Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Απρίλιος, 2017

Δαντέλλα στον ουρανό (στο σπιτάκι με τα πεύκα.)

Εικόνα
Εγώ πάντως κάποια στιγμή πήγα και την έπεσα στον καναπέ. Με ξυπνήσανε οι άλλοι, περνάγανε να πάνε στο βεραντάκι, και με πέρνανε φωτογραφίες με τα κινητά, κι' ο Παρεούλ είπε αυτός έχει πιο πολλές φωτογραφίες κοιμισμένος απ' ότι ξύπνητός, ή κάτι τέτοιο. Οπότε με ξυπνήσανε με τις σαχλαμάρες, και πήγα κι' εγώ στο βεραντάκι. Και μιλάγαμε για διάφορα θέματα προφορικής ιστορίας, που ήταν οι Εννιά Φάρες που κατέβαιναν από την Πάρνηθα και σαλαγάγαν τα πρόβατα και τα κατσίκια τους, κι' ακουγόνταν οι κουδούνες που έρχονταν αυτές οι Εννιά Φάρες, κι' αγόρασαν τον Ντερέ του Χαλά από τον ιταλό, Χαλάς ήταν ο τσιφλικάς ο τούρκος, όταν φτιάχτηκε το Κράτος μας φοβήθηκε, πούλησε το τσιφλίκι στον ιταλό μπιρ παρά, έφυγε. Έπος ολόκληρο, κοσμογονία, έτσι το βγάλαν το μέρος Χαλάντρι, από το Χαλά Ντερέ, την ρεματιά του Χαλά, τουτέστιν, ντερέ είναι η ρεματιά. Καθώς έπεφτε ο ήλιος τραβήχτηκαν τα σύννεφα σαν κουρτίνα, πήρα φωτό την αγριελιά, μία δαντέλλα στον ουρανό.

Μία ναυτική ιστορία.

Εικόνα
Το πλοίο που βλέπετε στην φωτογραφία, τώρα πια δεν υπάρχει. Το κάνανε στόχο για τ' αεροπλάνα, το βουλιάξανε. Εγώ υπηρέτησα εκεί χρόνους δύο συναπτούς. Μόλις είχα μετατεθεί, η ιστορία που λέμε τώρα. Στην Γραμματεία Διοικήσεως Πλοίων Αποβάσεως. Ήταν ένα γραφειάκι, δύο γραφομηχανές, ένας πολύγραφος, και τέσσερις πέντε ναύτες, ίσα που χωράγαμε. Τότε δεν είχε ούτε κομπιούτερ που έχει τώρα, ούτε πρίντερ, ούτε ίντερνετ, ούτε τίποτα. Παίρναμε τις διαταγές του διοικητού χειρόγραφες, τις γράφαμε σε μεμβράνη, τις βάζαμε στον πολύγραφο, βγάζαμε αντίγραφα, τα αντίγραφα τα βάζαμε σε φακέλους, τους φακέλους τους πηγαίναμε στο κέντρο διανομής στο Ναύσταθμο, πηγαίναν από τα καράβια, τους παραλάβαιναν. Συχνά, άμα ήταν επείγον, τους πηγαίναμε εμείς χέρι χέρι στα καράβια. Από τη μία άκρη του Ναύσταθμου στην άλλη, ανέβα στόνα καράβι, κατέβα, ανέβα στ' άλλο, κατέβα, και πόσα ήταν, αρματαγωγά, οχηματαγωγά, παντόφλες, όλα μαζί δεκαπέντε, είκοσι, δεν θυμάμαι. Και στα ταξίδια, όλοι μέσα. Ε...

