώτεροι. Ο OAS δεν είχε τελειώσει, τώρα ξεκίναγε, με δολοφονίες, ανατινάξεις, και ψυχολογικό πόλεμο, κυνηγούσαν σημαίνοντες αντιπάλους της γαλλικής Αλγερίας παντός είδους, γκωλικούς, κομμουνιστές και άραβες, αστυνομικούς, δημάρχους, δασκάλους, δικηγόρους, ανθρώπους που η εκτέλεσή τους θα δημιουργούσε τρόμο στην αντίπαλη πλευρά. Όχι μόνο στην Αλγερία, αλλά και στην Μητρόπολη. Μάρτιο του 1961 τινάζουν στον αέρα το τραίνο Παρίσι-Στρασβούργο, εικοσιοχτώ νεκροί. Αρχές του 1962 τινάξανε και το σπίτι του Σαρτρ, από τύχη δεν ήταν μέσα αυτός, κανονικά με το ωράριό του έπρεπε νάναι στο σπίτι και να γράφει σοφίες για τον υπαρξισμό. Και γλύτωσε. Μέχρι και το ιατρείο του αδερφού του Σαλάν, ο οποίος ήτανε κουμμουνιστής και υπέρ της ανεξαρτησίας, κι’ εκεί βάλαν μπόμπα.

 

Οι γκωλικοί της Αλγερίας αντέδρασαν αναλόγως. Οπλίστηκαν από τις νομιμόφρονες κρατικές υπηρεσίες -την αντικατασκοπεία, την δικαστική αστυνομία, την στρατιωτική αστυνομία, τον διάολο τον ίδιο- που ήρθαν από την Γαλλία να ξετρυπώσουν τον OAS. Ενισχύθησαν από κάθε καρυδιάς καρύδι, γκάνκστερ, νταβατζήδες, εκβιαστάς, οργανώθηκαν σε παρακράτος, αυτοί ήταν οι διαβόητοι μπαρμπούζ[xxx].Οι μπαρμπούζ πολέμησαν τον OAS με τα ίδια του τα όπλα, δυναμίτιζαν μπαρ και καφενέδες, γαζώναν σπίτια με τα οπλοπολυβόλα, καθάριζαν στελέχη στον δρόμο, και συνεργάζονταν ακόμα και με τους αλγερινούς του FLN. Που κι’ αυτοί δυναμίτιζαν και γάζωναν τον OAS. Μια ωραία ατμόσφαιρα, tempora, o mores. Το αρθ.16 του Συντάγματος στην πράξη, κάθε μέτρο απαιτούμενο από τις περιστάσεις. Η Δημοκρατία γινόταν τρομοκράτισσα για να σωθεί από τους τρομοκράτες.

 

Δικαστές με τήβεννο και δικαστές με γαλόνια

 

Ο ποινικολόγος σούπερμαν Τιξιέ Βινιανκούρ, ακροδεξιός του κερατά


Κι’ επειδή κάθε μέτρο απαιτούμενο από τις περιστάσεις (κατά την διατύπωση του αρθ. 16) πάει να πει και νομοθετικό μέτρο, έβγαλε ο Ντε Γκωλ απόφαση, ίδρυσε ειδικά δικαστήρια για τους πραξικοπηματίες. Ένα Ανώτατο Στρατοδικείο[xxxi], με δικαστές αρεοπαγίτες, στρατηγούς, έναν  σύμβουλο επικρατείας και κάτι άλλους επισήμους. Με τις ερμίνες τους, με τα γαλόνια τους, όλα κομπλέ. Κι’ ένα άλλο, Στρατοδικείο[xxxii] σκέτο, το λεγόμενο χαϊδευτικά Μικρό Στρατοδικείο. Με ίδια δωσιδικία και αρμοδιότητα σ’ όλο το έδαφος της χώρας. Απλώς το Ανώτατο Στρατοδικείο θα δίκαζε τους πρωταίτιους, και το Μικρό την μεγάλη μάζα των συμμετασχόντων. Ανάκριση, παραπομπή, ποιος ακριβώς θα δικαστεί σε ποιο από τα δύο, όλα κανονίζονταν με προεδρικό διάταγμα, όπως λάχει. Και η απόφαση δεν σήκωνε ούτε έφεση, ούτε αναίρεση στον Άρειο Πάγο.

 

Ετούτο το Ανώτατο Στρατοδικείο ανέλαβε να δικάσει τον Σαλ και τον Ζελέρ, τους δύο εκ των αποστράτων, που είχαν παραδοθεί από μόνοι τους. Τον Μάιο του 1961 έφαγαν έκαστος από δεκαπέντε έτη και οδηγήθησαν εις τας φυλακάς.

 

Ύστερα, ήρθε η σειρά κάτι χαμηλόβαθμων καραβανάδων, φάγανε ποινές από έξι χρόνια και κάτω στο Μικρό Στρατοδικείο. Τότε, αυτοί οι μικροί κινηματίες, λοχαγοί και επιλοχίαι, πρόσβαλαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας την απόφαση της ίδρυσης του Μικρού Δικαστηρίου, αλλά και την ίδια την απόφαση του Ντε Γκωλ να προσφύγει στο αρθ.16, επί τω λόγω υπέρβαση εξουσίας. Εκεί, το Συμβούλιο της Επικρατείας έβαλε πλάτες στον Ντε Γκωλ. Έκρινε πως πρώτον η απόφαση του Προέδρου της Δημοκρατίας για την εφαρμογή του άρθρου 16 είναι κυβερνητική πράξη, ήγουν πράξη που ανάγεται στην άσκηση της πολιτικής, η οποία εκφεύγει του ελέγχου του Δικαστηρίου. Και δεύτερον, έκρινε πως η ίδρυση μιας νέας κατηγορίας δικαστηρίων ανήκει στπεδίο της νομοθετικής εξουσίας κατά τα οριζόμενα στο αρθ. 34 του Συντάγματος του 1958, και ως εκ τούτου, ακόμα κι’ όταν η νομοθετική εξουσία ασκείται κατ’ εφαρμογήν του αρθ. 16, το διάταγμα έχει ισχύ τυπικού νόμου, και δεν ανήκει στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας να ελέγξει το κύρος του[xxxiii].

 

Μέχρι εκεί καλά. Το Μικρό Στρατοδικείο δίκασε πάμπολλες ποινικές υποθέσεις, αρχικώς ελάσσονος σημασίας, ρίχνοντας μικρές ποινές και συνήθως με αναστολή. Αλλά από τον Μάρτιο του 1962, αρχίσαν τα όμορφα.

 

Ήταν ένα σύνταγμα πολύ σκληροί, το 1ο Σύνταγμα Αλεξιπτωτιστών της Λεγεώνος των Ξένων. Αυτοί είχαν διαπρέψει σ’ όλα τα εγκλήματα, μαζί με το σύνταγμα του Μπιζάρ, στην μεραρχία αλεξιπτωτιστών του Μασσύ. Είχε υπηρετήσει και ο Λεπέν εκεί, έφεδρος ανθυπολοχαγός, γύρω στο 1956, ήταν αξιωματικός πληροφοριών, ήγουν βασανιστής. Στο πραξικόπημα του 1961, αυτό το 1ο Αλεξιπτωτιστών της Λεγεώνος ήταν η αιχμή του δόρατος των κινηματιών, και ως εκ τούτου το διαλύσανε. Οι πιο ζόρικοι και τα πιο ρεμάλια λιποτάκτησαν, κι’ αντί να πάνε στις νέες μονάδες τους, μπήκαν στον OAS. Μεταξύ τους ο Αλμπέρ Ντοβεκάρ, ένας κροάτης λοχίας που παρίστανε τον αυστριακό, ποιος ξέρει πως και γιατί, ακουγόταν πως στον Πόλεμο ήταν στα SS, όπως πολλοί λεγεωνάριοι. Αυτός ανήκε σε μια μονάδα του OAS, ονόματι κομάντο Δέλτα, ήτανε οι επίλεκτοι εκτελεστές, να πούμε. Ήταν κι’ ένας άλλος στην Δέλτα, ο Κλωντ Πιέγκτς, πιενουάρ και ασφαλιστής στο επάγγελμα.

 

Ο Ντοβεκάρ και ο Πιεγκτς[xxxiv] είχαν αναλάβει λοιπόν μια αποστολή. Μπήκαν στο σπίτι του διευθυντή της αστυνομίας στο Αλγέρι, και τον περίμεναν κρυμμένοι να γυρίσει. Ο διευθυντής, Γκαβουρί[xxxv] τον έλεγαν, ήταν ένας μετριοπαθής τυπάκος, θιασώτης της συμβίωσης και του εκδημοκρατισμού, οπότε τον είχαν στο μάτι. Και δυστυχώς είχε τ’ αρχίδια να μην καταδέχεται φρουρά.

 

Κι’ όταν μπήκε μέσα, τον καθαρίσανε. Όχι ο κροάτης, ούτε ο άλλος, ο ασφαλιστής. Είχαν δύο κωλόπαιδα μαζί, λεγεωνάριους κι’ αυτούς. Ο ένας, ο Τεν, τον χτύπησε στο κεφάλι. Ο άλλος, ο Πιέτρι, τούκοψε τον λαιμό. Τούκανε το κόλπο του σκοπού: πας σκυφτός από πίσω, μαχαιριά στην άρθρωση του γόνατου να παραλύσει από τον πόνο, κεφαλοκλείδωμα, καρωτίδα. Αυτά με μάθαν, αυτά έκανα, έτσι είπε στην απολογία του. Ούτε ποιος ήταν ήξερα, ούτε γιατί τον σκότωσα.

 

Βγαίνει η απόφαση στο Μικρό Στρατοδικείο. Οι εκτελεστές, ισόβια. Ντοβεκάρ και Πιεγκτς εις θάνατον. Τους έστησαν στον τοίχο δύο μήνες μετά, Απρίλιο του 62.

 

Εντωμεταξύ, οι συζητήσεις της κυβέρνησης με του αλγερινούς είχαν ολοκληρωθεί, έγινε ανακωχή, ο πόλεμος είχε λήξει, συμφωνήθηκε αμνηστία για όλα τα εγκλήματα που έγιναν εκατέρωθεν στην διάρκεια του πολέμου, και η Αλγερία θα ψήφιζε δημοκρατικά αν ήθελε να είναι μέρος της Γαλλίας ή όχι, μόλις το επέτρεπαν οι συνθήκες. Αυτές είναι οι λεγόμενες Συνθήκες του Εβιάν, που έχει και τα ιαματικά λουτρά, στα σύνορα με την Ελβετία, εκεί πήγανε και τα συμφωνήσανε. Που τον δήμαρχο του Εβιάν τον καθάρισε μετά ο OAS επειδή φιλοξένησε τις συνομιλίες.

 

Με το που πέσανε οι υπογραφές, ξανά δημοψήφισμα ο Ντε Γκωλ. Άλλο σχέδιο νόμου, τρεις γραμμές, δύο άρθρα. Το ένα άρθρο τον εξουσιοδοτούσε να κυρώσει το δημοψήφισμα που θα γινόταν στην Αλγερία συμφώνως προς την συνθήκη του Εβιάν. Το άλλο τον εξουσιοδοτούσε να πάρει με νομοθετικό διάταγμα του αρθ. 38 του Συντάγματος, ή με διάταγμα στο υπουργικό συμβούλιο, κάθε μέτρο, νομοθετικό ή κανονιστικό, σχετικό με την υπόθεση της Αλγερίας. Πουέν φινάλ.

 

Έγινε το δημοψήφισμα, 8 Απριλίου 1962. Και οι γάλλοι παντός χρώματος -Μητρόπολης τε και Αλγερίας- είπαν ναι με το 91% των ψήφων, κι’ ας είχε 25% αποχή, πάλι το κοινωνικό φρόνημα ήταν αναφανδόν με το μέρος του Ντε Γκωλ, των κομμουνιστών και σοσιαλιστών μη εξαιρουμένων, παρά τους φόβους πως με τα δημοοψηφίσματα τον καθιστούσαν πανίσχυρο, τον Στρατηγό. Διότι όντως, περί αυτού επρόκειτο στην ουσία, ο Ντε Γκωλ είχε πάρει από τον γαλλικό λαό την εντολή να συνεχίσει να κυβερνά με δικτατορικές εξουσίες για να διαλύσει τον OAS, και να υλοποιήσει τις συνθήκες του Εβιάν.

 

Τρεις μέρες μετά, 11 Απριλίου, ήρθε και η ώρα του πτεράρχου του πιενουάρ, του Ζουώ, να κάτσει στο έδρανο των κατηγορουμένων στο Ανώτατο Στρατοδικείο. Τον είχαν πιάσει εντωμεταξύ, που κρυβόταν στο Οράν, επικεφαλής του OAS εκεί πέρα. Αυτός ο Ζουώ είχε τα περισσότερα ελαφρυντικά, αντιστασιακός με περγαμηνές στην Κατοχή, τόσκασε στο Λονδίνο, πολέμησε με τους Ελεύθερους Γάλλους, αλλά πόναγε και τον τόπο του, την Αλγερία, και τους συμπατριώτες του, πολλοί πιενουάρ είχανε χύσει το αίμα τους να ελευθερώσουν την πατρίδα από τους γερμανούς, και τώρα να, η πατρίδα τους πούλησε, τώρα βαλίτσα ή σάβανο, έτσι έλεγε το σύνθημα του FLN, που το γράφανε στους τοίχους και σκορπάγανε τρακτ στις γειτονιές. Και που το FLN ήταν αδίσταχτοι εγκληματίες, βάζαν μπόμπες στα μπαρ, στα ντανσίγκ κλάμπ και τα καφενεία, οπότε οφθαλμός αντί οφθαλμού, σώζαμε αθώες ζωές με τα βασανιστήρια, και μετά τους γέλασε και ο Ντε Γκωλ τότε από το μπαλκόνι, που είπε «σας εννόησα» και τον ψηφίσανε, και μετά τους πούλησε. Πήγανε στρατηγοί και καταθέσανε υπέρ του, μέχρι και η χήρα του Καμύ, μια καλλονή της Αλγερίας[xxxvi], πήγε μάρτυρας με δάκρυα στα μάτια να πει πόσο συντετριμμένη ήταν που έβλεπε τον Ζουώ στο εδώλιο, είναι η συνέπεια της δυστυχίας μας, είπε. Αλλά από την άλλη, κατά την σύλληψη του Ζουώ είχαν σκοτωθεί δύο χωροφύλακες, εκ των οποίων ο ένας αξιωματικός. Και μπορεί ο ίδιος ο Ζουώ να μην είχε βάψει τα χέρια του στο αίμα, αλλά είχε καλύψει τους υφισταμένους του, που σκοτώσανε τον διοικητή της στρατονομίας στο Οράν, και άλλον κόσμο φάγανε, κομμουνιστές, γκωλικούς, πολύ κόσμο. Βγαίνει η απόφασις, εις θάνατον!

