Το κόκκινο φουστάνι.
-Τι γίνεσθε μητέρα; -Ναι, τι γίνεσθε μητέρα, όλο ειρωνείες είσαι! -Γιατί το λες αυτό; Εις ένδειξιν σεβασμού εγώ... -Σκατιά! -Γιατί μητέρα σκατιά το σπλάχνο σας; -Μπόγια, που σ' έλεγε κι' η γιαγιά σου. Ε μπόγια! -Μάρμω, σου έφερα ένα δωράκι. -Έφερες μιλφέιγ από την Δέσποινα; -Μιλφέιγ φτάνει, σούφερα προχτές. -Ψεύτη! -Βρε Μάρμω, μπουλάντησες; Δεν σούφερα προχτές, έφαγες και το μισό το δικό μου. Και της Νικολίνας θάτρωγες, αν σ' αφήναμε. -Αααα (κάνει πως δεν θυμάται, ή πως θυμήθηκε αμυδρά.) - Λοιπόν, είχαμε πάει στην αναδρομική του Μόραλη. -Ωραία ήταν; -Χαμός γινόταν, ήταν τελευταία μέρα. Και τυχερή, γιατί μας ξενάγησε ο επιμελητής της έκθεσης. -Εμένα δεν με πήγες. -Δεν σε πήγα διότι δεν γίνεται οι άλλοι να πηγαίνουν με τα πόδια κι' εσύ να πετάς αποπάνω. Λοιπόν άκου, είχανε και τα σκίτσα από τα κουστούμια, τα σκηνικά, όλα. Είχαμε κι' εμείς ένα κορνιζαρισμένο στο σπίτι, που σούχε χαρίσει ο Μόρα...