Όνειρο της 24ης Απριλίου 2017

Εικόνα
  Ο δολοφόνος. Μολύβι και παστέλ σε σημειωματάριο, 20Χ15 cm, 2017 Ήμουν ο δράστης και συγχρόνως το θύμα μιας διπλής νυκτερινής δολοφονίας. Είχα σκοτώσει δεν ξέρω πως δύο άντρες της ηλικίας μου, δίδυμοι αδελφοί αυτοί. Τους έθαψα σ΄ένα δασάκι, μέσα σε πλαστικές σακούλες. Συγχρόνως ήμουν ο ένας από τους δύο δολοφονημένους. Και κρυβόμουν δηλαδή, μέσα στη μια σακούλα, θαμμένος στο χώμα. Όταν κατέφθασε η Αστυναμία -μία γαλλική Αστυνομία του 19 ου αιώνα- και ανακάλυψε μάνι μάνι το άλλο πτώμα, με έλουσε κρύος ιδρώτας. Διότι κατάλαβα πως η σύλληψίς μου ήταν απλώς θέμα χρόνου. Πράγματι, μετά από λίγο με ξέθαψαν και μου πέρασαν τις χειροπέδες. -Ουδέν κρυπτόν υπό τον Ήλιον, είπε ο ένας αστυνόμος που με πήγαιναν. -Απεδόθη Δικαιοσύνη, είπα κι' εγώ.

Η χορεύτρια και ο ποιητής, τέταρτο κομμάτι

Εικόνα
Μία τραγουδιστή ιστορία σε τέσσερα ποιήματα του Γιώργου Σαραντάρη Το βίντεο:  https://www.youtube.com/watch?v=XOK4O03VxXM&feature=youtu.be Στο μπαράκι του Βασίλη, Απρίλιος του 2003 (φωτό του Απόστολου Ιωαννίδη.) Η Μάρμω με την άλαλη ματιά  Για τον καθένα είν’ ένα τραίνο που του ανήκει κι’ οι ποιητές μέσα στην ήττα τους τρέφουν τη νίκη και ό,τι γράφουν, το γαμημένο, είναι για πάντα και τ’ όνομά τους κι’ εκείνο μοιάζει με του Σαράντα Κι η κάθε Μάρμω ό,τι κι’ αν κάνει εγκυμονεί ένα τσογλάνι με το σημάδι του ποιητή Έχει ο καθένας το εισιτήριο που του ανήκει και το δικό μου γράφει συχνά Θεσσαλονίκη πάνω στο πάλκο λίγο πρίν βγώ να τραγουδήσω δεν θα ξεχάσω την Μάρμω να τηλεφωνήσω Να με ρωτήσει αν κάνει κρύο κι’ αν είμαι καλά αν δώ γνωστούς, και να της φέρω γλυκά Η ελαφρόμυαλη και αλλοπρόσαλλη αυτή παιδίσκη να με πληγώνει, να μ’ εξοργίζει τον τρόπο βρίσκει όταν μου λέει ανερυθρίαστα χωρίς ντροπή με καμαρώνανε όλοι εκείνη την ...

Η χορεύτρια και ο ποιητής, τρίτο κομμάτι.

Εικόνα
Μία τραγουδιστή ιστορία σε τέσσερα ποιήματα του Γιώργου Σαραντάρη Το βίντεο:  https://www.youtube.com/watch?v=OYvKoOLRynQ Φεύγει το τραίνο, γυρνάει στην Αθήνα με τραυματίες γυρνάει κι΄ αυτός, ο σταυρωμένος απ’ τις κακουχίες αυτός που οδοιπόρησε με τους ποιμένες της Πρεμετής πάει να πεθάνει σ’ ένα κρεβάτι μιάς κλινικής. Εκείνη δεν πήγε ποτέ να τον επισκεφθεί φεύγει μονάχος τον Άλλο Χώρο να δεί Κλούβα και πείνα τα χρόνια εκείνα. Το σαρανταδύο ουρανοκατέβατο πέφτει της Μάρμως ένα λαχείο στη Χλάντεκ δίνει εξετάσεις, και πετυχαίνει παίρνει το τραίνο χορό να  σπουδάσει στη Βιέννη. Μά νοσταλγία την πιάνει, γυρνάει στην Αθήνα ξανά πριν τους εγγλέζους και πριν τα Δεκεμβριανά Τα πέτρινα χρόνια περάσαν κι οι καταστάσεις του Χοροδράματος ήρθαν της Μάνου οι παραστάσεις στου Χατζηδάκι τις Εξι Λαϊκές Ζωγραφιές η Μάρμω χορεύει με τον Γριμάνη στο Ρέξ. Με Μινωτή και Παξινού στο Εθνικό Νέα Υόρκη πηγαίνει και Λιγουριό Είχανε λάμψη και ανασ...