 

Μάιο του 1962 έρχεται και η σειρά του Σαλάν, του αρχιπραξικοπηματία, να περάσει από το Ανώτατον Στρατοδικείον. Αυτόν τον είχαν μπουζουριάσει στο Αλγέρι, εκεί είχε το στρατηγείο του. Δεν μπορεί, λέγανε όλοι, αφού έφαγε ο Ζουώ θανατική που ήταν κατώτερος, πόσω μάλλον αυτός που ήταν ο αρχηγός. Κι’ ο Σαλάν τόλεγε αυτό από μόνος του, δεν είχε ψευδαισθήσεις. Αλλά τουλάχιστον να έχω μια δίκη που θα κάνει πάταγο, έλεγε. Και πήρε δικηγόρο τον τενόρο του Δικηγορικού Συλλόγου Παρισίων, τενόρους λένε οι γάλλοι τους διαπρεπείς ποινικολόγους επειδή τραγουδάνε στο ακροατήριο, τον Ζαν-Λουί Τιξιέ-Βινιανκούρ. Τι πήγε και βρήκε, λοιπόν, ο Τιξιέ-Βινιανκούρ![xxxvii]

 

Το 1957, επί σοσιαλιστικής κυβερνήσεως Γκυ Μολλέ, είχε γίνει μία απόπειρα κατά του Σαλάν, ο οποίος είπαμε ήταν τότε γενικός διοικητής ενόπλων δυνάμεων στην Αλγερία. Του ρίξανε μια αυτοσχέδια ρουκέτα στο γραφείο του, σκοτώθηκε ο υπασπιστής του. Στείλανε να κάνουν τις έρευνες αστυνομικούς από το Παρίσι, δεν είχαν εμπιστοσύνη στους μπάτσους τους πιενουάρ. Βρήκανε αυτοί τους φυσικούς αυτουργούς, που δεν ήταν κομμουνισταί όπως νομιζόταν στην αρχή, ούτε αλγερίνοι, αλλά γάλλοι στρατιωτικοί[xxxviii]. Και απεκαλύφθη πως κάποιοι στην πρωτεύουσα ήθελαν να βγάλουν από την μέση τον Σαλάν γιατί τον θεωρούσαν πολύ μετριοπαθή, και να  βάλουν έναν άλλον, πιο σκληρό, να κάνει πραξικόπημα, να μείνει η Αλγερία γαλλική. Ξετυλίγοντας το κουβάρι, οι διωκτικές αρχές φτάσανε -μεταξύ άλλων- σε κάποιον Μισέλ Ντεμπρέ, γερουσιαστή γκωλικό. Ο οποίος πήγε στον τότε υπουργό Δικαιοσύνης, τον Φρανσουά Μιτεράν, τον σοσιαλιστή, να τον παρακαλέσει όπως ενεργήσει παρασκηνιακώς να μην αρθεί η ασυλία του. Ο υπουργός μάλλον συγκατένευσε, και τελικώς ο Μισέλ Ντεμπρέ απηλλάγη των κατηγοριών, δεν βρέθηκαν ικανά στοιχεία εναντίον του. Αλλά μετά είχε γίνει και μία απόπειρα κατά του Μιτεράν, και ο Μιτεράν ήταν πεπεισμένος πως ήταν δουλειά του Ντεμπρέ να τον βγάλει από την μέση διότι ήξερε πολλά για την υπόθεση με την ρουκέτα. Αλλά την γλύτωσε φτηνά ο Μιτεράν, κι’ όλα καλά. Το ζήτημα έκλεισε εκεί.

 

Όλα καλά, μόνο που μέχρι τον Απρίλιο του 1962 ο Μισέλ Ντεμπρέ ήταν ο πρωθυπουργός του Ντε Γκωλ, και είχε πρότινος αντικατασταθεί  από τον Ζωρζ Πομπιντού, που έγινε ανασχηματισμός[xxxix].

 

Αυτός λοιπόν ο Τιξιέ-Βινιανκούρ ακροδεξιός ήταν, αλλά όχι μαλάκας. Ήξερε πως οι δίκες κερδίζονται στην εξέταση των μαρτύρων, όχι στις αγορεύσεις, κι’ ας ήταν ο πρώτος τενόρος του Δικηγορικού Συλλόγου Παρισίων. Στην αγόρευση παγιώνεις αυτό που κέρδισες στις αποδείξεις. Ζήτησε λοιπόν να εξεταστούν κατ’ αντιπαράστασιν ο Ντεμπρέ με τον Μιτεράν, να βγούνε τα ντεσού στη φόρα. Το Δικαστήριο δεν δέχθηκε την κατ’ αντιπαράστασιν που θα γινόταν της κακομοίρας, αλλά τους εξέτασε χώρια. Όπως ανεμένετο, συμπέρασμα δεν βγήκε, Μιτεράν κατηγορούσε τον Ντεμπρέ ως οργανωτή της απόπειρας με την ρουκέτα, ο Ντεμπρέ κατηγορούσε τον Μιτεράν πως προσπαθούσε να τον πλήξει πολιτικώς. Αλλά ο τενόρος είχε κατορθώσει κάτι το αριστοτεχνικό, είχε καταφέρει να πλανάται μέσα στην αίθουσα -αλλά και στην κοινή γνώμη- μία πολύ δυσώδης αίσθησις: πως αυτοί, οι γκωλικοί, που ζητούσαν τώρα την κεφαλή του Σαλάν επί πίνακι γιατί έκανε το πραξικόπημα, ήταν οι ίδιοι γκωλικοί που είχαν προσπαθήσει να τον φάνε πέντε χρόνια πριν επειδή δεν ήθελε να το κάνει. Και φευ! είχαν προσπαθήσει να τον βγάλουν από την μέση για τους ίδιους λόγους για τους οποίους ο Σαλάν έπαιζε τώρα την κεφαλή του στον πάγκο του χασάπη: για να μείνει η Αλγερία γαλλική!

 

Και μαλάκωσαν οι δικασταί. Βγαίνει η απόφασις, ισόβια.

 

Στις εφημερίδες, η εκτέλεση του Ντελγκέντρ

Έξαλλος ο Ντε Γκωλ που την γλύτωσε ο Σαλάν. Είχε τσαντιστεί τόσο με την φάση, που έβαλε να φτιάξουν πατκιούτ κι’ άλλο δικαστήριο, καινούργιο, να περνάει τους πραξικοπηματίες δια πυρός και σιδήρου. Με καθόλου τηβέννους. Μόνο καραβανάδες.

 

Το αρθ. 16 δεν ήταν πλέον σε ισχύ και δεν μπορούσε να το χρησιμοποιήσει. Όμως το δημοψήφισμα της 8ης Απριλίου 1962 εξουσιοδοτούσε την Κυβέρνηση να νομοθετεί βάσει του αρθ. 38 του Συντάγματος για ό,τι χρειάζεται για να εφαρμοστούν οι συνθήκες του Εβιάν. Και η Κυβέρνηση, αφού ρώτησε το Συμβούλιο της Επικρατείας κατά τα νόμιμα, έφτιαξε το Στρατιωτικόν Δικαστήριον[xl], αποτελούμενο από πέντε αξιωματικούς και καθόλου δικαστές, αν και ο δημόσιος κατήγορος με τον βαθμό του στρατηγού ήταν επίστρατος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κι’ ένας από τα μέλη, συνταγματάρχης, ήταν εισαγγελέας εφετών. Ένδικα μέσα, πάλι δεν προβλέπονταν.

 

Αυτό το Στρατιωτικόν Δικαστήριον ανέλαβε να δικάσει τον Ροζέ Ντεγκέλντρ[xli]. Αυτός ο Ντεγκέλντρ είχε πολεμήσει με τους Ελεύθερους Γάλλους το 1944, και μετά τον Πόλεμο κατατάχτηκε στην Λεγεώνα με ψεύτικο όνομα και ιθαγένεια. Είχε παρασημοφορηθεί στην Ινδοκίνα, μετά στην Αλγερία είχε προβιβαστεί, ήταν υπολοχαγός στο 1ο σύνταγμα αλεξιπτωτιστών που λέγαμε, και είχε λιποτακτήσει επίσης για να μπει στον OAS. Όταν τον έπιασαν ήταν ο διοικητής του κομάντο Δέλτα, και δεδομένου του ότι οι υπ’ αυτόν Ντοβεκάρ και Πιεγκτς που φάγανε τον αστυνομικό διευθυντή είχαν εκτελεστεί δια τυφεκισμού πριν λίγες μέρες, η τύχη του διαγραφόταν σκοτεινή. Ωστόσο, την υπεράσπισή του είχε αναλάβει ξανά ο μαιτρ Τιξιέ-Βινιανκούρ.

 

Ο οποίος Τιξιέ-Βινιανκούρ σκάλισε λίγο το παρελθόν του προέδρου του Στρατιωτικού Δικαστηρίου, του στρατηγού Λαρμινά[xlii], και ξέθαψε μιαν παλιά αναφορά προς τον Ντε Γκωλ, η οποία έλεγε πως το 1944, κατά την συμμαχική απόβαση στην Προβηγκία, είχε γίνει ένα σοβαρό επεισόδιο μεταξύ του στρατηγού Λατρ Ντε Τασινύ, γενικού διοικητού των αποβατικών δυνάμεων, και του Λαρμινά, αρχηγού του επιτελείου του. Και πως ο Λαρμινά είχε χάσει κάθε έλεγχο εαυτού, συμφώνως με την αναφορά είχε πάθει μία νευρο-φυσική κρίση, και δεν ήξερε τι έλεγε και τι έκανε, και με βάση αυτή την αναφορά, μαζί και κάτι δηλώσεις στις εφημερίδες που είχε κάνει ο Λαρμινά κατά των πραξικοπηματιών, μαζί και το πώς είχαν επιλεγεί μεροληπτικώς και τα άλλα μέλη του Δικαστηρίου, ο Τιξιέ-Βινιανκούρ έκανε αίτηση εξαιρέσεως του Δικαστηρίου επί τω λόγω της νομίμου υποψίας στον Άρειο Πάγο[xliii].

 

Αλλά λίγο πριν το Στρατιωτικόν Δικαστήριον μπει στο ζουμί της υπόθεσης, ο Λαρμινά είχε πάθει ένα καρδιακό επεισόδιο -έτσι ειπώθηκε τουλάχιστον, πως ήταν καρδιακό- και μπήκε στο στρατιωτικό νοσοκομείο για κάτι μέρες. Βγήκε, και μετ’ ολίγον γυρίζοντας από σαββατοκύριακο εκδρομή στο σπίτι του, πήρε το μπιστόλι του, το έβαλε στο στόμα, και μπαμ! Τώρα, χρώσταγε της Μιχαλούς; Δεν άντεξε την πίεση; Καταδίκαζε την πράξη αλλά καταλάβαινε το κίνητρο, και είχε μέσα του σύγκρουση να στείλει τον Νταλγκέντρ στο απόσπασμα; Όλα αυτά ειπώθηκαν να εξηγήσουν το απονενοημένο διάβημα. Η δίκη συνεχίστηκε με άλλον στρατηγό. Ο Βινιανκούρ και η άλλη συνήγορος του Νταλζεντρ, η Ντενίζ Μακέν[xliv] πήγαν στο ακροατήριο χωρίς τηβέννους. Για να μην ατιμάσουν το λειτούργημα μπροστά σ’ ένα ανύπαρκτο δικαστήριο. Εσείς οι δικασταί με στολή; εμείς οι δικηγόροι με κουστούμι και ταγιέρ.

 

Βγήκε η απόφαση όπως ανεμένετο, εις θάνατον. Κάναν αίτηση χάριτος, πήγε η Ντενίζ να δει τον Ντε Γκωλ, ο οποίος ηρνείτο να δεχθεί τον Τιξιέ-Βινιανκούρ. Την άκουσε χωρίς να πει κουβέντα.

 

Κι’ εντάξει, ο Ντεγκέλντρ κάθαρμα ήταν, είχε βάψει με πολύ αίμα τα χέρια του, και δασκάλους σ’ ένα κέντρο επιμόρφωσης μπούκαρε, τους είχαν σκοτώσει εν ψυχρώ, αλλά ό,τι κι’ αν ήταν, αυτό που έγινε μετά κανένας καταδικασμένος σε θάνατο δεν το άξιζε. Πρώτα απ’ όλα, είδαν και πάθαν να βρουν αξιωματικό να δώσει το πυρ, κανένας δεν δεχόταν. Αφού απέπεμψαν αρκετούς  από τον στρατό λόγω της αρνήσεώς τους αυτής, βρέθηκε κάποιος εκών άκων. Όταν πήραν τον Ντεγκέλντρ στο απόσπασμα, είχε φορέσει την στολή της Λεγεώνος την λεοπάρ, την παραλλαγής. Δίνεται το πυρ, μόνο μία σφαίρα τον βρήκε, στην κοιλιά. Οι άλλοι πέντε φαντάροι με τα γεμάτα όπλα είχαν ρίξει στον γάμο του καραγκιόζη. Κι’ ήταν εκεί, τραυματισμένος, με όλες του τις αισθήσεις, μουγκάνιζε σα μοσχάρι. Κανονικά, η παράδοση λέει πως αν η εκτέλεση αποτύχει, δεν επαναλαμβάνεται. Αλλά ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου διατάζει τον επικεφαλής του αποσπάσματος να πάει να δώσει του κατάδικου την χαριστική βολή. Ο Τιξιέ-Βινιανκούρ έχει παγώσει, δεν επεμβαίνει. Πάει ο επικεφαλής, ρίχνει εξ επαφής, θες έτρεμε το χέρι του, θες επίτηδες, αστοχεί! Ξανά, του λέει ο Πρόεδρος. Ρίχνει ξανά, πετυχαίνει τον Ντεγκέλντρ στον ώμο, σφάδαζε αυτός. Ξανά, λέει ο Πρόεδρος. Ρίχνει ξανά ο επικεφαλής, μπλοκάρει το μπιστόλι. Έξαλλος ο Πρόεδρος στέλνει να βρούνε άλλο μπιστόλι. Ήρθε το άλλο μπιστόλι μετά από μισή ώρα. Χλωμός σα το λεμόνι ο επικεφαλής του έριξε στο κεφάλι.

 

Στις 5 Ιουλίου 1962 είχε γίνει το δημοψήφισμα στην Αλγερία, και οι αλγερινοί είχαν πει ναι στην Ανεξαρτησία με ποσοστό 91%. Όσοι άποικοι είχαν μείνει ακόμα εκεί πήραν την βαλίτσα κι’ έφυγαν. Αλλά οι περισσότεροι είχαν ήδη φύγει υπό το κράτος του τρόμου του FLN. Μείνανε πίσω οι χαρκί, οι μουσουλμανικές πολιτοφυλακές που είχανε πολεμήσει με τον γαλλικό στρατό. Αλλά ο Ντε Γκωλ δεν τους ήθελε. Δηλαδή κάποιους τους πήρανε, με τις οικογένειές τους, μαζί και τους στείλαν να μείνουν σε κάτι ερημιές, μην μολύνουν την  Γαλλία. Αλλά οι περισσότεροι μείνανε εκεί. Τους πετσοκόψανε μετά, να βγάλουνε οι άλλοι το άχτι τους.

 

Ο δε OAS, αφού έκλεισε την δική του συμφωνία με το Απελευθερωτικό Μέτωπο, μετακόμισε στην Μητρόπολη, να συνεχίσει την μάχη. Ποια μάχη, η μάχη της Αλγερίας είχε χαθεί. Τώρα στόχος τους ήταν να αποσταθεροποιήσουν το καθεστώς στην Γαλλία. Ή να εκδικηθούν.

 

Τελικά ο OAS ξεδοντιάστηκε όταν η αντικατασκοπεία έπιασε τον Αντρέ Κανάλ. Αυτό συνέβη μέσα στον δρόμο. Τρεις πράχτορες τον ρίξαν κάτω, αλλά αυτός χτυπιόταν, παρολίγο να τους ξεφύγει και ν’ αρχίσει να τρέχει, μαζεύτηκαν οι περίεργοι να δουν, στο τέλος ένας καμιονιέρης θηρίο έκατσε από πάνω του και τον ακινητοποίησε, οπότε ένας πράχτορας έβγαλε μπιστόλι και το κόλλησε στο κεφάλι του Αντρέ Κανάλ, και ηρέμησε αυτός. Αλλ’ εκείνη την στιγμή κατέφθασε στο σημείο μία αστυνομική περίπολος, κάποιος είχε τηλεφωνήσει στην Άμεσο Δράση γιατί νόμιζε προς πρόκειται περί απαγωγής, και η περίπολος παρολίγο να συλλάβει τους πράκτορες και να αμολήσει τον Αντρέ Κανάλ. Τελικώς αυτό  δεν συνέβη, εδόθησαν οι δέουσες εξηγήσεις, και τον μπαγλαρώσανε.

 

Ο Αντρέ Κανάλ[xlv], ο γνωστός και ως Το Μονόκλ, ήταν ο ιθύνων νους του OAS στην Γαλλία. Αυτός έβρισκε τα εκρηκτικά, αυτός νοίκιαζε τις βίλλες που τις είχανε για γιάφκες, αυτός ήταν το ταμείο, αυτός καθόριζε τους στόχους, όλα αυτός. Τον λέγανε Το Μονόκλ γιατί είχε χάσει το μάτι του στον πόλεμο, και φόραγε ένα μονοκλ μαύρο για να μην φαίνεται το γυάλινο. Πριν είχε μία μεταλλοβιομηχανία στην Αλγερία, και στην Μητρόπολη είχε πάει με διαταγή του Σαλάν όταν ακόμα δεν τον είχαν συλλάβει, τον Σαλάν, να οργανώσει την τρομοκρατία.

 

Για όλους αυτούς τους λόγους, κατεδικάσθη εις θάνατον από το Στρατιωτικόν Δικαστήριον.

 

 

Ευτυχώς δεν πάθαν τίποτε τα κοτόπουλα...

Το προεδρικό ζεύγος στην προεδρική DS.

 

Στις 22 Αυγούστου 1962 έγινε η απόπειρα στο Πετί Κλαμάρ. Ήταν βραδάκι, ο Ντε Γκωλ έφυγε από το υπουργικό συμβούλιο στο Ελυζέ, να πάει σε μια αεροπορική βάση εκεί κοντά, να πάρει το αεροπλάνο να πετάξει μέχρι το Κολομπέ, στο σπίτι του. Ήταν δύο αυτοκίνητα, στο πρώτο αυτός, η γυναίκα του η Υβόν, ο γαμπρός του -που ήταν και υπασπιστής του- και ο οδηγός. Και στο άλλο, η φρουρά. Κι’ από πίσω, δύο μοτοσυκλετισταί της αστυνομίας. Κι’ εκεί, στα προάστια, τους την είχαν στημένη μία ντουζίνα συνωμότες, ακροδεξιοί πιενουάρ και της Μητροπόλεως ομού, και τρεις αντικομμουνισταί  ούγγροι, που τόχαν σκάσει από το Καταπέτασμα. Να μην πολυλογώ, κάναν την DS του Ντε Γκωλ κόσκινο, δεκατέσσερις σφαίρες έφαγε, εκατόν ογδόντα επτά κάλυκες μάζεψαν μετά από το οδόστρωμα. «Καταγής, πατέρα!» φωνάζει ο γαμπρός του πεθερού! Ευτυχώς ο οδηγός ήταν αετός, είχε γλυτώσει τον Ντε Γκωλ κι’ από την άλλη απόπειρα, πριν ένα χρόνο αυτό, το σανίδωσε με σκασμένα λάστιχα μέχρι την βάση. Από θαύμα γλύτωσαν, και οι Ντε Γκωλ, και η φρουρά, και οι μοτοσυκλετισταί. Κατεβαίνει η Ντεγκώλαινα από το αμάξι, ανοίγουνε το πορτμπαγκάζ, κοιτάει αυτή, «ευτυχώς δεν έπαθαν τίποτα τα κοτόπουλα» λέει η Ντεγκώλαινα. Διότι είχε κάτι κοτόπουλα μαγειρεμένα πηχτή στο πορτμπαγκάζ, να φάνε το βράδυ. Κι’ έμεινε η φράσις αυτή στην Ιστορία, διότι ως γνωστόν κοτόπουλα οι γάλλοι λένε και τους μπασκίνες. Άγνωστον γιατί, ίσως γιατί πολύ παλιά, το 1870, τα κεντρικά της αστυνομίας τα πήγανε εκεί που ήταν πριν η αγορά των πουλερικών, η οποία κατεδαφίστηκε, και πήγανε την αστυνομία κειπέρα.

 

Αυτούς που κάνανε την απόπειρα στο Πετί Κλαμάρ τους βρήκανε αμέσως, καθ’ ότι γέμισε η Γαλλία μπλόκα. Σ’ ένα από τα μπλόκα πιάσανε έναν που ήταν λιποτάκτης. Αυτός, υπολογίζοντας πως οι χωροφύλακες ήταν συμπαθούντες, άρχισε να λέει «είμαι του OAS» για να τον αφήσουν. Ε, τον ανακρίνανε, κι’ αυτός τα ξέρασε όλα, κι’ έδωσε τους υπόλοιπους. Άλλους πιάσανε, άλλοι πρόλαβαν, την κάνανε στο εξωτερικό. Πάντως συλλάβανε και τον αρχηγό, τον Ζαν Μπαστιέν-Τυρί[xlvi], κι’ εδώ ήταν η μεγάλη έκπληξη. Αυτός λοιπόν ο Μπαστιέν-Τυρί ήταν αξιωματικός της αεροπορίας, όχι ιπτάμενος αλλά του πολυτεχνείου, σχεδίαζε πυραύλους, πολύ καλό μυαλό, είχε φτιάξει και μία αντιαρματική ρουκέτα τηλεκατευθυνόμενη με καλώδια, που την είχαν αγοράσει και οι αμερικάνοι και οι ισραηλινοί. Αυτός πίστευε πως ο Ντε Γκωλ ήταν προδότης, και ένοχος γενοκτονίας των γάλλων της Αλγερίας, και πως είχε τιτοϊκές αντιλήψεις, δηλαδή ήθελε απολυταρχία σαν του Τίτο, και να επιβληθεί στην Γαλλία παρόμοιο καθεστώς. Βέβαια, στο παρελθόν είχε καταθλιπτικές κρίσεις ή κάτι τέτοιο, και είχε νοσηλευθεί κιόλας. Απ’ ό,τι πιστεύεται σήμερα, είχε μάλλον σχεδιάσει και την πρώτη απόπειρα κατά του Ντε Γκώλ ένα χρόνο πριν, πάλι έξω από το Παρίσι, αυτή ήταν η δεύτερη.[xlvii]

 

Όπως ήταν επόμενο, ο Ντε Γκωλ έγινε έξαλλος. Καλά να σκοτώσουν αυτόν, αλλά μέσα στο αυτοκίνητο ήταν και η γυναίκα του, κι’ αυτό δεν το συχώραγε. Φαγώθηκε να εκτελέσει και τον Ζουώ, που είχε καταδικαστεί σε θάνατο τον Απρίλιο. Πέσαν απάνω του λυτοί και δεμένοι, ο Πομπιντού και το μισό υπουργικό συμβούλιο απείλησε να παραιτηθεί, εκάμφθη τελικώς ο Ντε Γκωλ, του έδωσε χάρη, του Ζουώ.

 

Διότι μπορεί ο Ντε Γκωλ να τάχε πάρει στο κρανίο, ειδικά μετά την απόπειρα, αλλά οι πολιτικοί έβλεπαν το ζήτημα σε βάθος χρόνου, ανησυχούσαν για την πόλωση και τον διχασμό που θα έφερνε η εκτέλεση ενός στρατηγού, κυρίως μέσα στον στρατό, αλλά και μέσα στην ίδια τους την παράταξη. Γιατί πολλοί γκωλικοί είχαν ταχθεί παλαιότερα υπέρ της Γαλλικής Αλγερίας, και τώρα θεωρούσαν την αυτοδιάθεση αν όχι προδοσία, τουλάχιστον αναγκαία εθνική μειοδοσία, διότι δεν γινόταν αλλιώς. Έβλεπαν λοιπόν τον OAS αν όχι με συμπάθεια, τουλάχιστον με κατανόηση. Και έπρεπε να βάλουν ένα φρένο στον Πρόεδρο να μην γίνει η Γαλλία από δυο χωριά χωριάτες.

 

Μαζί ανησυχούσαν και οι δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας. Στο οποίο είχε προσφύγει εκείνος ο Κανάλ, Το Μονόκλ, που καταδικάστηκε τον Ιούλιο, και ήταν προγραμματισμένος για ντουφέκι στις 20 Οκτωβρίου. Και δεν ήταν μόνο το κεφάλι Του Μονόκλ που παιζόταν, μετά θα έπαιρναν σειρά για το Στρατιωτικόν Δικαστήριον ο Μπαστιέν-Τυρί και τα μπουμπούκια του Πετί Κλαμάρ. Και καλά τα μπουμπούκια, ο Μπαστιέν-Τυρί ήταν δύσκολος κατηγορούμενος, καθ' ότι καλής οικογενείας.

 

Οπότε του πήγανε κόντρα, του Ντε Γκωλ. Και να πεις πως ήταν τίποτε ακροδεξιοί συμπαθούντες τον OAS, οι δικαστές του Συμβουλίου; Ούτε κατά διάνοιαν! Πάρε παράδειγμα τον Αντιπρόεδρο τον Αλεξάντρ Παροντί. Αυτός ο Παροντί ήταν ηγετική μορφή της Αντίστασης. Όταν έπιασαν τον Ζαν Μουλέν οι γερμανοί, αυτός ανέλαβε τον συντονισμό των αντιστασιακών οργανώσεων, αυτός ανέλαβε τις επαφές με την Ελεύθερη Γαλλία, αυτός έκανε ζάφτι στο Παρίσι πριν κάνουν οι κουμμουνιστές καμιά μαλακία. Κι’ είχε χάσει κι’ έναν αδελφό που τον έπιασε η Γκεστάπο. Και στην Απελευθέρωση ήταν στο Σανζ Ελυζέ δίπλα στον Ντε Γκωλ.[xlviii]

 

Κάθησε λοιπόν η Ολομέλεια του Συμβουλίου και αφού σκέβηκε όλα τα δεδομένα, αποφάσισε πως ο Ντε Γκωλ τόχε παρακάνει με τις εκτελέσεις, και δεν υπήρχε πλέον λόγος, τώρα που ο OAS έπνεε τα λοίσθια, να δημιουργούμε πόλωση και μνησικακία. Και ναι μεν το δημοψήφισμα της 8 Απριλίου 1962 είχε δώσει την άδεια στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να νομοθετεί δυνάμει του αρθ. 38 του Συντάγματος με πράξεις νομοθετικού  περιεχομένου του υπουργικού συμβουλίου, αλλά οι πράξεις αυτές δεν είχαν ισχύ τυπικού νόμου, παρέμεναν διοικητικές πράξεις. Και ως διοικητικές πράξεις ελέγχονταν από το Συμβούλιο για υπέρβαση εξουσίας. Περαιτέρω -έκρινε η Ολομέλεια- μπορεί ο λαός να είχε εξουσιοδοτήσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να ιδρύσει το Στρατιωτικόν Δικαστήριον, όμως η εξουσιοδότησις δεν εξικνείτο μέχρις της καταστρατηγήσεως των γενικών αρχών του δικαίου, και δη εκείνων που αφορούν τα ένδικα μέσα. Ειδικότερα, η σύσταση του Στρατιωτικού Δικαστηρίου ήταν αντίθετη με τις γενικές αρχές γιατί δεν προβλεπόταν ούτε αναίρεση, ούτε άλλη προσφυγή κατά των αποφάσεών του. Ως εκ τούτου, η πράξη νομοθετικού περιεχομένου που ιδρύει το Στρατιωτικόν Δικαστήριον ακυρούται. Ημερομηνία, 19 Οκτωβρίου 1962. Στο τσακ, διότι το επόμενο πρωί με την αυγούλα ήταν προγραμματισμένο να στήσουν Το Μονόκλ στον τοίχο[xlix].