Η χορεύτρια και ο ποιητής, δεύτερο κομμάτι

Εικόνα
Μία τραγουδιστή ιστορία σε 4 ποιήματα του Γιώργου Σαραντάρη. Το βίντεο: Μάρμω, σ' εσένα έρχονται οι πεινασμένοι  https://www.youtube.com/watch?v=uu6bmfJuE8w&t=9s Φταίνε του Κούβελα οι φραστικές κουράδες πως οι ποιητές ειν’ όλοι τους λαπάδες που ζυγίζουνε κοντά τριάντα οκάδες όσα γυλιός και όπλο όλα μαζί Κι’ αν κάποιος δύσπιστος να με ρωτήσει θέλει που τα ξέρω αυτά και ποιος τα καταγγέλλει του ανθυπολοχαγού του Αλεπουδέλλη να διαβάσει τ’ Ανοιχτά Χαρτιά Φταίει το σύστημα και η στρατολογία των ζαχαροπλαστείων τα θηρία όλα τα παχύδερμα πιάσαν τα γραφεία κι’ ο ποιητής στην πρώτη τη γραμμή Φταίν’ τα γαλόνια τους και τα επιτελεία ήτανε μια σχεδόν δολοφονία ανυπεράσπιστος ψηλά στην Αλβανία κατατρεγμένο ήτανε πουλί Στην παραζάλη χάνει τα γυαλιά του ξεχνάν τα χάλια τους οι άλλοι στα δικά του και στου μετώπου την βουή και του θανάτου γίνοντ’ οι άνθρωποι ακόμη πιο σκληροί Κουβέρτες, μάλλινα τα χτήνη οι φαντάροι κι’ ό,τι...

Η χορεύτρια και ο ποιητής. Πρώτο κομμάτι.

Εικόνα
Μία τραγουδιστή ιστορία σε 4 τραγούδια του Γιώργου Σαραντάρη. Το βίντεο:  https://www.youtube.com/watch?v=aSe7xQ-xGY0     Η Μάρμω, λίγο πριν τον Πόλεμο. I Τρέχει το τραίνο και βγάζει καπνό Πάει Σαλονίκη κι’ αγκομαχά Τρέχει το τραίνο και φέρνει στη μνήμη Σταθμούς και σταθμάρχες ως το πουθενά Μα τρέχω κι’ εγώ, ο χρόνος πιέζει Ο πόλεμος θάρθει ένα χρόνο μετά Να τον προλάβει η Ελλάδα παίζει Τραγούδια του Μεταξά Τρέχει το τραίνο και ξαπλωμένη Στο σεπαρέ ενός βαγονιού Στο ντούκ νταντούκ παραδομένη Η Μάρμω κοιμάται του καλού καιρού Κι’ αν δεν κοιμάται τότε χορεύει Χτυπάει κουδούνια στις γειτονιές Κι’ εξαφανίζεται ευτυχισμένη Και χάσκουνε οι θαυμαστές Τρέχει το τραίνο στο ίδιο βαγόνι Στέκει αντικρύ της κι’ αυτός που θαρρείς Τα πάθη όλα του κόσμου σηκώνει Το θύμα, το ψώνιο, ο ποιητής Μεγάλη κεφάλα σ’ ένα σώμα που λιώνει Χοντρά γυαλιά μυωπικά Ό,τι τον πλήγωσε μετουσιώνει Σε ποιήματα, λόγια, γραφτά     ...