 

Ο Ντε Γκωλ έγινε τούρκος. Έβγαλε και η Κυβέρνηση ανακοινωθέν πως δεν αναγνωρίζει την απόφαση τουΣυμβουλίου της Επικρατείας. Διότι στην απόφαση υπήρχε ένας παραλογισμός και μία λογική ασυνέχεια: όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε παραχωρήσει από μόνος του στον εαυτό του την εξουσία να νομοθετεί και να φτιάχνει έκτακτα δικαστήρια δυνάμει του αρθ. 16, το Συμβούλιο είχε κηρύξει εαυτό αναρμόδιο να κρίνει την νομιμότητα της απόφασης. Και στην απόφαση Κανάλ, που την νομοθετική εξουσία την είχε παραχωρήσει του Προέδρου με δημοψήφισμα ο γαλλικός λαός, το Συμβούλιο είχε αποφασίσει ακριβώς το αντίθετο.

 

Αυτά ήταν τα ψιλά γράμματα των νομικών, κι’ ο Ντε Γκωλ πέρα βρέχει. Ουσιαστικώς  αυτό που τον βούρλιζε ήταν που, εκτός από τον Κανάλ, τώρα θα την γλύτωνε και ο Μπαστιέν-Τυρί, ο οποίος τώρα δεν θα δικαζόταν από το ακυρωμένο Στρατιωτικόν Δικαστήριον, αλλά από το τακτικό Κακουργοδικείο. Που ο Μπαστιέν-Τυρί παρ’ ολίγο να φάει τον ίδιο, την Υβόν και τον γαμπρό τους μαζί. Και σ’αυτό το θέμα ο Πομπιντού και η Κυβέρνησις τον στήριξαν, τον Πρόεδρο, χωρίς τζιριτζάντζουλες.

 

Να μην μακρηγορώ, ο Ντε Γκωλ πήγε κι’ έφτιαξε ένα νομοσχέδιο, το οποίο δημιουργούσε ένα ακόμη πιο καινούργιο δικαστήριο, το Δικαστήριον Ασφαλείας του Κράτους, στο οποίο θα μεταβιβάζονταν εν ευθέτω χρόνω οι αρμοδιότητες  του Στρατιωτικού Δικαστηρίου. Σαρανταεννέα άρθρα είχε το νομοσχέδιο, και ήταν όλα πιο τυπικώς εντάξει με τις αρχές του ποινικού, και τις διαδικασίες, και την ανάκριση, και τα ένδικα μέσα. Αλλά αυτό το πιο καινούργιο δικαστήριο θα φτιαχνόταν μεσοπρόθεσμα. Και είχε στο τέλος κι’ άλλα δύο άρθρα μεταβατικές διατάξεις, που προβλέπανε πως μέχρι να λειτουργήσει αυτό το Δικαστήριον Ασφαλείας του Κράτους, το Στρατιωτικόν Δικαστήριον συνέχιζε να έχει την αρμοδιότητα που είχε και πριν την ακύρωσή του από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Οι δε αποφάσεις που θα είχαν εκδοθεί από το Στρατιωτικόν Δικαστήριον μέχρι να λειτουργήσει το νέο δικαστήριο, θα ήταν ισχυρές.

 

Ύστερα κατέθεσε το νομοσχέδιο στην Εθνοσυνέλευση προς ψήφιση. Μόλις είχαν γίνει εκλογές τότε, και οι γκωλικοί είχαν βγει ακόμα πιο ενισχυμένοι. Το νομοσχέδιο πέρασε με τα μπούνια, και η ψήφιση των μεταβατικών διατάξεων είχε στην ουσία επικυρώσει την πράξη νομοθετικού περιεχομένου που είχε ακυρώσει το Συμβούλιο της Επικρατείας.

 

Οπότε συνέβη ένα μπάχαλο σχετικά με την τύχη του Κανάλ και τις ευρύτερες επιπτώσεις της πιθανής εκτέλεσής του. Ήταν νόμιμη η σύσταση του Στρατιωτικού Δικαστηρίου, όπως είχε ψηφίσει η Εθνοσυνέλευση; Ή ήταν άκυρη, όπως είχε αποφασίσει το Συμβούλιο της Επικρατείας; Μήπως ίσχυε κάτι ανάμεσα; Μήπως η ακυρότης θεραπευόταν με την άσκηση αναίρεσης στον Άρειο Πάγο; Κι’ αν η αναίρεση γινόταν δεκτή ακριβώς επειδή δεν προβλεπόταν αναίρεση κατά της απόφασης, αλλά συγχρόνως έπρεπε να απορριφθεί διότι τελικώς έγινε αναίρεσις; Και πες γινόταν δεκτή, θα παραπεμπόταν που; Στο Στρατιωτικόν Δικαστήριον; Θα τον ξαναδίκαζε σε θάνατον. Στο Δικαστήριον Ασφαλείας του Κράτους, που εντωμεταξύ θα είχε λειτουργήσει; Υπήρχε ελπίς. Κατετέθη τελικώς η αναίρεσις, με όλα αυτά τα θέματα ανοιχτά. Και την ελπίδα πως, αν μη τι άλλο, θα είχε ανασταλτικό αποτέλεσμα.

 

Δεν θα μάθουμε ποτέ τι θα γινόταν, διότι ο δικηγόρος του Κανάλ κατά κάποιον τρόπο τα βρήκε με τον Δικαιοσύνης, που και αυτός φοβόταν τον αντίκτυπο που θα είχε στους υποστηρικτές της γαλλικής Αλγερίας η εκτέλεση. Και έκανε ο Κανάλ αίτηση χάριτος, και εκάμφθη ο Ντε Γκωλ εν όψει του επαπειλούμενου μπάχαλου, και του μετέτρεψε την ποινή σε ισόβια. Και Το Μονόκλ παρητήθη της αναιρέσεως, και πολύ καλά έκανε, γιατί αβέβαιον τι θα έλεγε η αναίρεσις.

 

Μ’ αυτά και με κείνα, ήρθε η ώρα της δίκης του Μπαστιέν-Τυρί και των άλλων. Στο Στρατιωτικόν Δικαστήριον, βεβαίως. Η υπεράσπισις -δεκάξι δικηγόροι σύνολο, ανάμεσά τους οΤιξιέ-Βινιανκούρ και ο Ιζορνί[l], ο δικηγόρος στην δίκη του Πετέν- ξεκίνησε με ένα μπαράζ ενστάσεων, αρχής γενομένης από την έλλειψη ενδίκου μέσου. Ο Ιζορνί ζήτησε από το δικαστήριο να αναγνωρίσει το δικαίωμα του πελάτη του στην αναίρεση.

 

Ύστερα, έκαναν αίτηση εξαιρέσεως για έναν δικαστή που είχε επιστρατευθεί ως συνταγματάρχης, αλλά στην κανονική του ζωή ήταν εισαγγελέας εφετών κι΄ όχι δικαστής, και δεν γίνεται ο εισαγγελέας να γίνεται δικαστής. Κατέβηκε ο συνταγματάρχης από την έδρα, ανέβηκε ένας αναπληρωματικός, αποφάσισαν πως γίνεται και παραγίνεται, και ξαναγύρισε ο συνταγματάρχης στην έδρα.

 

Μετά, ο Ιζορνί ανέφερε μια επιστολή δική του -η οποία είχε διαρρεύσει στον τύπο, αλλά χωρίς να φταίει ο ίδιος για την διαρροή, έτσι είπε- σύμφωνα με την οποία ο Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, υπουργός Οικονομικών, ήταν ο πληροφοριοδότης του OAS για το τι γινόταν στο Υπουργικό Συμβούλιο. Και δεν ήταν νόμιμο η κυβέρνηση η οποία νομοθέτησε το δικαστήριο που δίκαζε τον OAS να έχει μέλη που πρόσκεινται σ’ αυτόν. Είχε κι’ άλλες ενστάσεις αμφιβόλου βασιμότητος, αλλά το θέμα ήταν να ροκανίσουνε τον χρόνο μέχρι να λειτουργήσει το Δικαστήριον Ασφαλείας του Κράτους, να παραπεμφθεί η δίκη εκεί. Γιατί εκεί θα γλύτωναν τις θανατικές ποινές, έτσι υπολόγιζαν. Αλλά η λειτουργία του νέου δικαστηρίου έπαιρνε συνεχώς αναβολές, όπως και η προσωρινή λειτουργία του Στρατιωτικού Δικαστηρίου έπαιρνε παρατάσεις. Μέχρι που τέλειωσαν όλες οι ενστάσεις, και το Δικαστήριον Ασφαλείας του Κράτους δεν είχε ακόμα μπει σε λειτουργία.

 

Και πέρασαν στην ουσία. Ο Τιξιέ-Βινιανκούρ προσπάθησε να βγάλει άλλον λαγό από το καπέλο: είπε πως σκοπός της συνωμοσίας ήταν να απαχθεί ο Ντε Γκωλ, όχι να δολοφονηθεί. Αλλά με πέντε σφαίρες στα τζάμια του πίσω καθίσματος, λίγο δύσκολο να περάσει αυτή η θεωρία.

 

Βγαίνει η απόφαση, εις θάνατον ο Μπαστιέν-Τυρί κι’ άλλοι δύο. Ειδικά για τον Μπαστιέν-Τυρί βάρυνε πως ο ίδιος δεν πήρε αυτόματο να ρίξει, αλλά τους κοίταγε από μακριά, και βεβαίως πως  οι συνωμότες χτύπησαν γυναίκες και παιδιά, την Υβόν Ντε Γκωλ δηλαδή, κι’ ένα ζευγάρι με δύο πιτσιρίκια που έρχονταν μ’ ένα αυτοκίνητο από την αντίθετη λωρίδα, αλλά μόνο το αυτοκίνητο έφαγε μια σφαίρα. Την απόφαση, λες και την είχε γράψει ο Ντε Γκωλ.

 

Κάνανε αίτηση χάριτος.

 

Και ο Ντε Γκωλ συχώρεσε τους δύο, που ήταν οι εκτελεστές. Αλλά τον Μπαστιέν-Τυρί, τον οργανωτή, όχι.

 

Ο Μπαστιέν-Τυρί ήταν ο τέταρτος και τελευταίος που εκτελέστηκε για την υπόθεση της Αλγερίας. Στον πύργο του Ιβρύ, στα περίχωρα.

 


Λοιπόν Μασσύ, πάντα το ίδιο μαλάκας;

 

Μάης 1968

Περάσανε μερικά χρόνια. Η Γαλλία γέμισε ντεσεβώ και ρενώ κατρέλ, σουπερμάρκετ, διαμερίσματα με καμπινέ και ντουσιέρα, καλά περνάγανε. Για την ακρίβεια, ποτέ δεν περνάγανε καλύτερα. Η κρίση της Αλγερίας είχε κοπάσει, είχανε μείνει οι πιενουάρ κι’ η πίκρα τους, που την έκανε τραγούδια ο Ενρίκο Μασίας, αυτός έκανε την τύχη του που τους διώξανε, έκανε μεγάλη διεθνή καριέρα. Δηλαδή Ενρίκο Μασίας ήταν το καλλιτεχνικό του, κανονικά τον λέγαν Γκαστόν Γκρενασιά. Αυτουνού ο πεθερός ήταν ο σεΐχης Ρειμόν Λεϊρίς[li], σεΐχη λένε στην Αλγερία τον μαέστρο, τον δάσκαλο, ξερωγώ. Και ήταν ο σεΐχης Ραιυμόν πολύ αγαπητός στον κόσμο, μουσουλμάνοι, χριστιανοί, εβραίοι τον είχαν περί πολλού. Διότι η μουσική ενώνει, όπως είναι φυσικό. Γι’ αυτό τον έφαγε το FLN, για να μην υπάρχει μετριοπάθεια, αν και επισήμως καταδίκασε την δολοφονία.

 

Οπότε αυτό που έγινε τον Μάιο του 1968 ήταν κεραυνός εν αιθρία. Δηλαδή που καταλάβανε οι φοιτηταί όλη την Γαλλία, και γράφανε οι τοίχοι διάφορα παλαβά, Η ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ, και ΝΑ ΕΙΣΑΣΤΕ ΡΕΑΛΙΣΤΑΙ ΖΗΤΕΙΣΤΕ ΤΟ ΑΔΥΝΑΤΟ, και το άλλο, ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΤΑΣΗ ΓΚΡΟΥΤΣΟ. κι’ ήρθανε τα πάνω κάτω, πολιτικώς, κοινωνικώς, σεξουαλικώς, όλα. Κατελύθη η κυβέρνησις, ο Ντε Γκωλ τάχασε, δεν μπορούσε να καταλάβει, νόμιζε πως αυτά τα είχε οργανώσει το Κομμουνιστικό Κόμμα και η Ρωσία, να πάρουνε την εξουσία.

 

Κι’ έγινε κάτι εκείνες τις μέρες που ακόμα τσακώνονται οι ιστορικοί τι ακριβώς έγινε. Πήρε ο Ντε Γκωλ την οικογένεια και μπήκανε σ’ ένα ελικόπτερο, να πάνε δήθεν στο Κολομπέ, να ηρεμήσει, να πάρει αποφάσεις. Και χαθήκανε από τα ραντάρ, ούτε ο Πομπιντού, ο πρωθυπουργός, ήξερε που είναι, ούτε κανένας. Κι’ αντί για το Κολομπέ, πετάει στο Μπάντεν-Μπάντεν, στην Γερμανία. Που στο Μπάντεν-Μπάντεν ήταν στρατωνισμένη η γαλλική στρατιά της Δυτικής Γερμανίας, η οποία είχε μείνει από τον καιρό του Δευτέρου Παγκοσμίου. Και που διοικητής της στρατιάς ποιος ήταν; Ο Μασσύ, ο αρχιβασανιστής, που είχε φέρει τον ντε Γκωλ στην εξουσία δέκα χρόνια  πριν, αλλά μετά το ξινίσανε οι δύο τους, γιατί έκανε δημόσια κριτική του Ντε Γκωλ για το αλγερινό, αλλά τέλος καλό, όλα καλά, ο Μασύ δεν πήγε με τους παραξικοπηματίες. Ο οποίος Μασσύ το προηγούμενο βράδυ είχε δειπνήσει μετά του στρατάρχου Πιοτρ Κοσεβόι, διοικητού των σοβιετικών δυνάμεων της Ανατολικής Γερμανίας. Στην οικία του Μασσύ, το δείπνο.

 

Τα άλλα, εικασίες και ανέκδοτα: κατεβαίνει ο Ντε Γκώλ από το ελικόπτερο, τον υποδέχεται ο Μασσύ, χαιρετούρες καραβανάδων. «Λοιπόν Μασσύ, πάντα το ίδιο μαλάκας;» τον ρωτάει ο Ντε Γκωλ. «Πάντα γκωλιστής, Στρατηγέ μου!» του λέει ο Μασσύ. Και του λέει ο Ντε Γκωλ του Μασσύ πως όλα γαμήθηκαν, και οι κουμμουνιστές θα πάρουν την εξουσία, και θέλει να παραιτηθεί και να καταφύγει στην Γερμανία. Κάποιοι μάλιστα λένε πως ο Ντε Γκωλ ζήτησε από τον Μασσύ να κατεβάσει τα τανκς στο Παρίσι.

 

Και του λέει ο Μασσύ μα τι είναι αυτά που λέτε τώρα, Στρατηγέ μου! Ο Μασσύ! Και του εξήγησε του Στρατηγού τι είπανε με τον ρώσο -στην πραγματικότητα ουκρανός ήταν, δηλαδή- πως αυτοί (οι ρώσοι) δεν είχανε σχέση με τις φασαρίες στο Παρίσι, ούτε επρόκειτο να τις ενθαρρύνουν, πόσο μάλλον να υποκινήσουν, το ΚΚΓ προς αυτή την κατεύθυνση. Και αλλοίμονο -ίσως να είπε ο σοβιετικός στρατάρχης, αλλά και να μην το είπε, έτσι ήταν- αμοιβαία κατανόησις, με τους φοιτητάς στο Παρίσι κάντε ό,τι καταλαβαίνετε, δεν επεμβαίνουμε στα εσωτερικά σας, όπως κι’ εσείς άλλωστε στα δικά μας, διότι κι’ εμείς, όχι τον άλλο μήνα, τον παράλλο, μπαίνουμε με τα τανκς στην Πράγα.

 

Ο οποίος Ντεγκώλ μάλλον νοσταλγούσε το άρθρο δεκάξι του Συντάγματος που είχε κηρύξει δέκα χρόνια πριν, και γούσταρε να το ξανακηρύξει. Και ο Μασσύ τον διαβεβαίωσε μεν για την αμέριστο στήριξη του στρατού, αλλά δεν υπήρχε και λόγος να κατέβει στο Παρίσι με τα στρατά για τρεις τσόγλανους. Και το σκέβηκε αυτό ο Ντε Γκωλ, και κατάλαβε πως ο Μασσύ καλά τα έλεγε. Γύρισε με φόρα στο Παρίσι, και διέλυσε την Εθνοσυνέλευση, και προκήρυξε εκλογές. Και βεβαίως τις κέρδισε πανηγυρικώς. Διότι είχε κλείσει προηγουμένως η κυβέρνησις κάτι συμφωνίες βαρβάτες με τα συνδικάτα, τα συνδικάτα ήταν χωράφια του ΚΚΓ, τέλειωσαν οι απεργίες. Και μετά ξεθύμαναν και οι φοιτηταί. Όμως κάτι είχε αλλάξει ριζικά στην γλυκειά Γαλλία, είχε γίνει πιο αναρχική, πιο σκανταλιάρα, πιο σέξυ, και πιο σουρεάλ. Και πιο δίκαιη.

 

Ο Ντε Γκωλ τα καταλάβαινε όλα αυτά, αλλά για να υπάρχει ισορροπία κι’ από την άλλη μεριά, την παραδοσιακή, πατριωτική και δεξιά Γαλλία, έδωσε αμνηστία και σ’ όλους τους ισοβίτες και τους βαρυποινίτες του OAS, κι’ αυτούς που ήταν στην στενή, κι’ αυτούς που φυγοδικούσαν. Ο Σαλάν, ο Ζουώ, Το Μονόκλ, ο Σαλ, ο Ζελέρ, οι ούγγροι βγήκαν έξω με την αμνηστία του 1968, πήραν πίσω τα γαλόνια και τα παράσημα και τα αξιώματα και τα πολιτικά δικαιώματα. Γύρισε και ο Λαγκαγιάρντ από την Ισπανία, και δικηγόρησε μάλιστα, κι’ άλλοι πολλοί. Τον άλλο χρόνο, παραιτήθηκε και ο Ντε Γκωλ από Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας. Γιατί του είπανε οι γάλλοι όχι σ’ ένα δημοψήφισμα[lii].Πήγε ξανά στο Κολομπέ, κι’ έζησε εν ειρήνη μέχρι που απεβίωσε εκεί που έριχνε πασιέντζες.

 

Το Δικαστήριον Ασφαλείας του Κράτους λειτούργησε κάτι φεγγάρια ασχολούμενο με τα απομεινάρια του OAS. Ήταν κάτι σαν δικαστικό παράρτημα της Κυβερνήσεως, ξερωγώ. Χρησιμοποιήθηκε ξανά για αιφνίδια νυχτερινά ντου στα σπίτια των αριστεριστών, όταν έγινε ο Μάης του 68. Έτσι κατάφεραν να χαρτογραφήσουν κάτι μαοϊκούς, κάτι τροτσκιστές, κάτι αναρχικούς, που  μέχρι τότε ήταν τέρρα ιγκόγνιτα για το κράτος. Και επέτρεψε να μπαγλαρώσουν μερικούς αγκιτάτορες για λίγες μέρες, παρακάμπτοντας την τακτική οδό που ήταν πολύ μπελαλίδικη. Μετά όμως χορηγήθηκε αμνηστία και για τις φασαρίες του 1968, κάτι πταίσματα σε σχέση με το τι έγινε στον πόλεμο της Αλγερίας, οπότε δεν έφτασε καμία υπόθεσις στο ακροατήριο. Καταργήθηκε επί Μιτεράν, το 1982.

 

Οι καταδικασμένοι του FLN γλύτωσαν κι’ αυτοί το κεφάλι τους από την γκιλοτίνα, γιατί μόλις άρχισαν οι συνομιλίες στο Εβιάν ανεστάλησαν οι εκτελέσεις. Και μετά αμνηστεύθησαν όλοι, κατά τα συμφωνηθέντα εκεί, και οι της άλλης πλευράς, όπως ο Μασσύ, ο Μπιζάρ κι’ όλοι οι μπλεγμένοι στο σφαγείο της Αλγερίας.

 

Την μεγαλύτερη πλάκα την είχε ο Ζαν Μαρί Λε Πεν. Την μία μέρα έλεγε ναι, βασανίζαμε, την επομένη έβγαινε και διέψευδε, έλεγε δεν βασανίζαμε, ξερωγώ «οι μέθοδοι εξαναγκασμού που χρησιμοποιούσαμε δεν μπορούν να εξομοιωθούν με βασανιστήρια.» Μα τα  δημοσιεύματα και οι μαρτυρίες (θυμάτων, στρατιωτικών, μεταξύ των οποίων και ενός στρατηγού[liii]) δεν άφηναν και πολύ περιθώριο για αμφιβολίες, ο Λε Πεν συμμετείχε προσωπικώς στους βασανισμούς. Στα δημοσιεύματα, αυτός απαντούσε με μηνύσεις. Σε μιαν τέτοια δίκη κατά της Λε Μοντ, εμφανίστηκε ένας κυριούλης από το Αλγέρι, και κατέθεσε ένα μαχαίρι της ναζιστικής νεολαίας που είχε βρεθεί στο σπίτι του, τότε που ήρθαν οι αλεξιπτωτισταί και βασάνισαν τον πατέρα του μπροστά σ’ όλη την οικογένεια, και μετά τον σκότωσαν. Κι’ απάνω στην λάμα  είχε χαραγμένο το όνομα του Λε Πεν, τούχε πέσει μέσα στο σπίτι όταν κάναν το ντου οι αλεξιπτωτισταί.

 

Ο Μασσύ και η γυναίκα του, μια νοσοκόμα που είχε γνωρίσει στην Ινδοκίνα, υιοθέτησαν δύο παιδάκια χαρκί, τους γονείς τους τούς είχε καθαρίσει το FLN.

 

Η Ζοχρά έγινε δικηγόρος, και αντιπρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου -της άνω βουλής- εκεί στην πατρίδα της. Το 2012 βγήκε στην γαλλική τηλεόραση, και απάντησε σ’ ένα από τα θύματά της, την Ντανιέλ Μισέλ-Σις, δημοσιογράφο και συγγραφέα, η οποία πέντε ετών είχε χάσει το χέρι της στο Μιλκ Μπαρ, το ζαχαροπλαστείο που είχε ανατινάξει η Ζοχρά, όπου είχε σκοτωθεί και η γιαγιά της, της Ντανιέλ. Η ερώτηση αφορούσε την νομιμοποίηση της πράξης της. «Ίσως σας σοκάρω, αλλά πολύ ειλικρινά, δεν είναι δικό μου πρόβλημα», είπε η Ζοχρά, «Μην απευθύνεστε σ’ εμένα, αλλά στις γαλλικές κυβερνήσεις που υποδούλωσαν την χώρα μου. Φυσικά, σε προσωπικό και ανθρώπινο επίπεδο, όλα τα δράματα, και τα δικά σας και τα δικά μας, είναι συνταρακτικά. Αλλά δεν ήμασταν σε προσωπική αντιπαράθεση, ήμασταν σε πόλεμο. Παγιδευμένοι σε μιαν καταιγίδα που μας ξεπερνούσε, σας ξεπερνούσε…Σκεφτείτε, για παράδειγμα, τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς στην Δρέσδη, υπήρχαν κι’ εκεί άμαχοι, υποθέτω….»[liv]

 

Λίγο μετά, βγήκε στην φόρα εκείνη η παλιά ιστορία, που η Ζοχρά και ο Αχμέντ Σαΐντ, οι ερασταί, είχαν καταδώσει στον Λεζέ το δίκτυο του FLN. Κι’ ο Μπουντεφλικά  δεν τους ανανέωσε το βουλευτιλίκι. Αλλά στην πραγματικότητα τους άλλαξε για λόγους εσωτερικής πολιτικής, κάπου του πήγανε κόντρα, και ξανάβγαλε τα παλιά στη φόρα για να τους ξηλώσει από βουλευτές.[lv]

 

Λοιπόν, εκτός από τον σεΐχ Ραιυμόν Λεϊρίς και τον γαμπρό του, τον Ενρίκο Μασίας, είχε κι’ άλλους εβραίους μουσικούς στην Αλγερία. Ήτανε ο Λιλί Μπονίς[lvi], αυτός είχε παντρευτεί μια πλουσία που είχε σινεμάδες στο Αλγέρι, κι’ αυτός ο Λιλής είχε αναλάβει την διαχείριση. Στην Γαλλία που βρεθήκανε πρόσφυγες ασχολήθηκε με τα εστιατόρια και τον επαγγελματικό εξοπλισμό εστίασης, πορεύτηκε. Αλλά πάντα έφτιαχνε και τραγούδια, μάλιστα τα μισά λόγια ήταν γαλλικά και τα μισά αραβικά, έτσι μίλαγαν οι εβραίοι εκεί, ήταν δίγλωσσοι, καθ’ ότι ήτανε στην Αλγερία από τους ρωμαϊκούς χρόνους, κι’ ήρθανε κι’ άλλοι, σεφαραδίτες, επί Ισαβέλλας. Η πιο μεγάλη του επιτυχία ήταν το Alger, Alger, ένα βαλσάκι οριεντάλ. Το τραγούδησε και ο ίδιος, αλλά εγώ το προτιμώ με την Λυν Μοντύ.[lvii] Λύν Μοντύ ήταν το καλλιτεχνικό της, αλλά είχε και δεύτερο καλλιτεχνικό, αραβικό, Λεϊλά Φατέχ. Αναλόγως του κοινού, χρησιμοποιούσε τόνα ή τ’ άλλο. Διότι τραγούδησε σ’ όλο τον κόσμο, Γαλλία, Ευρώπη, Αμερική, Καναδά, πήγε και Μέση Ανατολή, Βηρυττό, Κάιρο, είχαν να λένε για την ωραία γαλλίδα που τραγουδάει τόσο άπταιστα αραβικά.

 

Και το τραγούδι λέει πως αγαπάω όλες τις πόλεις, λίγο παραπάνω το Παρίσι. Αλλά σαν την Αλγερία, δεν έχει.

 

Να, το βάζω εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=-sT9Z6auBbg (ή ψάξτε το Lyne Monty-Alger, Alger)

 

Γκαλερί φωτό 

 

Σαρλ και Υβόν
Ζούχρα Ντριφ, η σύλληψη

Ο δικαστής Πατέν

Ο Μιτεράν προσέρχεται να καταθέσει στην δίκη του Σαλάν

Ο μακιαβελλικός λοχαγός Λεζέ, 

Ο Λε Πεν παρασημοφορούμενος από τον Σαλάν.

Το Μονοκλ στην φυλακή του Σεν Μαρτέν ντε Ρέ, μαζί με άλλους του OAS. Είχανε κι' ορχήστρα, την Pieds Noirs Rythmes. Και θεατρική ομάδα, ανεβάσανε ένα έργο του Μπορίς Βιάν, Le gouter des generaux, αντιμιλιταριστική κωμωδία που δεν είχε ανέβει ακόμα επισήμως. 



Ο ατυχής στρατηγός Λαρμινά

Αλμπερ Καμύ και Φρανσίν Φορέ

Ο Μπιζάρ κι' ένα μουσείο παράσημα

Λυν Μοντύ

Ρευμόντ Λεϊρίς, πεθερός του Ενρίκο Μασίας

Μπαστιέν Τυρί

 

 

Υποσημειώσεις


[i] Μαρτυρία του Δημήτρη Χειμώνα https://www.istorima.org/graptes/259/pos-ginotan-ena-stratodikeio-ston-emfulio

 

[ii]Η απονομή της δικαιοσύνης στην πόλη της Λαμίας την περίοδο του Εμφυλίου πολέμου, ανακοίνωση της ιστορικού Βασιλικής Λάζου στο 4ο Συνέδριο Φθιωτικής Ιστορίαςhttps://greekcivilwar.wordpress.com/2017/01/26/gcw-841

 

[iii]Jean Moulin (1899-1943). Ο πατέρας της γαλλικής Αντίστασης. Πέθανε από τα βασανιστήρια στο τραίνο που τον πήγαινε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Γερμανία. Πιθανώς τον κατέδωσε ο René Hardy, επίσης αντιστασιακός, που είχε προηγουμένως συλληφθεί από την Γκεστάπο, και αφέθηκε ελεύθερος με  αντάλλαγμα την προδοσία. Ο Hardy δικάστηκε δύο φορές στην Απελευθέρωση, αλλά απηλλάγη λόγω αμφιβολιών.

 

[iv]Το 60% του δυναμικού των Ελεύθερων Γάλλων ήταν στρατεύματα των αποικιών. Ο εκ των πρωτεργατών της ανεξαρτησίας και πρώτος πρόεδρος της Αλγερίας, ο Αχμέντ Μπεν Μπελά, είχε πολεμήσει στην Γαλλία το  1939-40, και μετά, ως υπαξιωματικός, με τους Ελεύθερους Γάλλους στην Ιταλία, την Γαλλία και την Γερμανία. Είχε παρασημοφορηθεί δις, την πρώτη το 1940, ως διοικητής αντιαεροπορικού. Την  δεύτερη από τον Ντε Γκωλ με τον Πολεμικό Σταυρό -το ανώτερο μετάλλιο της Ελεύθερης Γαλλίας- για την δράση του στο Άντζιο.

 

[v]Η καθολική ψηφοφορία επεκτείνεται στις γυναίκες. Καθιερώθηκε η υποχρεωτική σύνταξη και περίθαλψη για όλους τους εργαζόμενους, με συμμετοχή της εργοδοσίας. Θεσπίστηκαν οι επιτροπές εργαζομένων στις επιχειρήσεις, και ισχυροποιήθηκε το δικαίωμα του συνδικαλίζεσθαι. Εισήχθη το Ελάχιστο Εγγυημένο Ημερομίσθιο. Εθνικοποιήθηκαν τα τραίνα, η Αιρ Φρανς, η Ρενώ, το γκάζι, το ηλεκτρικό, τα ανθρακωρυχεία και οι τράπεζες. Ωστόσο, η χώρα θα συνέχιζε να λειτουργεί με όρους ελεύθερης οικονομίας.

 

[vi]Cabinet: γραφείο μελέτης, υπουργείο, αλλά και υπουργικό συμβούλιο.

 

[vii] Ο ναύαρχος Georges Thierry d'Argenlieu τόσκασε από την αιχμαλωσία, και βρήκε τον Ντε Γκωλ στο Λονδίνο το 1940. Ήταν και καθολικός ιερωμένος, καρμελίτης μοναχός και ιερέας. Και απίστευτα στόκος. Γιατί από τον Μάρτιο του 1946 είχε υπογραφτεί συμφωνία με τους Βιετμίνχ για την πλήρη αναγνώριση της Δημοκρατίας του Βιετνάμ, με αντάλλαγμα την παρουσία εκεί του γαλλικού στρατού για πέντε χρόνια, ο οποίος θα αντικαθιστούσε τον κινέζικο του Τσανγκ Κάι Σεκ, και ο οποίος δεν έφευγε μετά από την λήξη του Β΄Παγκοσμίου, τότε που διώξανε τους γιαπωνέζους. Όπως έλεγε ο Χο Τσι Μινχ «καλύτερα να μυρίζω τα σκατά των γάλλων πέντε χρόνια, παρά να τρώω τα σκατά των κινέζων μέχρι να πεθάνω.» Αλλά ο ναύαρχος είχε άλλη άποψη από την ασθενική κυβέρνησή της πατρίδος του. Θεωρούσε πως η ανεξαρτησία του Βιετνάμ «ήταν δεύτερο Μόναχο.» Και την τίναξε στον αέρα με τα κανόνια των πλοίων. Ανακλήθηκε στην Γαλλία τον επόμενο χρόνο, τρεις κυβερνήσεις μετά. Κα αποσύρθηκε στο μοναστήρι των Καρμελιτών στην Βρέστη με το εκκλησιαστικό του όνομα, πατήρ Λουδοβίκος της Αγίας Τριάδος. Πέθανε το 1964. Στην κηδεία του ήταν και ο Ντε Γκωλ, Πρόεδρος τότε της Δημοκρατίας.

 

[viii] Điện Biên Phủ. Οχυρωμένη θέση στο Β. Βιετνάμ, όπου οι γάλλοι πολιορκήθηκαν από τους βιετ από τον Μάρτιο μέχρι τον Μάιο του 1954. Η πολιορκία κατέληξε σε πανωλεθρία των γάλλων, και άνοιξε τον δρόμο στις συνομιλίες για την ανεξαρτησία του Βιετνάμ.

 

[ix] Ίσχυε ο λεγόμενος Code de l'indigénat, σύμφωνα με τον οποίο η διοίκηση μπορούσε να επιβάλει διοικητικές ποινές φυλάκισης και πρόστιμα, για παραπτώματα που δεν προβλέπονταν για τους γάλλους. (Τέτοιο παράπτωμα ήταν, για παράδειγμα, η άρνηση παροχής πληροφοριών στις αρχές, και η καθυστέρηση στην δήλωση γέννησης ή θανάτου στο ληξιαρχείο.) Ο κώδικας επέτρεπε την συλλογική τιμωρία, που μπορούσε να είναι η κατάσχεση της συλλογικής περιουσίας μιας κοινότητας, ο εκτοπισμός, πρόστιμα κλπ. Άλλες διατάξεις επέβαλαν την απαγόρευση της κυκλοφορίας την νύχτα, ένα σύστημα αγγαρειών, και διάφορα άλλα. Εκτός από τον Ποινικό Κώδικα, οι μουσουλμάνοι υπέκειντο και σε μια ειδική ποινική νομοθεσία. Αυτή η νομοθεσία καταργήθηκε με διάταγμα της τοπικής επιτροπής της Εθνικής Αντίσταση το 1944. Αλλά συνέχισε να ισχύει μέχρι την Ανεξαρτησία. Οι διαφορές του αστικού δικαίου δικάζονταν από τα πολιτικά δικαστήρια κατά τον Αστικό Κώδικα για τους γάλλους, από τον κατή κατά την σαρία για τους άραβες, κατά δε το εθιμικό δίκαιο για τους βέρβερους (καβύλους). Το εκλέγειν ήταν άνισο επίσης. Στις βουλευτικές του 1951 για παράδειγμα, δεκαπέντε βουλευτές εκλέχτηκαν από τους 800.000 εκλογείς αστικού δικαίου. Άλλοι δεκαπέντε από τους μουσουλμάνους, σ΄ένα πληθυσμό σχεδόν εννιά εκατομμυρίων.

 

[x]Setif, στο Υψίπεδο του Άτλαντα, στην ανατολική Αλγερία.

 

[xi] Ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις κι’ ένας οργανικός νόμος του 1947, ο οποίος προέβλεπε μία αλγερινή συνέλευση με αρμοδιότητα στον τοπικό προϋπολογισμό και νομοθεσία. Είχε 120 μέλη, από τα οποία οι μισοί θα εκλέγονταν από τους πολίτες του «αστικού δικαίου» δηλαδή τους γάλλους και λίγους ενσωματωμένους ντόπιους, και οι άλλοι μισοί από τους πολίτες «τοπικού δικαίου», τους μουσουλμάνους. Με δεδομένη την σύνθεση του πληθυσμού και την νοθεία που έγινε στις εκλογές, επρόκειτο για καθαρό δούλεμα.

 

[xii]Pierre Mendès France (γεν. 1907, στο Παρίσι.) Γόνος σεφαραδίτικης οικογένειας με απώτερη καταγωγή την Πορτογαλία, στα είκοσί του ο νεότερος δικηγόρος της Γαλλίας. Φυλακισμένος επί Βισύ, το σκάει στην Αγγλία και κατατάσσεται στους Ελεύθερους Γάλλους. Υπουργός οικονομίας στις προσωρινές κυβερνήσεις Ντε Γκωλ μετά τον Πόλεμο,  γίνεται πρωθυπουργός από τον Ιούνιο του 1954 έως τον Φεβρουάριο του 1956. Για λίγο υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην επόμενη κυβέρνηση Μολλέ.

 

 

[xiii]Guy Mollet (γενν.1906). γενικός γραμματέας της SFIO, του ισχυρότερου σοσιαλιστικού κόμματος, που έγινε μετά Σοσιαλιστικό Κόμμα, αντιστασιακός, και πρωθυπουργός στην κεντροαριστερή κυβέρνηση συνασπισμού από τον Φεβρουάριο του 1956 έως τον Ιούνιο του 1957.

 

[xiv]ΗORAF (Organisation de la résistance de l'Algérie française). Παραστρατιωτική οργάνωση κατά της ανεξαρτησίας, με διασυνδέσεις στους γκωλιστές -πρόμαχους τότε της γαλλικής Αλγερίας- την γαλλική αντικατασκοπεία, και τους αλεξιπτωτιστές. Η Κάσμπα, η αραβική συνοικία-λαβύρινθος του Αλγεριού, ιδρύθηκε τον 10 αιώνα μΧ, και είναι τώρα μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.

 

[xv]Zohra Drif, γενν. 1934, κόρη δικαστή του ισλαμικού δικαίου (καδή), μαθήτρια λυκείου. Djamila Bouhired, γενν. 1935, επίσης μαθήτρια λυκείου. Djamila Boupacha, γενν. 1938, βασανίστηκε άγρια, όπως και η άλλη Djamila Bouazza, γενν. 1938, υπάλληλος του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Djamila Amrane, γενν. 1939, από γάλλους γονείς με τ’ όνομα Danièle Minne. Hassiba Bent Bouali, γενν. 1938, γόνος παλαιάς αριστοκρατικής οικογενείας. Σκοτώθηκε τον Σεπτέμβριο του 1957, όταν ο γαλλικός στρατός ανατίναξε το σπίτι που κρυβόταν, στην Κάσμπα. Το τελευταίο γράμμα στους γονείς της σε άπταιστα γαλλικά. Κι’ άλλες πολλές.

 

[xvi]Ο Jacques Massu είχε πολεμήσει σ’ όλους τους πολέμους από το 1940 και μετά. Λοχαγός στους Ελεύθερους Γάλλους, προήχθη στην Ινδοκίνα, συμμετείχε στην εισβολή στο Σουέζ, και ήταν τώρα στρατηγός στην Αλγερία, διοικητής της μεραρχίας αλεξιπτωτιστών.  Αντίστοιχο το βιογραφικό του συνταγματάρχη Marcel Bigeard, διοικητή του 3ου συντάγματος αλεξιπτωτιστών. Υπηρέτησε ως φαντάρος την θητεία του, το 1940 ήταν επιλοχίας, αιχμαλωτίστηκε, τόσκασε, κατατάχθηκε στους Ελεύθερους Γάλλους, έπεσε με αλεξίπτωτο στην κατεχόμενη ζώνη, σύνδεσμος με την εσωτερική Αντίσταση, πολέμησε στην Ινδοκίνα, αιχμαλωτίστηκε, απελευθερώθηκε με την λήξη του πολέμου. Στην Αλγερία, ο Bigeard είχε φάει τρεις σφαίρες: μία στον θώρακα, μία στον βραχίονα, και μία στο συκώτι. Σ’ αυτόν αποδίδεται η πρακτική να πετάνε τους αντάρτες από τα ελικόπτερα στην θάλασσα, με τα πόδια τσιμεντωμένα. Οι λεγόμενες γαρίδες Bigeard. Είναι παράδοξο ωστόσο, πως τόσο ο Massu όσο και ο Bigeard, παρά την δυσώδη εμπλοκή τους στον πόλεμο και στην υπόθεση της γαλλικής Αλγερίας, έμειναν πιστοί στον Ντε Γκωλ και την δημοκρατική νομιμότητα, όταν έγινε το πραξικόπημα στο Αλγέρι, το 1961.

 

[xvii]Χειροκίνητες ηλεκτρογεννήτριες εκστρατείας, για την λειτουργία των ασυρμάτων. Εχρησιμοποιούντο για ηλεκτροσόκ. Ο Μασσύ είχε δοκιμάσει να δει πως είναι, αλλά σε χαμηλή ένταση.

 

[xviii] Paul-Alain René Léger, γενν. 1922 στο Μαρόκο, αλλά μεγαλωμένος στο Σετίφ. Το1943 το έσκασε από το Παρίσι, και κατατάχθηκε στους  Ελεύθερους Γάλλους στην Αλγερία. Εκπαιδεύτηκε ως αλεξιπτωτιστής, και υπηρέτησε στην αγγλική SAS. Έπεσε με αλεξίπτωτο στην κατεχόμενη ζώνη, και έκανε σαμποτάζ σε συνεργασία με την Αντίσταση. Ήταν μαζί με τους 700 γάλλους αλεξιπτωτιστές που έπεσαν πίσω από τις γραμμές των γερμανών, για να προετοιμάσουν την καναδική επίθεση στην βόρειο Ολλανδία, το 1945. Στην Ινδοκίνα ήταν επικεφαλής μιας μονάδας ντόπιων που δρούσαν στα μετόπισθεν των Βιετ.

 

[xix]Larbi Ben M'hidi (1923 -1957) Εμβληματικός αρχηγός του αντάρτικου. Τον κρέμασαν  στο κελλί του για να φανεί αυτοκτονία.

 

[xx]Amirouche Aït Hamouda (βερβερικά  Ɛmiṛuc At Ḥemmuda, αραβικά عميروش آيت حمودة), γενν.1926. Ορφανός από πατέρα, μεγαλώνει σαν ψυχογιός στον πλούσιο θείο του, παντρεύεται την ξαδέρφη του (την κόρη του θείου), και παίρνει προίκα ένα χρυσοχοείο. Γνωστός και ως συνταγματάρχης Αμιρούς.

 

[xxi]Hacène Mahyouze, επονομαζόμενος Hacène la torture. Κάποιος  που είχε δοκιμάσει τις περιποιήσεις του τον συνάντησε μετά την ανεξαρτησία, και τον ρώτησε γιατί τάκανε όλα αυτά. «Γιατί αλλιώς θα με σκότωνε κι’ εμένα ο Αμιρούς», είπε ο Χασέν. Κυκλοφορούσε η φήμη πως είχε δουλέψει και για την Γκεστάπο στην κατοχή, όταν ήταν στην Γαλλία.

 

[xxii]harkis, βοηθητικοί στα αραβικά. Μονάδες πολιτοφυλακής από μουσουλμάνους που πολέμησαν με την γαλλική πλευρά. Σιγά-σιγά ο όρος έφτασε να σημαίνει οιονδήποτε συνεργάστηκε, με οιονδήποτε τρόπο, με τις γαλλικές αρχές, στρατιωτικές ή πολιτικές. Στην ανεξαρτησία, μόνο γύρω στους 70.000 έγιναν δεκτοί στην Γαλλία. Άπό εκείνους που έμειναν πίσω, πολλοί σφαγιάστηκαν, συχνά από τους όψιμους οπαδούς της ανεξαρτησίας, που ήθελαν τα αγωνιστικά τους εύσημα. Τα θύματα των σφαγών αυτών εκτιμώνται από τους  ιστορικούς γύρω στις 70-100.000.

 

[xxiii]Raoul Salan (γεν. 1889) Αρχικά τοποθετημένος από το καθεστώς του Βισύ στο Ντακάρ, προσχωρεί στου Ελεύθερους Γάλλους το 1942. Γενικός διοικητής των γαλλικών δυνάμεων στην Ινδοκίνα, θεωρητικός των βασανιστηρίων, εφαρμόζει τις θεωρίες του και ως διοικητής στην Αλγερία. Παρ’ όλα αυτά, οι ακραίοι οπαδοί της γαλλικής Αλγερίας τον θεωρούν ενδοτικό, λόγω του ότι διαπραγματεύτηκε την ανακωχή με τους Βιετ, και δεν συνέχισε τον πόλεμο μέχρις εσχάτων. Πιστεύουν πως θα ξεπουλήσει την Αλγερία, όπως ξεπούλησε την Ινδοκίνα. Στην εδραίωση αυτής της φήμης ίσως να συνέβαλε το ότι ο Σαλάν είχε έναν αδερφό κομμουνιστή, βασανισμένο στην κατοχή, και ένθερμο αντιιμπεριαλιστή.

 

[xxiv]Pierre Lagaillarde, ένας εικοσιεξάχρονος ακροδεξιός, γόνος δικηγόρων από την μητροπολιτική Γαλλία, που είχαν εγκατασταθεί στην Αλγερία, έφεδρος υπολοχαγός των αλεξιπτωτιστών, πρόεδρος της ένωσης φοιτητών του Πανεπιστημίου του Αλγεριού. Δανείστηκε ένα καμιόνι από τους κολλητούς του τους αλεξιπτωτιστές κι’ έσπασε την πόρτα του Διοικητηρίου, και μπούκαρε ο όχλος. Ο Lagaillarde θα εκλεγεί ανεξάρτητος βουλευτής στο Αλγέρι το 1959, και θα συλληφθεί επ’ αυτοφώρω στις ταραχές του 1960.  Η άρση της ασυλίας του ήταν το θέμα του ντιμπέητ που απέτυχα να κάνω αργότερα, το 1972. Θα διαφύγει, θα καταδικαστεί ερήμην, αλλά δεν θα συλληφθεί ποτέ ξανά.

 

[xxv]Το αυθεντικό κείμενο του Συντάγματος του 1958, χωρίς τις μετέπειτα τροποποιήσεις:

https://www.senat.fr/connaitre-le-senat/evenements-et-manifestations-culturelles/les-revisions-de-la-constitution/constitution-du-4-octobre-1958-texte-originel.html#II

 

[xxvi]Maurice Challe (γεν. 1905), αντιστασιακός, πτέραρχος, αντικαταστάτης του Σαλάν το 1958. Στην συνέχεια παίρνει μετάθεση στο ΝΑΤΟ, και  παραιτείται από την υπηρεσία το 1961 επειδή διαφωνεί με την πολιτική Ντε Γκωλ στο αλγερινό. André Zeller (γεν. 1898), στρατηγός. Θα πολεμήσει με τους Ελεύθερους Γάλλους στην Β. Αφρική. Στην εφεδρεία από το 1958. Edmond Jules René Jouhaud (γεν.1905,) πτέραρχος. Παιδί αγροτών, από ένα χωριό κοντά στο Οράν. Ο μόνος πιενουάρ στην ηγεσία του πραξικοπήματος. Αντιστασιακός με ηγετική θέση στο αντάρτικο της περιοχής του Μπορντώ. Γενικός διοικητής της αεροπορίας στην Ινδοκίνα, και υποδιοικητής των ενόπλων δυνάμεων στην Αλγερία, αμέσως μετά τον Σαλάν. Το 1960 μετατίθεται στην μητρόπολη, ως γενικός επιθεωρητής της αεροπορίας. Λίγο μετά μπαίνει στην εφεδρεία με αίτησή του.

 

[xxvii] Κοίτα σύμπτωση! Αυτή την στιγμή που σας γράφω η ώρα είναι 5:17 της 22/4/2023!

 

 

[xxix]Όλο το μήνυμα του Στρατηγού στο έθνος, προϋπόθεση θέσεως σε ισχύ του αρθ. 16 του Συντάγματος του 1958, εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=Nn3_5m5vALg

 

[xxx]Εξου και το όνομα barbouzes, οι φέροντες ψεύτικη γενειάδα (fausse barbe.) Καθώς η δράση τους υποστηριζόταν από τις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες, ο όρος επεκτάθηκε και σ’ αυτές. Δεν ήταν παραπάνω από τριακόσιοι, και  έδρασαν μόνο στο αλγερινό έδαφος. Η στρατολόγησή τους πάντως ήταν από παντού. Μέχρι και κάποιοι βιετναμέζοι συμμετείχαν, ειδικοί στις πολεμικές τέχνες.

 

[xxxi]Haut Tribunal militaire.Με προεδρεύοντα έναν πρόεδρο τμήματος του Αρείου Πάγου, και μέλη τον καγκελάριο της Λεγεώνος της Τιμής, που ήταν στρατηγός, τον καγκελάριο της Τάξεως της Απελευθερώσεως, έναν σύμβουλο επικρατείας, δύο προέδρους εφετών, και τρεις στρατηγούς. Έβγαλε συνολικά δεκάξι καταδικαστικές αποφάσεις. Αξιοσημείωτη η περίπτωση του προέδρου του, τού Maurice Patin. Τραυματίας του Α’ Παγκοσμίου, πρόεδρος του ποινικού τμήματος του Αρείου Πάγου μετά. Ήδη από τις τελευταίες μέρες της Κατοχής αναλαμβάνει το τεράστιο έργο της κάθαρσης της νομοθεσίας από όσα διατάγματα του Βισύ ήταν ασύμβατα με την επιστροφή στην κανονικότητα. Για να γίνει η δουλειά, ο Πατέν έτρεχε με το ποδήλατο -και τα καμένα από τον υπερίτη πλεμόνια του- μέσα στο Παρίσι με χαρτιά και φακέλους κάτω από την μύτη των γερμανών. Κινδύνεψε να πιαστεί στα μπλόκα μια δυο φορές. Στην Απελευθέρωση γίνεται στενός συνεργάτης του Ντε Γκωλ. Ως διευθυντής του υπουργείου Δικαιοσύνης της Προσωρινής Κυβέρνησης, πηγαίνει τις νύχτες στο σπίτι του Στρατηγού, φορτωμένος τους φακέλους των αιτήσεων χάριτος των εις θάνατον καταδικασθέντων δοσιλόγων. Ανάμεσα στους πολλούς λόγους που είχε ο Ντε Γκωλ να κρίνει προσωπικά τις αιτήσεις χάριτος ήταν και το χάσμα ανάμεσα στις κρίσεις των ειδικών δικαστηρίων που είχαν στηθεί εν μία νυκτί στις νομαρχιακές πρωτεύουσες της Γαλλίας: αυτό που εδώ επέσυρε την ποινή του θανάτου, παρακάτω τιμωρούνταν με μερικά χρόνια φυλακή. Καθώς δεν προβλέπονταν ένδικα μέσα, η απονομή χάριτος ήταν ο μόνος τρόπος να ρυθμιστούν αυτές οι δυσαναλογίες.

 

[xxxii]Tribunal militaire. Πενταμελές, με πρόεδρο αρεοπαγίτη ή εφέτη, έναν χαμηλόβαθμο δικαστή και τρεις αξιωματικούς, συνήθως κάτω από συνταγματάρχη. Και πολλές συνθέσεις, λόγω φόρτου υποθέσεων. Δίκαζε ό,τι δεν δίκαζε το Haut Tribunal militaire, άλλος κανόνας αρμοδιότητας δεν υπήρχε. Για τις αποφάσεις του προβλεπόταν αναίρεση στον Άρειο Πάγο.

 

[xxxiii]CE, 2 Mars 1962, Rubin de Servens et autreshttps://www.legifrance.gouv.fr/ceta/id/CETATEXT000007636269

 

[xxxiv]Albert Dovecar (γενν. 1937, στο Τούζνο, ένα χωριό στην Κροατία). Στην Λεγεώνα κατατάχθηκε με το ψευδώνυμο Paul Dodevart, γεννημένος στην Βιέννη, το 1938.Υπήρχε η φήμη πως είχε κάνει και στα SS. Claude Piegts (γεν. 1934 στο Καστιλιόν, σήμερα Μπου Ισμαίλ.)

 

 

[xxxv]Roger Gavoury (γενν. 1911). Η γυναίκα του και τα τρία παιδιά του είχαν μείνει στην Γαλλία. Σε μια πρώτη απόπειρα είχαν ανατινάξει το διαμέρισμά του. Στις διαδηλώσεις του FLN έβαζε τις δυνάμεις αποκαταστάσεως της τάξεως (τα CRS τα λεγόμενα) ανάμεσα στον στρατό και τους διαδηλωτές, για να εμποδίσει τον πρώτο να ανοίξει πυρ κατά των δευτέρων.

 

[xxxvi]Francine Faure (γενν. 1914, στο Οράν,) η ωραιοτάτη δεύτερη σύζυγος του Αλμπέρ Καμύ. Πιανίστρια και καθηγήτρια μαθηματικών. Είχε φάει το κέρατο με το κουτάλι. Ο ίδιος ο Καμύ ήταν από πτωχότατη οικογένεια (του Αλγεριού). Υποστηρικτής των ίσων δικαιωμάτων, οπαδός ωστόσο της γαλλικής Αλγερίας, πολέμιος της βίας, είχε πει πως «ανάμεσα στην μητέρα μου και την Δικαιοσύνη, προτιμώ την μητέρα μου.»

 

[xxxvii] O Jean-Louis Tixier-Vignancour (γενν 1907, στο Παρίσι.) Υπήρξε αξιωματούχος της κυβέρνησης του Βισύ, αλλά αποστασιοποιήθηκε από το καθεστώς και κατέφυγε στην Τύνιδα. Με την συμμαχική απόβαση εκεί κατατάχθηκε στους Ελεύθερους Γάλλους και πολέμησε στην Ιταλία. Στην Απελευθέρωση δικάστηκε από στρατοδικείο για συνεργασία, αλλά απαλλάχτηκε λόγω αμφιβολιών. Αναμφισβήτητο ταλέντο, είχε καταφέρει να δοθεί αμνηστία στον καταδικασμένο Σελίν, καταθέτοντας τον φάκελο με το πραγματικό του όνομα, Detouche. Κανένας δικαστής δεν έκανε την σύνδεση με τον δοσίλογο, αντισημίτη, άμα και ιδιοφυή συγγραφέα.

 

[xxxviii] Ήταν η ORAF (ορ. υποσημείωση XI.)

 

[xxxix] Michel Debré, υπάλληλος του Βισύ, μετά αντιστασιακός, βουλευτής, πρωθυπουργός του Ντε Γκωλ (Ιαν. 1959-14 Απρ.1962), ύστερα υπουργός σε πολλές γκωλικές κυβερνήσεις. Georges Pompidou, ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της 5ης Δημοκρατίας (14 Απρ.1962-Ιουλ. 1968) και ο γνωστός διάδοχος του Ντε Γκωλ στην Προεδρία.

 

[xl] Cour militaire de justice

 

[xli] Roger Degueldre, γενν. 1929, σ’ ένα χωριό, το Louvroil, στην βόρειο Γαλλία. Γιός εργάτη, κατατάσσεται στους Ελεύθερους Γάλλους το 1944, και παίρνει μέρος στις τελευταίες μάχες του πολέμου. Το 1945 κατατάσσεται στην λεγεώνα, και παρασημοφορείται στην Ινδοκίνα, που έσωσε την ζωή του αξιωματικού του. Πήρε μέρος στην εισβολή του Σουέζ, και προήχθη σε υπολοχαγό στον πόλεμο της Αλγερίας. Λιποτάκτησε από το 1ο σύνταγμα αλεξιπτωτιστών, και προσχώρησε στον OAS, όπου ήταν επικεφαλής του κομμάντο Δέλτα, στην οποία ανήκαν οι DovecarκαιPiegts. Ιθύνων νους σε όλη την δράση της Δέλτα, έφαγε πολύ κόσμο.

 

[xlii] Edgard de Larminat (γενν. 1895, κάπου στην νότιο Γαλλία.) Υπηρετούσε στην Μέση Ανατολή, και προσχώρησε στους Ελεύθερους Γάλλους ήδη από το 1940. Ένθερμος γκωλικός και αναφανδόν κατά του πραξικοπήματος, ωστόσο φαίνεται πως είχε βαθιά σύγκρουση μέσα του για να καταδικάσει γάλλους αξιωματικούς σε θάνατο. Το θέμα της ψυχικής του υγείας τέθηκε από ένα έντυπο μοναρχικών απόψεων (ναι, υπάρχουν και μοναρχικοί στην Γαλλία, ακόμα και τώρα!), ένας δεξιός βουλευτής κατέθεσε σχετική επερώτηση στην Βουλή, και ο Τιξιέ Βινιανκούρ έφερε το θέμα στο ακροατήριο. Τα πραχτικά διοχετεύθηκαν στον τύπο. Και να μην έφταναν αυτά, στο νοσοκομείο ο Larminat έπαιρνε σωρούς υβριστικών επιστολών επειδή δέχθηκε την θέση του προέδρου του δικαστηρίου.

 

[xliii] Η παραπομπή σε άλλο ομοιόβαθμο δικαστήριο για εύλογη υποψία μεροληψίας (suspicion légitime)  προβλέπεται στο αρθ. 662 του Κώδικα Ποινικής  Δικονομίας. Η αίτηση κρίνεται από το Ποινικό Τμήμα τηςCour de Cassation (του ανώτατου αναιρετικού δικαστήριου), αλλά δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, εκτός αν άλλως αποφασίσει το δικαστήριο. Δεν βρήκα αν τελικά η αίτηση κρίθηκε και απορρίφθηκε, αλλά μάλλον όχι.Η δε κατάθεση της αίτησης ανετέθη σε άλλον δικηγόρο, παρ’ Αρείω, avocat aux conseils που τους λένε. Αυτοί παρίστανται στα ανώτατα αναιρετικά δικαστήρια (Άρειο Πάγο, Συμβούλιο της Επικρατείας και Ελεγκτικό Συνέδριο), κάνουν ειδική άσκηση, περνάνε από ειδική επιτροπή, και είναι κλειστό επάγγελμα. 

 

[xliv]Denise Macaigne, αγνώστων λοιπών στοιχείων.

 

[xlv]André Canal  (γενν.1915, στην Νιόρ, ΝΔ Γαλλία).

 

[xlvi] Jean-Marie Bastien-Thiry (γενν. 1927.)  Από καθολική  οικογένεια, με στρατιωτική παράδοση τριών αιώνων. Ο πατέρας του γνώριζε προσωπικά τον Ντε Γκωλ. Απόφοιτος της École polytechnique και μετεκπαιδευθείς στο Institut supérieur de l'aéronautique et de l'espace, υπηρετούσε στην αεροπορία με βαθμό αντίστοιχο του αντιπτέραρχου, και εθεωρείτο αυθεντία στην κατασκευή πυραύλων. Αρχικά γκωλιστής, είχε μεταστραφεί σε φανατικό πολέμιο μετά το 1959. Παντρεμένος, με τρεις κόρες.

 

[xlviii] Ο Alexandre Parodi (1901-1979) γεννήθηκε και πέθανε στο Παρίσι. Σπούδασε φιλολογία και πολιτικές επιστήμες στην ίδια πόλη. Στο Συμβούλιο της Επικρατείας μπήκε το 1926. Διωγμένος από το καθεστώς του Βισύ, μπαίνει στην Αντίσταση. Συνεχίζει το έργο  του  Ζαν Μουλέν, και ενώνει τις αντιστασιακές οργανώσεις κάθε πολιτικού φρονήματος σε μια ομοσπονδία, υπό την ηγεσία του Ντε Γκωλ. Το 1944, είναι γενικός εκπρόσωπος στην Γαλλία της Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (της σκιώδους κυβέρνησης Ντε Γκωλ στο απελευθερωμένο Αλγέρι), και μετά γίνεται υπουργός απελευθερωμένων περιοχών.Τις τελευταίες μέρες της Κατοχής έπαιξε καθοριστικό ρόλο ώστε η εκκολαπτόμενη εξέγερση του Παρισιού να τεθεί υπό τον έλεγχο της Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, και αναδιοργάνωσε τις κρατικές υπηρεσίες αντικαθιστώντας τους δοσίλογους και τους ανθρώπους του Βισύ με αντιστασιακούς. Αποτράπηκε έτσι ο κίνδυνος μιας λαϊκής εξέγερσης, ιδίως από πλευράς κομμουνιστών, την οποία δικαίως ή αδίκως φοβόνταν αρκετοί. Κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε συνθήκες Δεκεμβριανών, θα υπονόμευε την κυβέρνηση Ντε Γκωλ, και τελικά θα έθετε την πόλη υπό  αγγλοαμερικανική διοίκηση. Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης στην προσωρινή κυβέρνηση μετά τον πόλεμο, βάζει τα θεμέλια του νέου συστήματος ασφάλισης και υγείας της χώρας. Ανάμεσα στα 1946 και 1960 υπηρέτησε ως πρέσβης της Γαλλίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, γενικός γραμματέας στο υπουργείο εξωτερικών, πρέσβης στο ΝΑΤΟ, και πρεσβευτής στο Μαρόκο στην κρίσιμη περίοδο της ανεξαρτησίας από την Γαλλία. Επιστρέφει στο Συμβούλιο της Επικρατείας από το 1960 ως το 1970. Ως αντιπρόεδρος προεδρεύει στην Ολομέλεια του Δικαστικού Τμήματος (Χρέη προέδρουασκεί εθιμοτυπικώς ο Πρωθυπουργός ή ο υπουργός Δικαιοσύνης). Αξιοσημείωτο είναι πως τα μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν ανήκουν στον δικαστικό κλάδο, αλλά είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Τις δεκαετίες 50-60 η μονιμότητα και η ανεξαρτησία τους δεν προβλεπόταν από τον νόμο, ήταν εθιμική. Εθιμική νομίζω πως ήταν και η υποχρέωση συμμόρφωσης του κράτους στις αποφάσεις του Συμβουλίου.

 

[xlix]CE, 19 Oct 1962, Canal, Robin et Godot https://www.legifrance.gouv.fr/ceta/id/CETATEXT000007636272

 

[l]Jacques Isorni (1911–1995) Γιός ιταλού καλλιτέχνη από το Λοκάρνο, που ήρθε να κάνει καριέρα στο Παρίσι, και γαλλίδας μητέρας. Παρ’ ό,τι έτρωγε μπούλινγκ στο σχολείο λόγω της καταγωγής και της προφοράς του, στρατεύθηκε στη ακροδεξιά. Ωστόσο, υπερασπίστηκε κομμουνιστές στα ειδικά δικαστήρια του Βισύ, τυνήσιους αυτονομιστές στην δεκαετία του 50, αλλά και διάσημους δοσίλογους, όπως ο Πεταίν. Κατά τα λεγόμενά του, «ήμουν πάντοτε υπέρ των αιχμαλώτων, απλώς οι αιχμάλωτοι άλλαζαν πλευρά.» Στην δίκη του Πετί Κλαμάρ υπερασπιζόταν έναν άλλο συνωμότη, και η ένστασή του για τον στρατιωτικό δικαστή του στοίχισε τον αποκλεισμό από το δικηγορικό λειτούργημα έως το 1966 για ασέβεια στο δικαστήριο. Θερμός πολέμιος της θανατικής ποινής.

 

[li]Raymond Raoul Leyris, γνωστός ως Cheikh Raymond (γεν. 1912, στην Κωνσταντίνη). Ήταν νόθος γιός ενός εβραίου εμπόρου και μιας χριστιανής, η οποία τον εγκατέλειψε μετά τον θάνατο του πατέρα του στον Πρώτο Παγκόσμιο. Μεγάλωσε σε μια πολύ φτωχή εβραϊκή οικογένεια, και έμαθε το μαλούφ -μουσικό είδος που κρατάει από την αραβοανδαλουσιανή παράδοση- από γνωστούς δασκάλους. Τραγουδούσε αραβικά. Παίζοντας σε γάμους και γιορτές εβραίων και μουσουλμάνων, μπήκε στην δισκογραφία στην δεκαετία του 30. Δολοφονήθηκε το 1961 στην κεντρική πλατεία της Κωνσταντίνης  με μια σφαίρα στον σβέρκο. Ο δολοφόνος του, αν και μέλος του FLN, ήταν ένας περιθωριακός, γνωστός για τις σχέσεις του με τον υπόκοσμο. Κανένα στοιχείο δεν συνέδεσε μέχρι σήμερα την δολοφονία με το επίσημο  FLN. Όμως λειτούργησε ως μήνυμα για τους εβραίους  της Κωνσταντίνης πως δεν θα είχαν καλύτερη μεταχείριση από τους άλλους πιενουάρ αν δεν τα μάζευαν να φύγουν.

 

[lii] Το δημοψήφισμα του Απριλίου του 1969 αφορούσε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις στην σύνθεση και την λειτουργία της Γερουσίας, καθώς και μεταρρυθμίσεις στην διοικητική διαίρεση της χώρας. Η μεν Γερουσία έχανε το δικαίωμα βέτο στην ψήφιση  των νόμων, και η σύνθεσή της στο εξής θα έκφραζε όχι μόνο τοπικά συμφέροντα, αλλά και κάποιες κοινωνικοοικονομικές ομάδες. Θα ιδρύονταν νέες διοικητικές περιφέρειες, με συμβούλια που θα ασκούσαν εκτεταμένες αρμοδιότητες. Ο Ντε Γκωλ είχε την πεποίθηση πως μ’ αυτές τις μεταρρυθμίσεις θα θεράπευε αυτό που θεωρούσε πως ήταν  η πάθηση της Γαλλίας, και είχε οδηγήσει στην κρίση του Μαΐου  του 68. Οι γάλλοι απάντησαν μ’ ένα όχι 52%, και ο Ντε Γκωλ παραιτήθηκε, όπως είχε προαναγγείλει στην περίπτωση που η μεταρρύθμιση καταψηφιζόταν.

 

[liii] Επρόκειτο για τον στρατηγό Paul Aussaresses, επικεφαλής των πληροφοριών της μεραρχίας αλεξιπτωτιστών του Massu, ο οποίος είχε ομολογήσει την συστηματική χρήση βασανιστηρίων από τον γαλλικό στρατό. Όμως κι‘ ένας λεγεωνάριος είχε δει τον Λε Πεν να σακατεύει στο ξύλο έναν ύποπτο, και να συνδέει τα ηλεκτρόδια της γεννήτριας πάνω στα σώματα άλλων. Όλη αυτή η σαδιστική θηριωδία ήταν εντελώς μάταιη, τόγραψα και αλλού. Τα δίκτυα του FLN εξαρθρώθηκαν μόνο με την  διείσδυση και την παραπληροφόρηση, τις μεθόδους του Leger.

 

[liv]Η Ζοχρά Ντρίφ στην FranceInter https://www.dailymotion.com/video/xptw9x#from=embediframe

 

[lv] Το Εθνικό Συμβούλιο (Conseil de la Nation), η άνω βουλή της αλγερινής Εθνοσυνέλευσης, εκλέγεται κατά τα 2/3 με έμμεση ψηφοφορία, και κατά το 1/3 διορίζεται από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, που ήταν τότε  ο Αμπντελαζίζ Μπουντεφλικά. Έχει τεράστια εξουσία, αφού μπορεί να μπλοκάρει οριστικά οποιοδήποτε νομοσχέδιο.

 

[lvi] Eliaou (Élie) Boniche, γνωστός ως Lili Boniche (1922, Αλγέρι - 2003, Παρίσι.) Η μουσική του είναι ένα ανάμικτο είδος, που μπερδεύει την αραβοανδαλουσιανή παράδοση με την ευρωπαϊκή και την λατινοαμερικάνικη μουσική των 50' και 60. Τραγούδησε  στα αραβικά και διασκευές από διεθνείς επιτυχίες, όπως το La Historia dun amor του παναμέζου Κάρλος Ελέτα Αλμαράν, του 1955, και το Βambino, την επιτυχία που καθιέρωσε την Δαλιδά, το  1956.

 

[lvii] Éliane Serfati, γνωστή και ως Line Monty  (Αλγέρι, 1926 – Παρίσι, 2003.)





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ου παντός πλειν ες Κόρινθον

Τον Νίκο τον γνώρισα ακουσίως.

Ο Μίκης, ο Χρόνης Μίσσιος, και τα παϊδάκια.